Ελληνίδες πουτάνες - οι καλύτερες της Ευρώπης!
Ο Σήφης, πενήντα τριών ετών λαδέμπορας από τα Σύρφακα των Δερβενοχωρίων, κατεβαίνει στο κέντρο της Αθήνας σταθερά κάθε Πέμπτη. Κόβει τις βόλτες του στα κωλάδικα και «ζυγίζει καταστάσεις». Όταν βρει «το σωστό το παιδί», πίνει κανα δυο ποτάκια μαζί της και μετά την παίρνει «πακέτο» στο ξενοδοχείο, για ολονυχτία
Σε κάποια από αυτά τα μαγαζιά, τον ξέρουν και τον περιμένουν.
- Καλώς ήρθατε κ. Σήφη μας…
- Τι καινούριο έχουμε, μαντάμ Τζίνα?
Ομόνοια, Λεωφόρος Βουλιαγμένης, Άγιος Ιωάννης Κυνηγός, Χαυτεία, λεωφόρος Αθηνών, πλατεία Αμερικής, Μάρνη, πλατεία Βάθη.
Όλη η Αθήνα ένα απέραντο μπουρδέλο.
Τώρα με την κρίση κάνουμε και εξαγωγές! Το πρωτοέγραψε η ιταλική Μεσαντζέρο, το προσυπογράφει και ο Σήφης.
«Στο λέω εγώ και να το καταγράψεις. Σε δύο χρονάκια οι Ελληνίδες πουτάνες θα είναι οι βασίλισσες της Ευρώπης…»
Διότι ως εκ της πολυετούς εμπειρίας του, ο Σήφης είναι άριστος γνώστης του αντικειμένου.
Και έχει άποψη.
Και δεν έχει άποψη μόνο για το εγχώριο προϊόν.
«Άκου δω φιλαράκι. Εγώ, λόγω που ταξιδεύω συχνά στην Ευρώπη για δουλειές, ξέρω τι παίζεται, από τη μία πλευρά της ηπείρου ως την άλλη. Και σου λέω ένα πράγμα…
Μέχρι πέρσι δεν έβρισκες Ελληνίδα στις πιάτσες του ευρωπαϊκού αγοραίου έρωτα, ούτε για να την κορνιζάρεις να την κρατήσεις για ενθύμιο. Αμερικάνες έβρισκες. Γαλλίδες έβρισκες. Ρωσίδες, Βουλγάρες, Μολδαβές, Αλβανίδες, μαύρες, όσες τραβούσε η ψυχή σου.
Ελληνίδα όχι.
Οι Ελληνίδες το είχανε ψηλά το από τέτοιο τους. Η Ελληνίδα ακόμα και αν γαμιόταν για τα λεφτά, το κρατούσε κρυφό. Ναι, εντάξει, θέλω τόσα αλλά μάγκα μου μετά τσιμουδιά. Γιατί έτσι κι ακούσω τίποτα σου μου του στη γειτονιά εξαιτίας σου, θα σου κόψω τ’ αρχίδια. Και ήξερες πως ήτανε ικανή να το κάμει. Και την πηδούσες ωραία και καλά, στο ιγκόγνιντο. Και σε ξενοδοχείο ασφαλείας. Όχι σε τίποτα μπουρδελιάρικα της Ομόνοιας. Τριών αστέρων και άνω. Και αν έβρισκες καμιά να σου κάτσει.
Διότι η Ελληνίδα δεν έβγαινε στο κλαρί. Ούτε μοστράριζε στην πιάτσα. Στο μιλητό και μέσω γνωριμιών και αφού σε ζύγιζε πρώτα, αν είσαι σωστός. Αφού για να καταλάβεις, εγώ ο ίδιος είναι ζήτημα αν είχα πηδήξει πριν από την κρίση μία με δύο Ελληνίδες. Σχεδόν είχα ξεχάσει τι παναπεί ελληνικός κώλος. Αν δεν το έκαμα και μια φορά στο τόσο με τη γυναίκα μου, θα νόμιζα ότι για να σου σηκωθεί πρέπει να σου μιλήσουνε στα ρώσικα…»
Η χρεωκοπία της Ελλάδος ανέτρεψε τα πάντα, στις αγορές του πληρωμένου έρωτα.
Έλληνες και Ευρωπαίοι ευκατάστατοι κύριοι, αντίκρισαν προς μεγάλην τους χαρά, να εμφανίζονται στις διεθνείς και εντόπιες πιάτσες νεαρά κορίτσια, καταβεβλημένα από την έλλειψη τροφής, όμορφες μαμάδες που δεν είχαν ούτε ένα ευρώ να αγοράσουν γάλα στα παιδιά τους, θελκτικές κυρίες που ως τότε είχανε μάθει να ζουν μια αξιοπρεπή ζωή, έτοιμες να τα δώσουνε όλα για ένα κομμάτι ψωμί, αποφασισμένες να επιζήσουν αυτές και τα παιδιά τους, πάση θυσία.
Κι οι βολεμένοι όλου του κόσμου, ριχτήκανε με βουλιμία στη λεηλασία των απελπισμένων.
Ο Μπρούνο [ψευδώνυμο], Ιταλός νταβατζής από το Ρίμινι, δίδει μια εναργή εικόνα της καταστάσεως.
«Τις Ελληνίδες δεν τις είχαμε καν στο πρόγραμμα. Φέρναμε μέσα κοπέλες από το πρώην ανατολικό μπλοκ, πολλές μιγάδες κι αραπίνες αλλά στις Ελληνίδες δεν πήγαινε ο νους μας. Μετά μας ήρθανε μόνες τους μερικές, κυρίως φοιτήτριες από την Πάτρα, που θέλανε να βάνουν κάτι στο στομάχι τους, γιατί τις είχε κόψει η πείνα
Πόβερε ραγκάτσε!
Και όχι προφεσόρες στο επάγγελμα. Περνούσανε απέναντι με τα πλοία της ΑΝΕΚ και λογαριάζανε να μείνουν στη δουλειά όλο το καλοκαίρι. Ύστερα πάλι πίσω, στα σπίτια τους, γιατί πολλές είχανε και οικογένεια να φροντίσουν…
Στην αρχή λέγαμε να τις διώξουμε, για να μην μας χαλάνε την πιάτσα. Αλλά είδαμε ότι οι πελάτες ξετρελαινόντουσαν μαζί τους. Μην με ρωτάς γιατί. Δεν έχω ιδέα. Η αλήθεια είναι ότι όπου υπήρχε Ελληνίδα, όλες οι άλλες δεν σταυρώνανε πελάτη. Ακόμα και οι Ρωσίδες, που τις έχουμε για τις πιο όμορφες, καθόντουσαν στην πιάτσα και έξυναν τα μουνιά τους.
Οι Ελληνίδες τώρα να σου πω, και αντικειμενικά αν το δεις, δεν είναι οι πρώτες κουκλάρες. Μερικές είναι και χοντρούλες. Τις βλέπεις έτσι, ανάμεσα στα ατελείωτα τα κορμιά, στις Ουκρανές και στις μιγάδες και λες – σιγά τώρα μη δουλέψει αυτή. Άσε που κάποιες είναι και μαμάδες. Έχω φέρει εγώ κορίτσια από τη Θεσσαλονίκη, που έχουνε και ένα και δύο παιδιά. Κι ούτε να πεις πως είναι όλες τους πολύ νέες. Βλέπεις και τριαντάρες, βλέπεις ακόμα και σαραντάρες. Αλλά, έτσι και ρωτήσεις πελάτη για τις εντυπώσεις του, μετά το πήδημα, σου λέει μάμα μία! Αυτήνα γουστάρω και να μου την ξαναφέρεις…
Βα μπενε, λέμε εμείς, ο πελάτης θέλει Ελληνίδα, θα του φέρουμε Ελληνίδα.
Και οργανώσαμε την επιχείρηση.
Μαζεύουμε τα κορίτσια στην Πάτρα ή στην Ηγουμενίτσα, τους μαθαίνουμε δυο τρία πράγματα για τη δουλειά, τους μαθαίνουμε και λιγάκι τη γλώσσα, να ξέρουνε να πούνε δυο κουβέντες στην πολιτσία, άμα τις πιάσουν και μετά τις διοχετεύουμε σε όλες τις πρωτεύουσες της Ευρώπης. Μπορώ να σου πω ότι τώρα πλέον συνεργαζόμαστε με άλλους συναδέλφους στο Βερολίνο, στη Ρώμη, στο Παρίσι, ακόμα και στην Αγία Πετρούπολη. Σε λίγο καιρό θα το δεις, ότι οι Ελληνίδες πουτάνες θα είναι οι πιο περιζήτητες στην Ευρώπη. Κι η προσφορά ολοένα μεγαλώνει. Θα ξεπεράσουνε σε αριθμό ακόμα και τις Βουλγάρες. Κι έτσι που μας έρχονται θεονήστικες, τις φέρνουμε και εύκολα βόλτα. Εμένα μου έχει τύχει κοπέλα, που ήρθε και με βρήκε μονάχη της στο ριστοράντε, ενώ έτρωγα πίτσα. Αριστοκρατική η γυναίκα, δεν έβγαζε άχνα. Και ξαφνικά τηνε βλέπω έτσι και λιγοθυμάει.
Μαντόνα μία! Η κοπέλα λιποθύμησε γιατί είχε να φάει τρεις μέρες. Της μύρισε η πίτσα και έπεσε κάτω ξερή. Ήτανε πρόθυμη να πηδηχτεί για μια μακαρονάδα. Θα μπορούσα να την κάμω ότι ήθελα αλλά εμείς είμαστε επαγγελματίες. Δεν εκμεταλλευόμαστε τους εργαζόμενους. Της δίνω όσα παίρνουν και οι άλλες και δεν της κλέβω ούτε λιρέττα. Και να σου πω και κάτι ακόμα…
Άμα οι πολιτικοί σας φερόντουσαν όπως εμείς οι νταβατζήδες, δεν θα σας είχανε φτάσει σε τέτοια χάλια. Διότι εμείς σινιόρε, ναι μεν τα παίρνουμε στην ψύχρα αλλά φροντίζουμε να μείνει και κάτι στην εργαζόμενη, για να έχει να τρώει και να ανοίγει τα πόδια της, το βράδυ. Ενώ οι πολιτικοί σας αδερφέ μου, δεν σας αφήνουνε ούτε τα κυλοτάκια σας.
Πόρκα μιζέρια, που λένε και στο χωριό μου…»
Μιαν ερμηνεία στο ερώτημα του γιατί οι Ελληνίδες πόρνες έχουνε γίνει ανάρπαστες στην Ευρώπη, δίδει ο Αλέξιος Α. Δέλτα, ανώτερος δημόσιος υπάλληλος.
Ο Αλέξιος σπανίως καταφεύγει σε γυναίκες του πεζοδρομίου. Συνήθως επισκέπτεται πολυτελή στούντιο, όπου οι εργαζόμενες ελέγχονται αυστηρά για την καθαριότητα τους και περνάνε από τακτικές ιατρικές εξετάσεις.
Άλλωστε ο ίδιος όπως και η σύζυγος του, είναι και υγιεινιστής και οικολόγος και ενεργό μέλος σε πολλές ΜΚΟ.
«Εδώ στην Ελλάδα αγαπητέ μου, ο κοσμάκης πέρασε από μια καλή εποχή, προτού να πέσει στη χρεωκοπία. Οι κοπέλες που έρχονται σήμερα να πιάσουνε δουλειά στα στούντιο δεν μεγαλώσανε στη βρώμα και στην ανέχεια, όπως οι Αλβανίδες ή οι Ουκρανίδες ή οι μαύρες. Σχεδόν όλες τους ήσαν κορίτσια από καλές οικογένειες, που είχανε συνηθίσει το καθημερινό λουτρό, την ατομική υγιεινή και τα καθαρά εσώρουχα. Μηδεμιάς εξαιρουμένης, είχανε πατεράδες και μανάδες που νοιαζόντουσαν γι’ αυτές και που τις μεγάλωσαν μέσα στη ζεστασιά και στην προστασία του οικογενειακού περιβάλλοντος. Εμένα προσωπικά μου έχει τύχει να πάρω κοπέλα σε στούντιο, που ο πατέρας της ήτανε από τους πιο γνωστούς καταστηματάρχες της οδού Πατησίων και που αυτοκτόνησε γιατί δεν είχε να πληρώσει τα χρέη του στην εφορία. Το συγκεκριμένο κορίτσι, είχε κάνει όλα τα εμβόλια που προβλέπονται για την βρεφική και την παιδική ηλικία και έδινε την πρέπουσα προσοχή στις τακτικές ιατρικές εξετάσεις, μαθημένη από την οικογένεια της.
Δεν θα βρεις Ελληνίδα που να πάσχει από χρόνια ηπατίτιδα, ούτε από φυματίωση, ούτε από έιτζ. Ποιος ο λόγος να το ρισκάρεις με κάποια που δεν ξέρεις αν έχει κάμει έστω και το μαντού? Δόξα σοι ο Θεός, σήμερα τα πράγματα είναι πολύ καλύτερα. Δεν έχουμε πια να διαλέξουμε μόνον ανάμεσα σε Βουλγάρες και σε Κογκολέζες. Και όπως πάει η κατάσταση, θα βελτιωθούν ακόμα περισσότερο. Ίσως σε λίγο καιρό να βρίσκουμε στα στούντιο ακόμα και ανήλικες παρθένες, που θα μπορούμε να τους κάνουμε ότι θέλουμε. Και χωρίς κίνδυνο να αρπάξουμε καμιά βλεννόρροια…»
Ο Σήφης από τα Σύρφακα, δεν κολλάει τόσο στην υγιεινή των κοριτσιών αλλά επίσης θεωρεί τις Ελληνίδες πουτάνες ασυναγώνιστες, σε παγκόσμιο επίπεδο. Και δίδει εξήγηση…
«Η Ελληνίδα κύριος, έχει τη νοικοκυρωσύνη στο αίμα της. Δεν είναι να πούμε, σαν τις άλλες, τις Βουλγάρες και τις Ουκρανίδες, που είναι ικανές να τον έχουνε μέσα τους και να λύνουν σουντόκου.
Η Ελληνίδα μυρίζει σπίτι, οικογένεια, θαλπωρή. Είναι σαν να λέμε – το κορίτσι της διπλανής πόρτας. Ούτε μοντέλα, ούτε δίμετρη, ούτε ψυχρή καλλονή. Μια κοπελίτσα όμοια με τη γειτονοπούλα σου, με τη γυναίκα του φίλου σου, με τις κολλητές της αδερφής σου, ίδια με όσα θηλυκά ορέχτηκες στη ζωή σου και δεν μπόρεσες να αποκτήσεις. Και ο πάσα ένας άντρας αυτό φαντασιώνεται, μάγκα μου. Δεν ξέρω εγώ κανέναν που στα νιάτα του να έκαμε παρέα με δίμετρες καλλονές. Όλοι μας τέτοια κορίτσια γουστάραμε και τα χαλβαδιάζαμε, από πρωίας μέχρι νυκτός. Ε, λοιπόν οι Ελληνίδες αυτό προσφέρουν στη διεθνή αντρική φαντασίωση. Ικανοποιούν απωθημένα που ο καθένας από μας μάζευε από χρόνια.
Κι υστέρα είναι και το άλλο… Τι να την βάζεις στην κάθε βρωμιάρα, άμα δεν ξέρεις και πόσα είδη μικρόβια κατασκηνώνουνε στο μουνί της. Αυτό που θέλει ο άντρας είναι μια κοπελίτσα νοστιμούλα, καθαρή, νοικοκυρεμένη, να του τον παίρνει με εγγύηση. Κι η Ελληνίδα διαθέτει όλα τα προσόντα. Μην κοιτάς που ένεκα η χρεοκοπία ξέπεσε στη λεγεώνα των ξένων. Τα κορίτσια μας κάνουνε μπαμ ότι δεν γεννηθήκανε γι’ αυτή τη δουλειά. Αφού και στο μπουρδέλο ακόμα, βαστάνε τα προσχήματα της καλής νοικοκυράς.
- Σιγά, γιατί ντρέπομαι κύριε Σήφη…
Και σβήνουνε πρώτα το φως, για να κατεβάσουνε το βρακί τους. Κι ούτε βρομόλογα, ούτε πολλά κουνήματα, ούτε εξτριμ στάσεις. Ιεραποστολικό, άντε και λίγο πισωκολλητό, μέχρις εκεί. Μιλάμε για σπιτικό γαμήσι!
Γι’ αυτό σου λέω ρε πατριώτη. Οι Ελληνίδες είναι το μέλλον του ευρωπαϊκού αγοραίου έρωτα. Μακράν και εκτός συναγωνισμού, από τις ξένες τι ψόφιες…»
Η Μαριλού από το Τολό, ωστόσο έχει τις δικές της ερμηνείες.
Η Μαριλού είναι Ρωμιά κουκλάρα 26 ετών, που κάμει πιάτσα τα δύο τελευταία χρόνια στη βία Βένετο, μαζί με τα άλλα κορίτσια του Μπρούνο.
Η Μαριλού συζούσε με τον Κώστα, ο οποίος πήγε και κρεμάστηκε σε μιαν ελιά, λίγο παραέξω από το Ναύπλιο, στα τριάντα τρία του χρόνια. Ο Κώστας είχε ένα μαγαζάκι με τουριστικά είδη στον κεντρικό εμπορικό δρόμο του Ναυπλίου αλλά τα λυκόρνια του δημοσίου, οι φοροεισπράκτορες, οι Δεητζήδες, οι δημοτικόμπατσοι, τον ξετίναξαν. Ο άνθρωπος έφτασε να χρωστάει στα διάφορα δημόσια τρεις φορές πιο πάνω από όσο άξιζε το μαγαζί του. Κι έδωσε μια και έφυγε δια παντός από αυτόν εδώ τον βρωμότοπο.
Κι είχανε κι ένα παιδάκι με τη Μαριλού.
Η κοπέλα έπαθε σοκ, όταν αντίκρυσε τον αγαπημένο της να αιωρείται στο κλαρί της ελιάς. Άφησε το παιδί της να της το προσέχει η μάνα της και ακολούθησε τον Μπρούνο. Ο οποίος Μπρούνο της έχει φερθεί κύριος και δεν έχει κανένα παράπονο μαζί του.
Η άποψη της έχει βαρύνουσα σημασία διότι ανήκει στα ίδια τα θύματα, τα οποία δεν τα ρωτάει ποτέ κανείς, όταν πρόκειται να μιλήσει για την πάρτη τους.
«Άκου ρε φίλε – άκου και γράφε… Κανένας μας δεν ήξερε πριν να γίνουνε όλα αυτά, το πόσο έτοιμος ήτανε ο Έλληνας για να πηδηχτεί! Άμα κάτσεις και το ψάξεις το πράγμα, θα δεις ότι εμείς όλοι στην Ελλάδα, είμαστε σαν τα πρεζόνια. Δεν αντέχουμε ούτε δευτερόλεπτο, χωρίς όλα αυτά τα άχρηστα πράγματα που τα βάναμε να ορίζουν τις ζωές μας. Παθαίνουμε πανικό έτσι και συλλογιστούμε ότι θα μας λείψει το κινητό, η τηλεόραση, τα μπουζούκια, η τσάρκα, το αυτοκινητάκι, το εξοχικό, το ξενοπήδημα, το σκι, τα θαλασσινά σπορ και το ξεσκί. Και είμαστε έτοιμοι να ξεπουλήσουμε τα πάντα, αρκεί να μας τάξουνε πως δεν θα υποφέρουμε, πως θα παίρνουμε κάθε μήνα το μισθό μας, πως δεν θα κινδυνεύσουνε οι καταθέσεις μας. Εννιά στους δέκα Έλληνες θα σου πούνε ότι το μόνο που επιθυμούν είναι να ξαναγυρίσουνε στο παλαιό καθεστώς, όπου τη βολεύαμε με δανεικά και πέρα βρέχει. Κι ούτε που τους απασχολεί το γεγονός ότι αυτή η κατάσταση δεν γίνεται να συνεχίζεται στον αιώνα τον άπαντα, κι ούτε καν καταλαβαίνουνε ότι δεν μπορείς να συντηρείς το φάντασμα ενός παραδείσου με δανεικούς αγγέλους κι ούτε τους νοιάζει καν, τι πρέπει να γίνει για να ξανασταθούμε όρθιοι στα πόδια μας. Όχι! Κι αν είναι να ψοφήσουνε οι μισοί Έλληνες για να την κουτσοβγάζουνε οι άλλοι μισοί, με γεια τους με χαρά τους. Κανένας δεν δίνει δεκάρα για τις αυτοκτονίες, για τα συσσίτια, για τους αστέγους, για τα παιδιά που πεινάνε, για τις γυναίκες που εκπορνεύονται. Πέφτει κάθε μήνα ο μισθουλάκος μου? Γαία πυρί μειχθήτω! Στ αρχίδια τους και αν τους πάρουνε ολόκληρη την Ελλάδα να την πουλήσουνε για οικόπεδα. Οι πρώτοι που θα αγοράσουνε είναι οι ίδιοι οι Έλληνες κι ας πρέπει να σηκώσουνε μετά στη γή τους Γερμανικές, Τουρκικές ή Αλβανικές σημαίες.
Στην Ελλάδα ρε φίλε, ξεπουλήσαμε τα πάντα. Ξεπουλήσαμε τα αμπέλια μας, ξεπουλήσαμε τα μαγαζιά μας, ξεπουλήσαμε τα σπίτια μας ξεπουλήσαμε τη γλώσσα μας, ξεπουλήσαμε την αξιοπρέπεια μας, ξεπουλήσαμε τα μνημεία μας, ξεπουλήσαμε την Ιστορία μας. Για το μουνί μας θα μας νοιάξει τώρα? Ε, λοιπόν, στο λέω εγώ η Μαριλού απ’ το Τολό, η πουτάνα των εθνών. Δεν κάνουμε τίποτα παραπάνω από όσα κάνει ο κάθε Έλληνας. Γαμιόμαστε από όλες τις τρύπες και μετά παραδίδουμε τις εισπράξεις στους νταβατζήδες μας. Το μόνο που μας νοιάζει είναι, πως όταν έρθει η ώρα και γίνει η στραβή, ο νταβάς μας, να δείξει τον διπλανό μας και όχι εμάς.
Γι αυτό ρε οι Ελληνίδες είμαστε οι καλύτερες πουτάνες της Ευρώπης. Γιατί δεν είμαστε μόνο πουτάνες στο κορμί, είμαστε πρώτα από όλα πουτάνες στην ψυχή...»
Ηθικόν δίδαγμα αδέρφια μου, δεν υπάρχει. Άλλωστε και να υπήρχε, θα το κοστολογούσαμε και θα το βγάζαμε στην πιάτσα. Για να λάβωμε λίγα δανεικά ακόμα, να τη βγάλωμε κι εφέτος και για αύριο έχει ο θεός. Άλλωστε ο δήμιος, για άλλη μια φορά, μπορεί να σημαδέψει κάποιον άλλον…
-----------------------------------------------------------------------
Όλα τα ονόματα του παροντος κειμένου είναι ψευδώνυμα και πάσα ομοιότης με πρόσωπα ή πράγματα της πραγματικότητας, είναι εντελώς συμπτωματική.
Άλλωστε στην Ελλάδα δεν υπάρχουν πια, ούτε πουτάνες αλλά ούτε και Έλληνες...
Λευτερης Πανούσης
Πηγη: