το τελος ενός δουπα
"Δεμένος με χαλκάδες και αλυσίδες στον λαιμό, ο Ανδρόνικος οδηγείται μπροστά από το Ισαάκιο. Μετά τον άγριο ξυλοδαρμό, του μαδούν τα γέννια και τα μαλλιά του ξεριζώνουν όλα τα δόντια με τανάλιες. Γυναίκες τον γρονθοκοπούν στο στόμα, έπειτα του κόβουν το δεξί χέρι, τον τυφλώνουν από το δεξί μάτι και τον ρίχνουν στη φυλακή.
Την επομένη το πρωί, τον βγάζουν από το κελί, τον τυφλώνουν και από το άλλο μάτι, τον ανεβάζουν πάνω σε μια ψωριασμένη γκαμήλα και τον περιφέρουν στην Αγορά. Εκεί τον παραδίδουν στις διαθέσεις του εξαγριωμένου πλήθους. Στο λιντσάρισμα που ακολουθεί πρωτοστατούν οι ζητιάνοι, οι περιθωριακοί, τα χειρότερα κατακάθια της πόλης. Πόρνες, χασάπηδες, χαμάληδες, ταμπάκηδες, ληστές των υπονόμων και θαμώνες καπηλειών. Τον χτυπούν με ρόπαλα, του πετούν στα μούτρα βοϊδοκοιλιές και περιττώματα γαϊδάρων, τον τρυπούν με μυτερά ραβδιά, τον λιθοβολούν. Μια πόρνη έρχεται μ’ένα καζάνι βραστό νερό και τον περιλούζει. Τον σέρνουν ως τον Ιππόδρομο, που είναι γεμάτος κόσμο, καθώς έχει γίνει γνωστό ότι θα λινσταριστεί εκεί ο Ανδρόνικος.
«Τον κρεμούν ανάποδα, ενώ ο Ανδρόνικος που ζει ακόμη ψελλίζει: «Ίνα τι κάλαμον συντετριμμένον πρεπικλάτε;» δηλαδή «Γιατί συνεχίζετε να τσακίζετε ένα σπασμένο καλάμι»; Αρχίζουν να του κόβουν κομμάτια απ’το κορμί του. Του ξεριζώνουν τα γεννητικά όργανα και του τα χώνουν στο στόμα. Τελικά ξεψυχά όταν του μπήγουν ένα σπαθί στον φάρυγγα. Το άψυχο κορμί του κομματιάστηκε, τα κομμάτια του αφέθηκαν να σαπίσουν πολλές μέρες στον Ιππόδρομο κι έπειτα πετάχτηκαν στη θάλασσα χωρίς ταφή."
ΝΩΝΔΑΣ - ΑΓΑΠΗ - ΟΥΜΑΝΙΣΜΟΣ