Όταν το 2015 ψηφίσαμε τον ΣΥΡΙΖΑ δεν το κάναμε γιατί πιστεύαμε οτι τα μνημόνια θα καταργηθούν με ένα νόμο και ένα άρθρο. Μπορει να το πίστευαν οι μπουρδολόγοι που είχε δίπλα του Αλέξης και που ευτυχώς ξεκουμπίστηκαν. Οι έχοντες έστω στοιχειώδεις γνώσεις οικονομικών και διεθνών σχέσεων αντιλαμβανόμασταν το μη εφικτό αυτών.
Ψηφίσαμε γιατι θεωρούσαμε πως μόνο μια προοδευτική κυβέρνηση θα μπορούσε να κάνει μια πιο ήπια διαχείριση της καμμένης γής που άφησαν οι Νδ-ΠΑΣΟΚοι. Δυστυχώς κάποιοι συνεχίζουν να πιπιλάνε την καραμέλα του δημοψηφίσματος και του προγράμματος της Θεσσαλονίκης. Δεν τους κατηγορώ. Η θεωρητικολογία με τον φρέντο εσπρέσσο στο χέρι ομως είναι πάρα πολύ εκνευριστική. Μας προτάσουν τα αριστερόμετρα και μας λένε για για τον Τσε, τον Άρη και άλλους επαναστάτες. Ακούστε μάγκες αγώνας αναίμακτα και χωρίς θυσίες δεν γίνεται. Κι ο Τσε κι Άρης έχυσαν το αίμα τους στο αγώνα. Εσείς φοβάστε να κουνηθείτε μην χύσετε το φρέντο σας και περιμένετε ένας Τσίπρας να σας τα φέρει όλα έτοιμα στο πιάτο. Όμως και η ψωλή στον κώλο και η ψυχή στον παράδεισο δεν γίνεται.. Κι αν ερχόταν το καλοκαίρι το 2015 ο Τσίπρας και έλεγε τα έσπασα με την Ευρώπη αγωνιζόμαστε ολοι μαζί παιδιά, θα πεινούσαμε θα τρώμε με δελτίο, θα ζοριστούμε για 2-3 χρονια πολύ εσεις όλοι οι θεωρητικολόγοι και εκ του ασφαλούς επαναστάτες θα ήσασταν οι πρώτοι που θα τον κρεμάγατε στο Σύνταγμα, γιατί δεν έχετε μάθει να θυσιάζετε τίποτα και περιμένετε τη θυσία άλλων για να επωφεληθείτε κι εσείς. Γι αυτό ορθως έπραξε ο Τσίπρας ό,τι έπραξε. Κι ο κοσμος του το αναγνώρισε παρά τη χυδαια και αισχρή προπαγάνδα και τον βρώμικο πόλεμο που δέχτηκε. Και θα του το αναγνωρίσει ακόμη περισσότερο όποτε γίνουν εκλογές και θα τον βγάλει ξανά πρωθυπουργό. Εσείς πιείτε αμέριμνοι τα καφεδάκια σας, τα άνοιξε η κυβέρνηση με την ευλογία της μη χρήσης μάσκας και του τουρισμού....
1 προσωπικα σε συζητησεις που ελεγα πριν τις εκλογεςγια τους μπουρδολογους που λες δεν γινομουν πιστευτος
ο περισσοτερος κοσμος ηθελε να ισχυουν και τα πιστευε
η δημοτικοτητα της κυβερνησης στις δημοσκοπησεις του τοτε και του γιανη στις αρχες του 15 ηταν τεραστια με τους μπουρδολογους δηλαδη
2 εχεις δικιο για το τι θα γινοταν αν ο τσιπρας δεν εκανε κολοτουμπα αλλα οχι μονο για λιγα χρονια
3 δεν εχω καταλαβει αν υποστηριζεις οτι ο συριζα του 16-19 και αυτος που θα ξανακαταλαβει;;;; την εξουσια αν νομιζεις οτι ειχε η θα εχει σχεση με ιδεολογια τσε αρη κλπ
4 τα μεχρι τωρα δεδομενα απο ολες τις δημοσκοπησεις δημοσιευμενες η απο δεξιες η απο αριστερες εφημεριδες οτι ο συριζα απεχει παρα πολυ απο το να θανακυβερνησει
ο κοσμος αντιδρα σε μετρα της κυβερνησης αλλα στην κρισιμη ερωτηση πιστευετε οτι ο συριζα θα τα πηγαινε καλυτερα χανει ο συριζα με 52 28%
5 το γιατι η νδ προηγειται τοσο του συριζα το εξηγει αναλυση της εφσυν που εχω ξαναβαλει που πουθενα δεν αμφισβητει τα νουμερα
ι δημοσκοπήσεις είναι μια προσομοίωση των εκλογών. Με τη διαφορά ότι στις εκλογές το ερώτημα είναι ένα, ενώ οι δημοσκοπήσεις, εκτός από την πρόθεση ψήφου, καταγράφουν επίσης τις απόψεις των ψηφοφόρων πάνω σε διάφορα επίδικα θέματα που προσδιορίζουν τι θα ρίξουν τελικά στην κάλπη. Κι αυτό τις κάνει πολύ ενδιαφέρουσες. Αξίζει λοιπόν να διαβάσουμε προσεκτικά τη δημοσκόπηση της Prorata που δημοσιεύτηκε στην
«Εφημερίδα των Συντακτών» την Τετάρτη 2 Δεκεμβρίου.
Συνοπτικά, επιβεβαιώνει την κοινή διαπίστωση ότι η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας φθείρεται, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ έχει κολλήσει. Το γιατί έχει κολλήσει σηκώνει μεγάλη συζήτηση, η οποία άρχισε ήδη. Πριν πάμε όμως σ’ αυτή θα σταθώ σε δύο ευρήματα της δημοσκόπησης που μου έκαναν εντύπωση.
Πρώτο, στο ερώτημα «Κατά τη γνώμη σας πώς θα διαχειριζόταν την πανδημία μια κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ;», απάντησε «σίγουρα και μάλλον καλύτερα από τη Ν.Δ.» το 28%, ενώ το 52% «σίγουρα και μάλλον χειρότερα από τη Ν.Δ.». Και το δεύτερο, ότι το 20% των ερωτηθέντων δήλωσε πως το κυρίαρχο συναίσθημα που νιώθει για τη Ν.Δ. είναι η αποστροφή, ενώ εκείνοι που αποστρέφονται τον ΣΥΡΙΖΑ φτάνουν το 34%.
Σε ποια συμπεράσματα οδηγούν αυτά τα δύο ευρήματα; Για να πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά, το γνωμικό ότι πρέπει να διδασκόμαστε από τις ήττες μας μπορεί να ευσταθεί, στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ όμως ισχύει και κάτι άλλο, πολύ δυσκολότερο: να διδασκόμαστε από τις νίκες μας. Διότι το αρχικό λάθος του ΣΥΡΙΖΑ ήταν το πώς διάβασε το εκλογικό αποτέλεσμα του 2015.
Λάθος μάλλον συγγνωστό και αναπόφευκτο, γιατί ήταν η φυσιολογική αντίδραση ενός κόμματος του 3% με 4% που ξαφνικά πήρε τα κλειδιά του Μαξίμου. Ηταν επόμενο να πιστέψουν ότι το «πρώτη φορά Αριστερά» σήμαινε την αναδρομική δικαίωση της ιστορίας τους και μια βαθιά, ποιοτική τομή.
Στην πραγματικότητα ωστόσο, οι περισσότεροι από όσους συνέρρευσαν κατά μυριάδες στον ΣΥΡΙΖΑ εμπίπτουν σε δύο μεγάλες κατηγορίες: οι απελπισμένοι κεντρώοι, δεξιοί και απολιτικοί που προσπαθούσαν να επιβιώσουν χτυπημένοι από τη λιτότητα των μνημονίων και οι ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ οι οποίοι είχαν συνηθίσει να ευδοκιμούν χάρη στις «άκρες» που διέθεταν σε ένα κόμμα εξουσίας. Αυτό το μείγμα όμως δεν προέκυψε από μόνο του. Χρειαζόταν μια συγκολλητική ουσία που άκουγε στο όνομα Αλέξης Τσίπρας. Οχι ως άλλος μεγάλος τιμονιέρης, αλλά πάνω απ’ όλα ως ύφος. Νέος και άφθαρτος, θα τολμούσε να κάνει εκείνο που οι ψοφοδεείς αστοί προκάτοχοί του δεν μπορούσαν ή δεν ήθελαν.
Αυτό πλέον δεν ισχύει. Σήμερα oι άνθρωποι διψούν για κανονικότητα, όχι για εφόδους στον ουρανό. Ο ΣΥΡΙΖΑ, ύστερα από σχεδόν πέντε χρόνια διακυβέρνησης η οποία δεν έδρεψε δάφνες και μετά τη λαίλαπα της πανδημίας, οφείλει να πείσει ότι μπορεί να χειριστεί συγκεκριμένα προβλήματα. Δηλαδή να δείξει ότι έχει τη σοβαρότητα και την αποτελεσματικότητα που απαιτούν οι περιστάσεις. Για να χρησιμοποιήσω τα λόγια του Γιώργου Σταθάκη, «τις εκλογές δεν τις κερδίζει ο καταγγελτικός λόγος».
Δεν ξέρω ποιο θα είναι τελικά το πρόσωπο που θα παρουσιάσει ο ΣΥΡΙΖΑ. Αν όμως κρίνουμε από την προτροπή «να μην τους αφήσουμε σε χλωρό κλαρί», το πάθημα δεν έγινε μάθημα. Το πρόβλημα δεν είναι η κριτική σε συγκεκριμένες πράξεις ή παραλείψεις της κυβέρνησης –εδώ συχνά ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να έχει δίκιο– αλλά στο υπόρρητο μήνυμα ότι τα πράγματα είναι απλά κι ότι εμείς θα τα διορθώσουμε επειδή είμαστε αριστεροί. Τα πράγματα όμως κάθε άλλο παρά απλά είναι.
Πώς σταθμίζουμε και πώς συνδυάζουμε την προστασία της υγείας με την αναθέρμανση της οικονομίας; Πώς αποφασίζουμε σήμερα για το αύριο όταν αντιμετωπίζουμε μια απειλή που κινείται απρόβλεπτα; Πόση βαρύτητα πρέπει να αποδώσουμε σε κάθε διαμορφωτικό παράγοντα μιας πρωτόγνωρης κατάστασης; Αυτά και πολλά άλλα συναφή και εξίσου δύσκολα ερωτήματα βασανίζουν κυβερνήσεις σε ολόκληρο τον κόσμο. Για όλα τα παραπάνω δεν έχω ακούσει συγκεκριμένες προτάσεις από την Αριστερά, αλλά μια συνεχή γκρίνια: διαμαρτυρίες επειδή δεν κάνει κάτι η κυβέρνηση, κι όταν το κάνει διαμαρτυρίες επειδή το έκανε. Και ταυτόχρονα μια τάση για μικροκομματική εκμετάλλευση: ο ΣΥΡΙΖΑ φρόντισε να μην πει λέξη για όσους «χαλάρωναν» στις πλατείες και στα πάρτι κορονοϊού. Επειδή, ως γνωστόν, ο μόνος ένοχος είναι η κυβέρνηση.
Αυτό που περιμένουν οι πολλοί είναι σοβαρότητα, υπευθυνότητα και όχι μια επανέκδοση του «μαχητικού» Τσίπρα με τις εύκολες υποσχέσεις τις οποίες ο ίδιος παραδέχθηκε ότι αποδείχθηκαν αυταπάτες. Είναι ειρωνικό, αλλά ο τρόπος που αντιπολιτεύεται ο ΣΥΡΙΖΑ τη Νέα Δημοκρατία ενδέχεται να την προαγάγει σε «φυσιολογικό» κόμμα εξουσίας.