Νέα

Εφυγε από τη ζωή η Αννα Καλουτά

  • Μέλος που άνοιξε το νήμα mmarios
  • Ημερομηνία ανοίγματος
  • Απαντήσεις 15
  • Εμφανίσεις 2K
  • Tagged users Καμία
  • Βλέπουν το thread αυτή τη στιγμή 1 άτομα (0 μέλη και 1 επισκέπτες)

mmarios

Ενεργό Μέλος
Εγγρ.
7 Σεπ 2008
Μηνύματα
726
Κριτικές
9
Like
4
Πόντοι
606
Έφυγε από τη ζωή πλήρης ημερών η Ειρήνη - Άννα Καλουτά σήμερα το βράδυ. Η κηδεία της ηθοποιού θα πραγματοποιηθεί την προσεχή Τρίτη.
Η Άννα Καλουτά πρωτοεμφανίστηκε στο θέατρο σε ηλικία 4 ετών, όταν η
Μαρίκα Κοτοπούλη ανακάλυψε το ταλέντο τόσο το δικό της όσο και της
αδελφής της Μαρίας, και τις έβαλε να παίξουν σε Επιθεώρηση. Έκτοτε
έπαιξε σε όλα τα είδη του θεάτρου, ανάμεσα στα οποία οπερέττα , μουσική κωμωδία, ηθογραφία αλλά και τραγωδία - όμως, η φυσική της κλίση και το μεγάλο της φόρτε ήταν πάντα η Επιθεώρηση. Ερμηνεύοντας πλήρεις ρόλους από παιδική ηλικία, η Άννα Καλουτά εμφανίστηκε σε θέατρα όπως το Carnegie Hall, το Masonic
Temple της Βοστώνης, το Town Hall της Νέας Υόρκης και η Salle Gaveau του
Παρισιού και είχε συμπράξει με καλλιτέχνες όπως η Υμα Σουμακ
(στο Σικάγο), ο Μωρις Σεβαλιε (στην Κωνσταντινούπολη), η
Μιστενγκέτ, η Πατεσσού, η Λίλιαν Χάρβεϋ, ο Τινο Ροσι  και άλλοι.







 

ΣΚΡΟΥΝΤΖ

Μέλος
Εγγρ.
31 Ιουλ 2007
Μηνύματα
2.637
Κριτικές
7
Like
126
Πόντοι
16
καιρος δεν ητανε?αυτη ειχε πατησει τα 200
 

ΣΚΡΟΥΝΤΖ

Μέλος
Εγγρ.
31 Ιουλ 2007
Μηνύματα
2.637
Κριτικές
7
Like
126
Πόντοι
16
ε μικρη ηταν τοτε.εγω φατσικα την εκοβα απο 170 μεχρι 190 μαξ :grin: :grin:
 

Επισκέπτης
:rolleyes:
Αυτή πέρασε καλή και γεμάτη ζωή..
Εμείς τι κάνουμε..;...
:-
 

Παιχτουρας

Ενεργό Μέλος
Εγγρ.
12 Οκτ 2009
Μηνύματα
6.979
Κριτικές
37
Like
4
Πόντοι
296
Καλο ταξιδι, ας ειναι μαλακο το χωμα που θα σκεπασει αυτη την λαμπρη και εντονη Προσωπικοτητα της Ελληνικης κοινωνιας!!!!
 

!blis

Μέγας
Εγγρ.
27 Νοε 2009
Μηνύματα
9.739
Κριτικές
41
Like
3.041
Πόντοι
4.415
εκτακτη κυρια!!!
αιωνια η μνημη της!!!
 

prowler7

Σπουδαίος
Εγγρ.
10 Αυγ 2009
Μηνύματα
3.625
Κριτικές
29
Like
176
Πόντοι
2.945
εφυγε χορτασμενη απο ζωη,εμειριες και δοξα πιστευω...
της ελειπε πολυ η αδερφη της οποτε τωρα ξανασυναντηθηκαν....
ΖΩΗ ΣΕ ΜΑΣ.. :-
 

Angelus

Σπουδαίος
Εγγρ.
26 Φεβ 2009
Μηνύματα
7.504
Κριτικές
23
Like
424
Πόντοι
3.275
Rest In Peace!
 

S.F.E.

Μέλος
Εγγρ.
31 Ιαν 2008
Μηνύματα
1.002
Like
0
Πόντοι
16
΄΄ήμουν επικεφαλής με τη σημαία μπροστά΄΄


  [URL unfurl="true"]http://tvxs.gr/news/%CE%B8%CE%AD%CE%B1%CF%84%CF%81%CE%BF/%C2%AB%CE%AD%CF%86%CF%85%CE%B3%CE%B5%C2%BB-%CE%B7-%CE%AC%CE%BD%CE%BD%CE%B1-%CE%BA%CE%B1%CE%BB%CE%BF%CF%85%CF%84%CE%AC-%CE%B7-%CE%B1%CF%86%CE%AE%CE%B3%CE%B7%CF%83%CE%B7-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%B3%CE%B9%CE%B1-%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%BA%CE%B1%CF%84%CE%BF%CF%87%CE%AE-%CF%83%CF%84%CE%BF-%CF%81%CE%B5%CF%80%CE%BF%CF%81%CF%84%CE%AC%CE%B6-%CF%87%CF%89%CF%81%CE%AF%CF%82-%CF%83%CF%8D%CE%BD%CE%BF%CF%81%CE%B1[/url]

  Σας ευχαριστώ καταρχάς που δεχθήκατε να μας μιλήσατε.

    Εγώ ευχαριστώ που ήρθατε στο σπιτικό μου. Και κάθε χρόνο αυτή την ημέρα, την ηρωική ημέρα που την έχω ζήσει σαν κοριτσάκι, σαν η κυρία, μεγάλωνα σιγά σιγά, είναι κάτι που εγώ δεν μπορώ να ξεχάσω παρόλο τα τόσα χρόνια που υπήρξα στο θέατρο.

    Θέλω να μου πείτε που σας βρήκε αυτή η ηρωική μέρα.

    Η ηρωική μέρα όταν λέτε του πολέμου;

    Ναι, της κήρυξης του πολέμου.

    Η κήρυξη του πολέμου μας βρήκε στη Θεσσαλονίκη. Ήταν η πρώτη φορά που επιχειρούσαμε με την Μαρία να κάνουμε μια τουρνέ στην Ελλάδα. Δεν είχαμε βγει ποτέ. Ο κόσμος μας ήξερε από τις εφημερίδες και λίγο από το ραδιόφωνο. Αλλά πως ήταν οι φάτσες μας δεν μας ήξερε.

    Και έτσι αποφασίσαμε να κάνουμε μια μεγάλη τουρνέ και ξεκινήσαμε από τη Θεσσαλονίκη. Στη Θεσσαλονίκη λοιπόν, προφτάσαμε και παίξαμε Παρασκευή, Σάββατο, Κυριακή. Την Δευτέρα έρχεται ο συγγραφέας ο Σπυρόπουλος γιατί στο θίασό μας ακολουθούσε και αυτός για αλλαγές, για συμπληρώματα, για τέτοια πράγματα. Και μέναμε τότε στο MEDITERRANEAN, υπήρχε τότε ένα ξενοδοχείο, τώρα δεν υπάρχει. Και μας είπε πόλεμος.

    Πόλεμος; Πως θα γίνει πόλεμος. Ακόμα αυτό το συναίσθημα το έχω όταν μου είπαν πόλεμος. Πως γίνεται πόλεμος βρε παιδιά; Μέχρι τώρα τα ξέραμε από τα βιβλία, από το σινεμά, από τις διηγήσεις τις ιστορικές των διαφόρων κρατών και τέτοια. Και φυσικά δεν μπορούσαμε να παίξουμε. Κλείστηκαν όλα τα θέατρα.

    Φεύγουμε λοιπόν από το ξενοδοχείο, τότε ήταν και η μητέρα κοντά μας, φεύγουμε από το ξενοδοχείο και πηγαίνουμε στο θέατρο. Αλλά όλοι του θιάσου είχαν μαζευτεί στο θέατρο. Διότι δεν θα είχαμε λεφτά να πληρώσουμε τα ξενοδοχεία μας από εκεί και ήταν το εξής κωμικοτραγικό. Λέγαμε, εγώ θα πάρω την πρώτη σειρά και την δεύτερη. Εσύ θα πάρεις την πέμπτη και την έκτη, εσύ θα πάρεις την ογδόη και την ενάτη. Και τα κάναμε κρεβάτια, τρόπος του λέγειν, να κοιμηθούμε εκεί.

    Εγώ τότε ήμουν αρραβωνιασμένη και βέβαια καρδιοχτυπούσα για το νεαρό τι γίνεται. Πηγαίναμε λοιπόν στους στρατηγούς, δεν μας άφηναν να κατεβούμε κάτω. Λέει, πρώτα θα φύγουν οι στρατεύσιμοι και ύστερα οι πολίτες και όσοι είναι να καταταγούν.

    Εγώ δεν το άντεχα. Σηκώνομαι και φεύγω και πάω στο σταθμό μια μέρα και κάποια στιγμή βλέπω ένα συνάδελφο, τον Γιάννη, που έκανε τον Αρμένη πολύ γνωστός ηθοποιός. Είχε ξεκινήσει το τρένο, ρολάριζε. Γιάννη του λέω που πάς; Μου λέει τι θέλεις εδώ; Λέω θέλω να πάω στην Αθήνα, έλα μου λέει. Και ρολάροντας το τρένο με πιάσανε από τα χέρια με έναν άλλο κύριο με τράβηξαν επάνω, ήταν όπως το έλεγα εγώ βαγκόν κουπρί, ήταν 8 άλογα 16 άνθρωποι. Καθάρισαν λίγο κάτω με μια εφημερίδα και κάθισα και εγώ.

    Να σας ρωτήσω κάτι, πριν την κήρυξη του πολέμου ποια παράσταση ανεβάζετε; Και θέλω να μου πείτε λίγο και το κλίμα στις παραστάσεις, με τι ασχολούνταν η επιθεώρηση;

    Να σας πω, πριν κηρυχθεί ο πόλεμος η σάτιρα ήταν γενική και ήταν και πολύ ωραία δεν ήταν πρόστυχη όπως είναι σήμερα. Σήμερα κριτικάρουν έναν, του κάνουν τάχα ότι τον.. και τον κριτικάρουν πολύ άσχημα.

    Μάλιστα προχθές με ρώτησε ο Τέρενς που είχε έρθει εδώ, μου λέει πως τα βλέπεις; Λέω Τέρενς μου, στεναχωριέμαι όταν βλέπω να βγαίνουν στα παράθυρα και ο ένας να βρίζει τον άλλον. Δεν το θέλω.

    Μας βρήκε λοιπόν στο θέατρο ΜΟΥΝΤΙΑΛ με τη Σοφία Βέμπο και την Αλίκη, με τον Τραϊφόρο, ήταν κάτω στην Αθήνα. Αλλά συγνώμη, πρέπει να σας πω ότι με το τρένο κατέβηκα εγώ στην Αθήνα. Και μόλις μαθαίνει ο θίασος ότι εγώ κατάφερα και βρήκα τρόπο να φύγω ξεσηκώνονται όλοι και έρχονται στον σταθμό.

    Σε κάποιο σταθμό ακούμε που λέει δεν πάει αυτό το τρένο στην Αθήνα, πάει το άλλο. Και πηδάμε τη νύχτα από εκεί που είμαστε και μπαίνουμε στο άλλο. Και κάνουμε το πρωί έτσι και βλέπουμε την μητέρα μου, το θίασο, τη Μαρία, τους ηθοποιούς, την ορχήστρα. Είχαμε μπει σε εκείνο που μπήκαν αυτοί μετά από εμάς.

    Βέβαια στο δρόμο έγιναν πολύ ωραίες σκηνές. Ήταν μαζεμένος ο κόσμος, μαθαίνανε ότι περνούσε η Καλουτά, φωνάζανε να ζήσετε, πατρίδα, και τέτοια. Και έτσι φτάσαμε στην Αθήνα και μπήκαμε στο θέατρο Μακέδου, τώρα δεν υπάρχει. Τότε ήταν το μεγαλύτερο θέατρο των Αθηνών. Μπήκαμε στο θίασο αυτό, Βέμπο, Τραϊφόρος, Κοκκίνης, Αυλωνίτης, Μακρής, Λαζαρίδου, εμείς, ένας πολύ μεγάλος θίασος. Γιατί αυτό το θέατρο, αν έπαιζες σε αυτό σου έλεγε ότι α, είναι μεγάλος ηθοποιός, του Μακέδου, καλός άνθρωπος.

    Και μας βρήκε ο πόλεμος και βάζαμε επιθεωρήσεις πολεμικές. Και εκεί μπαίνανε τα τραγούδια, το κορόιδο Μουσολίνι, βάζει ο Ντούτσε τη στολή του, πατρίδα μου γλυκιά άντε στο καλό και η Παναγιά μαζί σου, όλα αυτά και άλλα. Και ήταν μια ηρωική εποχή. Αν δεν υπήρχαν τα σπίτια που έχαναν τους δικούς τους δεν θα υπήρχε ωραιότερη εποχή. Ο ένας κοίταζε τον άλλο και τα μάτια μας γελούσαν. Δεν είναι σαν σήμερα που ο ένας πάει να βγάλει το μάτι του άλλου και να πει κακή κουβέντα. Εκεί ήταν, τον γνώριζες δεν τον γνώριζε, άντε παιδί μου που πας; Φεύγω αύριο, στο καλό η Παναγιά μαζί σου.

    Και είχαν έρθει τότε και οι Εγγλέζοι. Και μάλιστα τον Εγγλέζο τον σήκωσαν στα χέρια. Αυτός λοιπόν βαστούσε ένα τσαρούχι στο χέρι του. Ήθελε να πει ότι η Κορυτσά έπεσε, αλλά δεν μπορούσε να το πει. Και έλεγε κορίτσι μπουμ, και χτύπαγε το... Είχαμε πολλά ωραία επεισόδια.

    Όταν στο θέατρο μαθαίναμε ότι κάποια πόλη από την Αλβανία έπεφτε, η Κορυτσά, η Πρεμετή, οι ’γιοι Σαράντα, όλα αυτά, σταματούσε η παράσταση και βγαίναμε όλοι οι ηθοποιοί στη σκηνή και τραγουδούσαμε τον εθνικό ύμνο. Και σηκωνόταν ο κόσμος όρθιος και τραγουδούσε μαζί μας. Ήταν στον πόλεμο ηρωική εποχή.

    Μετά βέβαια το 1941, ήρθε το φρικτό 1941 που ο κόσμος πέθαινε από την πείνα. Έβλεπες γνωστούς ανθρώπους και δεν τους γνώριζε γιατί είχε κατέβει ο λαιμός τους είχε πάει εκεί σαν αγελάδα, από την πείνα. Οι άνθρωποι πουλάγανε, μόνον τον εαυτό μας που δεν πουλούσαμε. Η μητέρα μου και εμείς δεν ταλαιπωρηθήκαμε από φαί; Γιατί; Γιατί η μάνα πούλαγε, ότι είχαμε. Κοσμήματα, πιάνο, ταμπλό. Όταν άκουγε και έλεγε αυτός έχει ένα αυγό, φέρε το αυγό εδώ. Αυτός έχει αλεύρι, φέρτο. Γιατί ήμασταν επάνω στην ανάπτυξη και τότε τα θέατρα τελειώνανε νωρίς. Και έπρεπε ορισμένη ημερομηνία να βρεθούμε μέσα κλεισμένοι. Γιατί υπήρχε η πολιτοφυλακή, μας έβαζαν μέσα.

    Μετά όταν ήρθε η κατοχή εκεί ήταν το δράμα, διότι 11 η ώρα ακουγόταν η κανονιά και αν σε έβρισκε ο Γερμανός ή ο Ιταλός στο δρόμο ή σε συλλάμβανε ή έπεφτε ξύλο και γροθιές, τέτοια πράγματα.

    Δηλαδή τι ώρες λειτουργούσε το θέατρο;

    Λειτουργούσε από τις 16:00 με 19:00 και 20:00 με 22:00.

    Ο κόσμος ερχόταν;

    Γεμάτα ήταν τα θέατρα. Γιατί τον καιρό εκείνο δεν μπορούσαν να πάνε στο εξωτερικό να ταξιδέψουν. Αν ταξίδευαν θα ταξίδευαν σε κανένα χωριουδάκι. Θα ήταν κάποιος που θα είχε ένα κτηματάκι, ένα χωραφάκι και πήγαινε και έφερνε αλεύρι, έφερνε φρούτα. ’σε που τα έπαιρναν οι Γερμανοί και δεν μας άφηναν τίποτα.

    Με τους Ιταλούς περνούσαμε καλά, ήσαν άνθρωποι. Και θα έχετε ακούσει αυτό που λένε, ούνα φάτσα ούνα ράτσα. Για αυτό όταν έπεσε η Ιταλία πολλά σπίτια ελληνικά έκρυψαν Ιταλούς. Διότι στη μεγάλη πείνα οι Ιταλοί έδιναν το μερίδιό τους στα παιδιά, σε σπίτια, φτωχούς. Ενώ ο Γερμανός σου έσπαγε το χέρι.

    Είχα δει, θυμάμαι, σκηνή που ένα παιδάκι έψαχνε στα σκουπίδια να βρει κάτι να φάει και του παίρνει ο Γερμανός το χέρι και του το σπάει. Δεν αφήνανε τίποτα, σκουπιδόχορτο, τα έπαιρναν όλα ότι ερχόντουσαν να τραφεί ο γερμανικός στρατός. Και αν βρίσκαμε εμείς να φάμε βρήκαμε.

    Όσοι πεθαίνανε το 1941 δεν υπήρχε αυτοκίνητο, νεκροφόρα να τον πας να τον θάψεις. Τον έβαζαν σε αυτά τα καροτσάκια με τα χέρια και τους πήγαιναν τότε.

    Αυτή η πείνα είχε επιπτώσεις στο θέατρο;

    Καμία. Το 1941 ταλαιπωρηθήκαμε πολύ. Από το 1942 και έπειτα οι Έλληνες είχανε μάθει την τέχνη της μαύρης αγοράς.

    Για μιλήστε μου για αυτό.

    Ναι, η μαύρη αγορά χάλαγε κόσμο τότε. Αν ήθελες να πιάσεις λεφτά γινόσουνα μαυραγορίτης. Έπειτα υπήρχαν και σπίτια με χρήματα και πουλούσαν όπως η Μαρίκα η Κοτοπούλη, θυμάμαι, ότι πούλησε όλα της τα κοσμήματα και τα βρήκε επάνω σε μια κοπελίτσα, να μην την βρίσουμε την κακομοίρα τη δουλειά της έκανε και αυτή, που είχε δεσμό με έναν Γερμανό, με έναν Ιταλό και τα πήρε και τα βρήκε στο χέρι της.

    Δεν μας επέτρεπαν να κάνουμε σάτιρα ελληνική. Γιατί μόλις άκουγαν α, η πατρίδα, η ελληνική σημαία, η γαλάζια θάλασσα, ο γαλάζιος ουρανός, ξεσπούσαν σε χειροκροτήματα και επευφημίες. Και αυτοί ψυλλιαζόντουσαν γιατί στο θέατρο ερχόντουσαν πάρα πολλοί Γερμανοί και πάρα πολλοί Ιταλοί. Δεν καταλάβαιναν τίποτα. Ακούγανε τους άλλους που χειροκροτούσανε, χειροκροτούσανε και αυτοί από πίσω.

    Ήσαν οι πιο καλοί θεατές βέβαια, ήταν τυπικοί. Ενώ οι δικοί μας, προτού κλείσει η αυλαία ο ένας πηδούσε από τον άλλον ποιος θα βγει πρώτος από εκεί. Δεν μας επέτρεπαν, λοιπόν, να κάνουμε σάτιρα ελληνική. Και τα περισσότερα θέατρα αναγκάστηκαν να βγάλουν τις επιθεωρήσεις και να παίζουν έργα. Ας πούμε ο Μουσούρης έπαιζε, έβγαλε το έργο και έβαλε σκετς. Κομμάτια, κομμάτια, κομμάτια. Τα επιθεωρησιακά θέατρα όπως ήταν ο Μακέδος όπως και κάποιο άλλο ακόμα, έκαναν την ίδια δουλειά.

    Υπήρχαν οι προδότες που τους είχαν οι Γερμανοί και τους έλεγαν, πως, τι, γιατί χειροκροτεί ο κόσμος και γιατί τούτο και γιατί το άλλο. Θυμάμαι ένα περιστατικό δικό μου που ήρθε η γερμανική γκεστάπο και μου απαγόρευσε να φοράω τη στολή του τσολιά. Εγώ λοιπόν του τσολιά δεν την έβγαζα. Μια, δυο, τρεις έρχονται ένα βράδυ οι Γερμανοί αυτοί με τα πλακάτ, ερχόντουσαν για σύλληψη. Προφταίνει ένας ταξιθέτης και με ειδοποιεί και πίσω στην πλάτη της σκηνής υπήρχε ένα παράθυρο που ήταν χαμηλά. Αυτό το παράθυρο άνοιξα εγώ και πήδηξα, αλλά το θέμα ήταν κωμικοτραγικό γιατί έβλεπες ένα τσολιαδάκι μέσα στη νύχτα να τρέχει και να μην ξέρω που πάω από εκεί.

    Και άλλα τέτοια. Σκοτώσανε και ηθοποιούς. Σκοτώσανε τον Κάση, σκοτώσανε έναν δυο που τους έπιασαν να έχουν μηνύματα, να στέλνουν στο ΕΑΜ. Εμείς σε όλη την κατοχή ήμασταν στο ΕΑΜ και μια φορά την εβδομάδα δίναμε παράσταση. Ήταν ο μεγάλος θίασος των ΑΣΣΩΝ. Δηλαδή ’ννα, Μαρία Καλουτά, Φιλιππίδης, Αυλωνίτης, Κοκκίνης, Μαυρέας και μας έγραφε έργο ο Αλέκος Σακελάριος. Δίναμε λοιπόν μια φορά την εβδομάδα δίναμε και στέλναμε τα λεπτά επάνω στο ΕΑΜ.

    Όπου κάποια μέρα βέβαια μας πήραν χαμπάρι. Ήρθαν στο θέατρο, εμείς κάναμε τις πάπιες, δεν ξέρουμε. Και ευτυχώς μας έσωσε ένας πολύ μεγάλος δημοσιογράφος, δεν θα πω το όνομά του γιατί εργαζόταν με τους Γερμανούς με την καλή έννοια, έκανε καλά. Τράβηξε τη δικογραφία και έτσι γλιτώσαμε εκείνη την περιπέτεια με τους Γερμανούς.

    Ουσιαστικά δηλαδή έβγαλε τη δικογραφία και ξεχάστηκε από τους Γερμανούς.

    Την έσκισε, δεν υπήρχε. Γιατί υπήρχαν και οι κακοί Έλληνες που πρόδιδαν. Φορούσαν τη μάσκα και πρόδιδαν, εσύ, εσύ, εσύ.

    Τα λεγόμενα τάγματα ασφαλείας;

    Όχι, δεν ήταν αυτά. Τα τάγματα ασφαλείας ήταν αυτοί ή ήταν μετά; Όταν δε τελείωνε το θέατρο συγκοινωνία δεν υπήρχε. Υπήρχαν τα γκαγκοζέμ, μερικά, που κυκλοφορούσαν με πετρέλαιο. Και τα τότε ταξί, τα αυτοκίνητα, είχαν μαρσπιέ. Είχαν το σκαλοπάτι, πατούσες και έμπαινες μέσα. Λοιπόν, τρέχαμε όλοι να προλάβουμε το γκαγκοζέμ.

    Μπαίναμε μέσα όσοι έμπαιναν και πόσοι κρεμασμένοι απέξω. Κάποια βραδιά σπάει το μαρσπιέ, το σκαλοπάτι, κάτω όλοι βρεθήκαμε, είχαμε και κωμικά. Όταν δεν μπορούσαμε να βρούμε συγκοινωνία πηγαίναμε φυσικά με τα πόδια. Και το τραγικό ήταν ότι άκουγες μέσα στη νύχτα τακ, τακ, τακ, τα βήματά μας. Και λέγαμε, Βασίλη εσύ είσαι; Ο Αυλωνίτης. Κορίτσια εσείς είσαστε; Ναι.

    Ο Αυλωνίτης καθόταν τέρμα Πατησίων. Η Γεωργία η Βασιλειάδου τέρμα Πατησίων. Εμείς στην πλατεία εδώ πιο πάνω, Φωκίωνος Νέγρη. ’λλοι ηθοποιοί. Και προφταίναμε ως τις 23:00 να μην είναι κανείς έξω. Αφήστε δε όταν έπεφτε βροχή και χαλάζι που φτάναμε σπίτι μας μούσκεμα. Και εκεί η μάνα μας, η καλή μάνα στις περιπτώσεις αυτές στάθηκε σαν μάνα σωστή. Πούλαγε, πούλαγε, πούλαγε, χαλιά, κάδρα, πιάνα, κοσμήματα, ότι είχαμε τα πούλαγε γιατί ήμασταν και πάνω στην ανάπτυξη.

    Και τους μαυραγορίτες τους ξέρατε, ήταν γείτονές σας;

    Και βέβαια τους ξέραμε. Και εγώ μπορεί να ήμουν μαυραγορίτισα αν είχα ένα χωραφάκι στο χωριό. Και έλεγε λοιπόν, θα πάω στο χωριό. Βρε εσύ τι θα φέρεις; Να έρθεις σε εμένα πρώτα να μου φέρεις ή αλεύρι ή ζάχαρη ή τα φασολάκια ή τα φρούτα, όλα αυτά τα πράγματα.

    Και όταν έπεσε η Ιταλία πολλοί Έλληνες έκρυψαν τους Ιταλούς, οι οικογένειες. Και μετά από καιρό μάθαμε ότι η τάδε κοπελιά παντρεύτηκε έναν Ιταλό και την πήρε στην Ιταλία. Είχαμε πολλά τέτοια αισθηματικά. Δηλαδή αν εμείς οι Έλληνες περνούσαμε με τους Ιταλούς στην κατοχή θα ήμασταν πάρα πολύ καλά. Αλλά δεν περνούσαμε, περνούσαμε με τους Γερμανούς.

    Που αυτοί δεν ήταν καλοί.

    Όχι, οι Γερμανοί ήσαν σκληροί. Οι Ιταλοί δεν σκοτώσανε παρά μονάχα έναν, τον Θανάση το Σκούρα. Ο Σκούρας ήταν ανιψιός του Σκούρα που είναι στην Αμερική, της ΦΟΞ. Και αυτό γιατί τους πίεσαν οι Γερμανοί και τον πήραν χαμπάρι ότι ήταν στην αντίσταση και τον σκότωσαν. Έναν μόνον σκοτώσανε, ειδάλλως από αυτή την άποψη δεν ταλαιπωρούσαν.

    Ή αν σε έπιαναν τη νύχτα το πολύ πολύ τους έδιναν ένα χαστούκι και τους άφηναν τους Έλληνες.
 

S.F.E.

Μέλος
Εγγρ.
31 Ιαν 2008
Μηνύματα
1.002
Like
0
Πόντοι
16
    Ενώ οι Γερμανοί ήταν πολύ σκληροί και απάνθρωποι;

    Οι Γερμανοί ήταν σκληροί. Ή σε έπιαναν ή σε κάνανε λιώμα στο ξύλο και σε έβρισκαν την άλλη μέρα το πρωί. Οι Ιταλοί όχι, δεν ήταν έτσι.

    Να σας ρωτήσω. Υπήρχε το φαινόμενο ηθοποιοί, χορεύτριες να συνάπτουν σχέσεις με Γερμανούς για να μπορέσουν να ζήσουν;

    Με Γερμανούς όχι, δεν τα έφτιαχναν. Με Ιταλούς. Με Γερμανούς δεν θυμάμαι καμία Ελληνίδα. Αλλά με Ιταλούς θυμάμαι πολλές κοπέλες. Ήταν μια, μπορεί να έχει πεθάνει ας μην πούμε το όνομά της, χορεύτρια.

    Αυτή τα είχε με τον Ερνέστο. Τα έφτιαξε. Αλλά δεν της αρκούσε έναν, ήθελε να έχει και άλλον για να παίρνει περισσότερα τρόφιμα από εκεί. Και την παίρνει χαμπάρι ο Ερνέστο και μόλις βγαίνει έξω για να πάει στον άλλον, νταπ, νταπ, της τις δίνει με το πιστόλι και αυτοκτονεί. Και την χτύπησε εδώ, την χτύπησε στην κοιλιά και κατάφερε και επέζησε. Αυτή επέζησε. Μετά παντρεύτηκε, έγινε καλά και παντρεύτηκε έναν Αμερικάνο. Mrs Trimpton λεγόταν, τώρα δεν ξέρω αν ζει.

    Πριν πολλά χρόνια έπαιρνε τηλέφωνο καμιά φορά, μιλάγαμε. Τι κάνεις βρε Μπέλα της έλεγα, καλά. Τώρα δεν ξέρω τι γίνεται. Έχουν περάσει πολλά χρόνια.

    Ο δικός σας αρραβωνιαστικός που για αυτόν κατεβήκατε στην Αθήνα;

    Μόλις τον πρόλαβα δυο ώρες, έφευγε. Εκείνη την ώρα έφευγε, μόλις τον πρόλαβα.

    Ήσασταν μαζί και μετά τον πόλεμο;

    Ναι, ήμασταν μαζί και μετά τον πόλεμο. Αλλά ήταν ένας έρωτας παιδικός. Δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Ποτέ δεν ολοκληρώθηκε γιατί ήμασταν πολύ νέοι. Εγώ ήμουν 13 με 14, εκείνος ήταν 17. Φαντάρος ακόμα δεν είχε πάει, μετά αρχίσαμε και μεγαλώναμε, βλέπαμε αλλιώς τη ζωή.

    Κατά την διάρκεια της κατοχής και μέχρι την απελευθέρωση που θα μου πείτε σε λίγο, πόσα θέατρα λειτουργούσαν;

    Πολλά. Προπολεμικά δεν υπήρχαν 104 θέατρα, ήταν 6. Η επιθεώρηση του Μακέδου που ήταν το μεγάλο θέατρο, της Κοτοπούλη, η Οπερέτα του Οικονόμου και του Παπαϊωάννου και ο Αργυρόπουλος. Ήταν πολύ λίγα τα θέατρα. Τώρα εδώ όπου παράγκα, όπου τρύπα είναι θέατρο. Τότε δεν ήταν.

    Τα ίδια θέατρα έμειναν και κατά την διάρκεια της κατοχής;

    Βεβαίως. Σου είπα ότι άλλαξαν το είδος της επιθεωρήσεως και το έκαναν ή σκετς ή οπερέτα ή μουσική κωμωδία.

    Κάτι ανώδυνο τέλος πάντων.

    Ναι, αυτό το είδος ήταν ιστορία. Ιστορία μιας αγάπης, τέτοια πράγματα, δεν ήταν πολιτικά. Ενώ η επιθεώρηση είχε πολιτικά. Έβγαινα εγώ με την φουστανέλα και με το τσαρούχι, χάλαγε ο κόσμος. Εγώ δεν καταλάβαινα τίποτα. Περνούσα από την πασαρέλα και τους το κούναγα στη μύτη, γιατί ήμουν και εγώ μικρή. Κάποτε υπήρξα και εγώ μικρή.

    Και όταν ήρθε η απελευθέρωση εκεί αγριέψαμε όλοι. Καλοί, κακοί, μορφωμένοι, αμόρφωτοι. Ο αδελφός έσφαζε τον αδελφό του. Ο πατέρας έσφαζε το γιο, η μάνα πρόδιδε τον έναν της γιο γιατί ήταν στο ΕΑΜ και ο άλλος ήταν στο ΕΔΕΣ. Και αρχίσανε οι συλλήψεις οι φοβερές.

    Βέβαια εγώ είχα μια τρομερή εμπειρία πάνω σε αυτό και τρομερή ιστορία που δεν την έχω πει ποτέ. Θα την πω τώρα επειδή μιλάμε για εκείνα τα χρόνια. Όπως σας είπα ότι εμείς στην κατοχή κάναμε παραστάσεις για το ΕΑΜ. Ήρθαν λοιπόν, μια μέρα κατεβαίνει ο Ζέρβας. Ο Ζέρβας υπήρξε πολύ φίλος του πατέρα μου και μια ομάς ηθοποιών πήγαμε να του πούμε καλωσόρισες. Και μάλιστα εγώ ήμουν πρώτη σύμβουλος στο σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών. Και θυμάμαι ότι έβγαλε και μου έδωσε για το Σωματείο, για τους φτωχούς ηθοποιούς, δεν θυμάμαι πόσες λίρες χρυσές. Βέβαια εγώ τις έδωσα γιατί τότε Πρόεδρος ήταν ο Δενδραμής, Αντιπρόεδρος ο Τάκης ο Χορν, ταμίας εγώ, ο Γλινός ο γραμματεύς.

    Και άρχισαν τα φαγώματα. Αυτός είναι Βασιλικός, ο άλλος είναι ΕΑΜίτης. Εγώ όμως με το αγαθό που με διέκρινε, γιατί ήμουν πολύ αγαθό, έλεγα καλά να με πειράξει αυτός γιατί; Του έκανα τίποτα, με ξέρει, δεν με ξέρει; Ενώ μου έλεγαν, φορούσα μια κονκάρδα του ΕΑΜ από εδώ και μια κονκάρδα του ΕΔΕΣ.

Στις καταπληκτικές παρελάσεις που γινόντουσαν τον καιρό εκείνο, το 1944 ή 1945, εγώ ήμουν επικεφαλής με τη σημαία μπροστά. Και μπροστά οι Γερμανοί να φεύγουν. Λίγο αν ρίχναμε μια τουφεκιά θα μας καθάριζαν όλους. Εγώ δεν καταλάβαινα, είχα άγνοια κινδύνου. Και άλλοι ηθοποιοί εκεί με τη σημαία μπροστά.

    Μάλιστα υπάρχει αυτό το ντοκουμέντο. Και κάθε φορά με την απελευθέρωση το βάζουν και βλέπω πως ήμουν το 1945, με τη σημαία. Είχα στα μαλλιά μου 4 σημαιάκια, αμερικάνικα, εγγλέζικα, ρώσικα και γαλλικά.


    Μετά από λίγο καιρό όταν είδε το ΕΑΜ ότι εγώ έχω και το ΕΔΕΣ, έμαθαν ότι πήγαμε στον Ζέρβα, πηγαίνανε στα σπίτια και έπιαναν όσοι ήσαν αντιφρονούντες. Πιάσανε την Παπαδάκη, της οποίας Παπαδάκη η ιστορία είναι γνωστή. Είχε σώσει 40 γιατί είχε μεγάλη επιρροή στον Πρωθυπουργό τότε το Ράλλη, πήγαινε και παρακαλούσε η γυναίκα. Είχε σώσει 40, δεν κατάφερε να σώσει έναν και την έγραψαν στου διαόλου τα κατάστιχα.

    Πιάσανε την Παπαδάκη, μετά την βρήκαμε σχεδόν ημίγυμνη και της κάναμε την κηδεία. Υπάρχουν φωτογραφίες. Έχω φωτογραφίες που είμαι εγώ μπροστά που την κρατάω και δεξιά μου ο Κώστας ο Μουσούρης. Πιο κάτω φαίνεται η Μελίνα, πιο αριστερά είναι η Μαρίκα η Νέζερ, όλοι οι ηθοποιοί πήγαμε. Και τέλος η ιστορία. Όπου μία μέρα είχε κατεβεί η υπηρεσία μας κάτω μήπως υπάρξει κανένα λάχανο, κανένα κουνουπίδι. Και ανεβαίνει με τη γλώσσα έξω και μου λέει, κυρία ’ννα σηκωθείτε, ήρθαν να σας πιάσουν, η πολιτοφυλακή.

    Εγώ πηδάω, που να πάω, που να πάω, μπαίνω στην τουαλέτα που είχε ένα παράθυρο. Και πηδάω από το παράθυρο και είμαι κρεμασμένη στο λούκι. Από εκεί. Είχε έρθει και μια συνάδελφο, η Δέσποινα η Παναγιωτίδου. Μόλις μπήκαν μέσα αυτοί λέει τι είναι παιδιά μου, τι θέλετε; Που είναι, γιατί πήγε στον Ζέρβα και δεν πήγε στο Σαράφη; Λέει, δεν πήγε. Πήγαν ορισμένοι ηθοποιοί και επειδή ήταν και φίλος του πατέρα της. Ναι, λέει και της φίλησε το χέρι. Γιατί ο Ζέρβας μου φίλησε το χέρι εκείνη την ώρα. Και προηγουμένως είχε έρθει σπίτι μου, του είχαμε κάνει το τραπέζι όλοι του ΕΔΕΣ. Τα είχαν μάθει όλα αυτά και ήρθαν σε εμένα.

    Να κλαίει η μητέρα, λέει, γιατί τι σας έκαναν τα παιδιά μου; Εδώ πέρα λέει στη κατοχή με τους Γερμανούς και έδιναν παραστάσεις για να βοηθάνε τις οικογένειες των ανταρτών των δικών μας που ήσαν στα βουνά επάνω. Και εκεί της είπαν γιατί πήγε στο Ζέρβα και δεν ήρθε σε εμάς. Και τέλος πάντων φεύγουν. Μόλις φεύγουν με ξεκρεμάνε εμένα από το λούκι, μου βάζουν ένα παλιό παλτό, μου δένουν το πρόσωπο με ένα μπαμπάκι, γιατί τον καιρό εκείνο εγώ ήμουν μαρκ ντε ποζέ, όταν έβλεπες τη μύτη μου και το προφίλ μου έλεγε α, η Καλουτίτσα είναι αυτή.

    Παίρνει και ένα παλτό η Δέσποινα η Παναγιωτίδου η ηθοποιός στο χέρι πως τάχα είμαι πληγωμένη και με περνάει επάνω στο Κολωνάκι που ήταν η ελεύθερη ζώνη. Εκεί ο Θεός να αγιάσει τα κοκαλάκια της Μελίνας, με μάζεψε από το δρόμο που δεν είχα που να πάω και με φιλοξένησε στο σπίτι της επί ένα μήνα. Με τάιζε, με πότιζε επί ένα μήνα. Και είχε διαθέσει και το σπίτι της για τους πρόσφυγες, στην Ακαδημίας, είχε μεγάλο σπίτι εκείνη.

    Την μητέρα την πήρε ο μπάρμπας μας ο Πλυτάς, ο Δήμαρχος τότε είναι παππούς μας. Η ’ννα η Καλουτά η πραγματικά γιατί εγώ είμαι η Ειρήνη, δεν είμαι η ’ννα, η ’ννα η Καλουτά ήταν αδελφή του. Θα μου πεις πως βγήκα εγώ η Αννούλα; Αχ, η μικρή Αννούλα να κάνουν κομπλιμέντο στη γιαγιά γιατί ήταν από τη Σύρο αρχοντοοικογένεια με τα λαντό της, με τις υπηρεσίες της κλπ. και μου έμεινε η Αννούλα εμένα.

    Επομένως κυρία Καλουτά τρέχατε κατά την διάρκεια της κατοχής.

    Η Μαρίκα είχε αποκλειστεί και αυτή επάνω σε ένα άλλο σπίτι.

    Θέλω να πω ότι τρέχατε κατά την διάρκεια της κατοχής να σωθείτε από τους Γερμανούς, τη Γκεστάπο, τρέχατε μετά να γλιτώσετε και από τους Έλληνες.

    Αυτό είναι το τραγικό. Ότι όλοι δουλεύαμε για το ΕΑΜ και για τους φαντάρους μας επάνω που πολεμούσαν. Και τους ελεύθερους σκοπευτές και τους αντάρτες. Αλλά όταν έγινε η απελευθέρωση το ΕΛΑΣ, το ΕΑΜ ΕΛΑΣ ήταν πολύ άγριο. Ήταν πάρα πολύ άγριο.

    Βλέπατε στις παρελάσεις κάτι γιαγιούλες, κάτι υπηρέτριες, κάτι αλανιάρηδες και τους έλεγαν το βλέπεις αυτό το σπίτι; Αυτό είναι δικό σου να πας να το πάρεις. Και έτρεχαν οι κακόμοιροι, τους έλεγαν ότι είναι δικό τους. Και όλοι όσοι έζησαν την εποχή εκείνη θα θυμούνται πόσο επώδυνο ήταν για την Ελλάδα αυτή η υπόθεση.

    Θέλω να σας ρωτήσω, ένα εισιτήριο θεάτρου πόσο κόστιζε;

    Είχαμε τον πληθωρισμό. Δηλαδή, τα εισιτήρια κανονικά ήταν 50 δρχ. η πρώτη σειρά και 25 ήταν η πρώτη θέση. Όταν κηρύχθηκε ο πόλεμος αλλάξανε τα πράγματα. Με 1000 δρχ. έπαιρνες ένα ζευγάρι κάλτσες. Για αυτό σας είπα προηγουμένως ότι ανθρώπους που τους ξέραμε δεν τους γνωρίζαμε από την πείνα. Αλλά μετά το 1942 έφτιαξαν τα πράγματα λόγω μαύρης αγοράς. Και ο καθένας ότι και αν είχε το πούλαγε και έτρωγε και δεν πέθαινε. Υπήρχαν και άλλοι που δεν είχαν και πεθαίνανε.

    Το εισιτήριο του θεάτρου επειδή ανεβαίνανε τα εισιτήρια και δεν ήταν δυνατόν να ζήσει ένας ηθοποιός με το κατοστάρικο ή το πενηντάρικο, έγινε συμφωνία οι ηθοποιοί να πληρώνονται με τα εισιτήρια. Δηλαδή, κάθε 10 λεπτά το εισιτήριο ανέβαινε και είχε φτάσει στο τρισεκατομμύριο. Και όταν πηγαίναμε να πληρωθούμε βγαίναμε με μια εφημερίδα τόση και έλεγαν παιδιά πήγαμε για κρέας. Τόσο πολύ.

    Οι πρωταγωνιστές ας πούμε παίρναμε 25 εισιτήρια, οι δεύτεροι παίρνανε 10, οι τρίτοι παίρνανε 5. Αλλά δεν ήταν δυνατόν να ζήσεις με τα λεφτά τα προπολεμικά. Θυμάμαι ένα έργο που έπαιζα με τον Κοκκίνη και τον Αυλωνίτη στον πόλεμο και έκανα μια χήρα. Και έπρεπε να βάλω μαύρες κάλτσες και πήγα να αγοράσω, τις πλήρωσα 1000 δραχμές.

    Το ψωμί πόσο είχε;

    Εξαρτάται. Ψωμί όχι, μπομπότα. Ψωμί να βρεις; Αλεύρι να βρεις; Σκουπόψωμο. Από της σκούπας τα πραματάκια, τρώγαμε. Και τρώγαμε σκουπιδόψωμο, μπομποτόψωμο. Και αν βρισκόταν ψωμί, χαράς ευαγγέλια τι γινόταν.

    Θυμόσαστε κάτι άλλο που πρέπει να μας πείτε;

    Θυμάμαι ότι όταν ελευθερωθήκαμε πια, ανοίξαμε και εμείς τα φτερά μας και πήγαμε στο εξωτερικό να κάνουμε το πρώτο ταξίδι μας. Και από εκεί ταξιδεύαμε συνέχεια, συνέχεια, επί 15 χρόνια. Για αυτό εγώ δεν έχω γίνει σταρ. Σταρ είναι αυτές ή αυτοί που παίζουν σινεμά. Εγώ ήμουν βεντέτα του θεάτρου. Εγώ είχα γυρίσει πολύ λίγες ταινίες, 14. Και άλλοι γύριζαν 60, 70.

    Η συχωρεμένη η Αλίκη, η Τζένη Καρέζη, η Ζωίτσα η Λάσκαρη, η ’ννα η Φόνσου, ο Κωνσταντάρας, όλοι αυτοί, γυρίζανε αράδα. Αλλά εγώ δεν είχα γυρίσει γιατί ταξιδεύαμε.

    Εσάς σας άρεσε όμως πιο πολύ το θέατρο.

    Όχι μου άρεσε, το παντρεύτηκα. Με είχαν ζητήσει αξιόλογοι άνθρωποι να παντρευτώ. Και εγώ αγαπούσα το θέατρο και πολλές φορές πείραζα τη μάνα μου και της έλεγα επειδή είχα λατρεία και στο αυτοκίνητο, είμαι η πρώτη σοφερίνα 17 χρονών και φερόμουν 5 χρόνια μεγαλύτερη από την αδελφή μου για να φτάσω τα 19 να πάρω άδεια οδηγού. Φερόμουν 5 χρόνια μεγαλύτερη από την αδελφή μου.

    Μου είπατε ότι στον πρώτο εκείνο θίασο στη Θεσσαλονίκη, στη πρώτη περιοδεία που κάνατε για να σας
    γνωρίσει ο κόσμος ήταν μαζί σας και η Βέμπο.

    Όχι, στη Θεσσαλονίκη δεν ήταν η Βέμπο. Η Βέμπο ήταν όταν κατεβήκαμε κάτω και πήγαμε στο ΜΟΥΝΤΙΑΛ στου Μακέδου που ήταν το μεγαλύτερο θέατρο και που έπαιζαν οι πιο σπουδαίοι και τρανοί. Αν έπαιζες στου Μακέδου ήσουν καλός ηθοποιός.

    Η Βέμπο πότε έφυγε;

    Η Βέμπο έφυγε στην κατοχή. Η Βέμπο τραγουδούσε το «Ελλάδα και πάλι Ελλάδα», στο Αθήνα λοιπόν χάλαγε ο κόσμος. Και έρχονται οι Γερμανοί και της το κόβουν το τραγούδι. Εκεί πλέχτηκε το ειδύλλιο Βέμπο, Τραϊφόρου και επειδή εμείς ήμασταν κοριτσάκια, κοπελίτσες με τη μαμά δίπλα στο καμαρίνι κάναμε και τον μεσάζοντα. Ας πούμε έφευγε ο Τραϊφόρος λέει να τους διαβάσω το νούμερο τάδε τάχα και ήταν η Σοφία στο καμαρίνι μέσα.

    Και κάποια μέρα μας λένε δεν θα έρθει η Σοφία γιατί είναι άρρωστη, κρύωσε. Πολύ φυσικό, κατοχή είναι. Ύστερα ήρθε η δεύτερη μέρα δεν θα έρθει η Σοφία κρύωσε. Τρίτη, τέταρτη, πέμπτη, έκτη μέρα μαθαίνουμε ότι η Σοφία το έσκασε έξω για την Αίγυπτο. Και από εκεί άρχισε σιγά σιγά να τραβάει έναν έναν. Τον Τζώρτζη τον αδερφό της, τον Αντρίκο τον αδερφό της, την Αλίκη και το Μίμη. Και παντρεύτηκαν τότε στην Αλεξάνδρεια. Και γύρισαν μετά όταν είχαν ησυχάσει τα πράγματα, δεν υπήρχαν οι Γερμανοί, δεν υπήρχαν οι Ιταλοί.

    Όχι ότι η Σοφία πολέμησε. Δεν πολέμησε η Σοφία. Αλλά είχε τέτοια προσωπικότητα η γυναίκα που έβγαινε και τραγουδούσε και ενθουσίαζε τον κόσμο. Της έγραφε δε πολύ ωραία τραγούδια ο Τραϊφόρος. Όπως είναι το «κορόιδο Μουσολίνι», «βάζει ο Ντούτσε τη στολή του», «άντε στο καλό και η Παναγιά μαζί σου». Εγώ θριάμβευα στο Ευζωνάκι. Όταν έβγαινα εγώ στο Ευζωνάκι χάλαγε ο κόσμος.

    Σας αγαπούσε πάρα πολύ ο κόσμος, σας αγαπάει ακόμα.

    Ναι, αυτό το δέχομαι γιατί το ζω, το νοιώθω. Μην το πάρετε για υπεροψία ότι ξέρεις, εμένα ο κόσμος με αγαπάει. Δεν είναι έτσι, το κοινό είναι σκληρό. Τους δίνεις 100 είσαι Θεός, ένα δεν έδωσες σε ξεγράφουν. Ο Βασιλεύς απέθανε, ζήτω ο Βασιλεύς. ’λλος. Αλλά αυτό θέλω να σας πω, μην το πάρετε για υπερηφάνεια.

    Ναι, με αγαπάει το κοινό και το βλέπω κάθε ώρα και κάθε στιγμή. Δεν πάω, όπου πάω, χωρίς να έχω εκδηλώσεις. Πάω στα θέατρα, ας είναι καλά οι συνάδελφοι και οι ηθοποιοί, σταματάνε την παράσταση να με αναγγείλουν, να σηκωθεί ο κόσμος να με χειροκροτήσει. Τηλέφωνα εδώ πολλά, στο δρόμο, σε δεξιώσεις, σε φιλανθρωπικές.

    Σας ζητάνε να τους πείτε ιστορίες από την κατοχή;

    Ναι, πως. Και το περίεργο είναι ότι εγώ έχω στις πλάτες μου τρεις γενιές. Τον παππού, το μπαμπά και το γιο. Και μου κάνει πολλές φορές κατάπληξη που με σταματάνε στο δρόμο νεαρά παιδιά, 20 χρονών, 23 χρόνων και μου λένε κυρία Καλουτά να φιλήσω το χέρι σας. Γιατί πουλάκι μου του λέω, που με ξέρεις εσύ; Εσύ είσαι 20 χρονών παιδί, που με ξέρεις; Α, έχουμε ακούσει πολλά από τον πατέρα και τη μητέρα μας.

    Όπου να πάω να καθίσω, δεν μπορώ να πω, ο κόσμος με αγαπάει. Και τηλέφωνα γίνονται εδώ πολλά. Το κακό όμως είναι που δεν μπορώ, δεν είμαι σε θέση τώρα άνθρωποι που με παίρνουν και μου ζητάνε τη βοήθειά μου δεν μπορώ να τους βοηθήσω. Μου γκρεμίσανε το θέατρο, δεν έχω εξτρά εισόδημα. Ζω καλά και αξιοπρεπώς από τη σύνταξή μου. Γιατί έχω πάρει δύο συντάξεις, δύο τιμητικές.

    Σας ευχαριστώ πάρα πολύ.

    Και εγώ σας ευχαριστώ.
 

imbosch4

Μέλος
Εγγρ.
2 Απρ 2010
Μηνύματα
1.144
Like
2
Πόντοι
16
απίστετο ταλέντο και έντονη προσωπικότητα
 

francesco

Σεβαστός
Εγγρ.
23 Ιαν 2007
Μηνύματα
2.469
Κριτικές
13
Like
1
Πόντοι
2.007
Καλο ταξιδι Αννα και απο μενα!!ο Θεος να σε αναπαυσει!!
Παντως μακαρι να πηγαιναμε και εμεις 92 χρονων,αλλα με ολα αυτα που τρωμε σημερα
θαυμα ειναι να φτασουμε μεχρι τα 60!!
 

francesco

Σεβαστός
Εγγρ.
23 Ιαν 2007
Μηνύματα
2.469
Κριτικές
13
Like
1
Πόντοι
2.007
Εγω παντως στην ηλικια της Καλουτα θα ειμαι αν φτασω το 2077!!
 

Stories

Νέο!

Stories

Top Bottom