Λεπτομέρειες αξιολόγησης
6.8 4 10
Swingers Club (Abroad)
17716
Γενική Εντύπωση
8.0
Μέσα εβδομάδας, βρίσκομαι στο ‘Αμστερνταμ για δουλειά, με πληρωμένα τα έξοδα, μέχρι την Παρασκευή. Η δουλειά ολοκληρώνεται Παρασκευή μεσημέρι και έχει πάει καλά.
Αποφασίζω να παρατείνω την παραμονή μου μέχρι την Κυριακή, με δικά μου όμως έξοδα. Ζητάω από το ξενοδοχείο να μου διαθέσουν το δωμάτιο για 2 ακόμη μέρες, αλλά «unfortunately, sir, is booked, but there is another one available, which you would like for sure».
Το καινούργιο δωμάτιο μου άρεσε, αλλά η χρέωση με βάρεσε κατακούτελα. Ούτε λίγο, ούτε πολύ, 1.700 ευρώπουλα για δύο βραδιές. Ας πάει το παλιάμπελο, είπα και έδωσα και 5 ευρώ φιλοδώρημα στον μαυρούλη που μου κουβάλησε τις αποσκευές από το ένα δωμάτιο στο άλλο.
Τώρα, να έχεις 70 τ.μ. δωμάτιο στην διάθεσή σου και να το χαίρεσαι μόνος σου είναι κουταμάρα. Είναι μια φίλη λοιπόν, που δουλεύει στο Λονδίνο και απαντάει στο κινητό της, όταν την καλούν. Είναι Παρασκευή μεσημεροαπόγευμα και τελειώνει την δουλειά. Δεν προλαβαίνω να το πω δεύτερη φορά και έχει ήδη βρει τρόπο να έρθει στο ‘Αμστερνταμ.
Αμέσως κάνω ιντερνετική κράτηση στο Fun4Two και είμαι τυχερός, γιατί δεν είναι fully booked (ναι, με 1.700 ευρώ το δωμάτιο έχει και free wi-fi). Με τον ίδιο τρόπο, κάνω κράτηση και για ταξί, που θα μας πάει και θα μας φέρει στο club. Σύνολο εξόδων 290 ευρώ, δηλαδή 90 ευρώ η κάθε διαδρομή με το ταξί και 110 ευρώ η είσοδος του ζευγαριού στο Fun4Two. Μέχρι τώρα, μου έχει στοιχίσει 1.990 ευρώ και δεν έχω πηδήξει ακόμη…
Με 60 ευρουλάκια πας από το ‘Αμστερνταμ στο Schiphol με ταξί σαν κύριος, παραλαμβάνεις το τεμάχιο και με άλλα 60 ευρουλάκια επιστρέφεις στο ξενοδοχείο σου. Χαρούλες, λοιπόν, το μωρό που με ξαναείδε μετά από καιρό, πιο πολλές χαρούλες, όταν είδε το δωμάτιο που μας φιλοξενούσε και άλμα μέχρι το ταβάνι, όταν της είπα ότι το πρόγραμμα έχει Fun4Two γι’ απόψε.
Νηστικό αρκούδι δεν χορεύει όμως και επειδή η κουζίνα του ξενοδοχείου είναι κλειστή για κάτι αξιοπρεπές, παραγγέλνουμε δύο περιποιημένα burgers στο room service. Το εξ Ηνωμένου Βασιλείου μωρό θα πιεί το λευκό κρασί που μου έφεραν complimentary στο δωμάτιο, για να διασκεδάσουν λίγο την κοροϊδία των 1.700 ευρώ. Εγώ και το λευκό κρασί ήμαστε τσακωμένοι κι έτσι παραγγέλνω ένα μπουκάλι ουίσκυ, για να την βγάλουμε το τριήμερο.
Μετ’ ου πολύ, που λέγαμε και στο σχολείο, καταφθάνει μικρή Ολλανδέζα με τρόλλεϋ (σερβιρίσματος, όχι το άλλο με τις κεραίες), ζεστά burgers με πατατούλες τηγανητές, μία μπουκάλα Γιαννάκη που πορπατάει και ένα κουβά πάγο. Μου δίνει την χρέωση, για να την υπογράψω, βλέπω το ποσό και αυθόρμητα την ρωτάω: «Ο Παντελίδης, μωρό μου, τι ώρα βγαίνει?» Γελάει χαζά το μωρό (μάλλον βρήκα τον μόνο άνθρωπο που δεν ξέρει τον Παντελίδη), παίρνει την υπογραμμένη χρέωση, παίρνει και 5 ευρώπουλα φιλοδώρημα κι από ‘δω παν’ κι άλλοι. Τα μπεργκεράκια χρεώθηκαν 20 ευρώ έκαστο, το μπουκαλάκι 180 ευρώ και το σερβίρισμα (με τρόλλεϋ, παρακαλώ) άλλα 30 ευρουδάκια, σύνολο 250. Α, και 5 ευρώ το φιλοδώρημα, σύνολο 255 ευρώ. Ποιος Παντελίδης, τον Ρέμο έπρεπε να ζητήσω και για assistant την Θεοδωρίδου…
Τέλος πάντων, ντερλικώσαμε, ήπιαμε και όσο οινόπνευμα αναλογούσε στον καθένα μας και ντυθήκαμε για την έξοδο.
Το εξ Αγγλίας μωρό είχε αρκούντως ξέκωλη γκαρνταρόμπα, κατάλληλη για την περίσταση, με αποτέλεσμα, όταν γδύθηκε για να «ξαναντυθεί», ο Περικλής να γίνει τούμπανο. Κάθισα όμως κι υπολόγισα ότι μέχρι τώρα η έλευσή της μου έχει στοιχίσει 2.365 ευρώ, ποσό που δεν ξεπληρώνεται με μία ξεπέτα στα όρθια, κι έτσι κρατήθηκα.
Ο ταξιτζής στην ώρα του και το ταξίδι μακρύ μέχρι την Gouda, όπου είναι το club. Ευτυχώς, οι Ολλανδοί οδηγοί τηρούν τα όρια ταχύτητας, γιατί το μωρό που συνόδευα είχε βγάλει τα μάτια του ταρίφα, ο οποίος πιο πολύ κοιτούσε τον καθρέφτη και λιγότερο τον δρόμο. ‘Ετσι, μετά από 50’ λεπτά αγωνίας, φτάσαμε στο famous Fun4Two. Το πάρκινγκ γεμάτο, μπροστά μας άλλο taxi van που ξεφορτώνει μια παρέα 25χρονα εγγλεζόπουλα. Ξεφορτώνει κι ο δικός μας ταρίφας και μας δείχνει τον δρόμο για την είσοδο, μέσα στα σκοτάδια. Ξέχασα να πω, έτσι για εγκυκλοπαιδικούς λόγους, ότι στον δρόμο, έξω απ’ το οικόπεδο του Fun4Two, ήταν παρκαρισμένο ένα βανάκι της αστυνομίας, με δύο νυσταλέους μπάτσους μέσα.
‘Όπως πηγαίναμε προς την είσοδο του κτιρίου, μας την πέφτει από κοντά ένας τυπάκος, ο οποίος σαν κάτι να θέλει να μας πει, αλλά διστάζει. Μας ακολουθεί για λίγο, το μωρό δεν τον έχει πάρει χαμπάρι, εγώ σκιάχτηκα όσο να ‘ναι, αλλά μετά από λίγο σταματάει να μας ακολουθεί και επιστρέφει από εκεί απ’ όπου ξεκίνησε. Αργότερα κατάλαβα τι είχε συμβεί. Την Παρασκευή το βράδυ στο club γίνονται δεκτά ζευγάρια, τα οποία μπορούν να φέρουν και κάποιον μόνο του άντρα για συνοδό. Ο τύπος, προφανώς, ήταν ξέμπαρκος και προσπαθούσε να καμακώσει κανένα ζευγάρι, για να τον μπάσουν μέσα.
Προφανώς, δεν ήμασταν εμείς οι άνθρωποί του κι έτσι συνεχίσαμε για την είσοδο, όπου ερωτηθήκαμε εάν ήταν η πρώτη μας φορά. Απαντήσαμε ναι, και μας υποχρέωσαν να συμπληρώσουμε μία φόρμα με κάποια ενδεικτικά στοιχεία μας, ενώ φωτοτύπησαν και το διαβατήριό μου. Στ’ @@@ μου, είπα από μέσα μου, μιας και η κα Καρτάλη δεν προβλέπεται να επισκεφθεί στο άμεσο μέλλον τον εν λόγω ευαγές ίδρυμα.
Μπροστά μας, τα εγγλεζόπουλα ήταν όλο χαρές, αγκαλιές και φιλιά με την κυρία της εισόδου, σαφής ένδειξη ότι δεν έρχονταν πρώτη φορά.
Αντιθέτως, εμείς, ως rookies, πληρώσαμε ως νέα μέλη 110 ευρώ (οι πάλιουρες πληρώνουν 95 ευρώ την Παρασκευή), πήραμε κάρτα μέλους, μας εξηγήθηκαν οι κανόνες λειτουργίας του club και μας δόθηκε ένα κλειδάκι για το locker, που θ’ αφήναμε τα πράγματά μας.
Ανεβήκαμε, λοιπόν, μία στενή σκάλα, στην οποία η συνοδός μου έκανε ασκήσεις ισορροπίας πάνω στα 12ποντα, και βρεθήκαμε στον χώρο των lockers, όπου βγάλαμε παλτά και άλλα παρελκόμενα και επιστρέψαμε κάτω, στον χώρο του μπαρ. ‘Ηταν σχετικά νωρίς και η ατμόσφαιρα δεν είχε ζεσταθεί ακόμη, αλλά γίνονταν οι πρώτες βολιδοσκοπήσεις με τα μάτια. Σε μια υπερυψωμένη γωνιά υπήρχαν 5-6 τραπέζια φαγητού και ένας μπουφές, απ’ όπου μπορούσες να σερβιριστείς. Εμείς είχαμε φάει τ’ ακριβοπληρωμένα μας burgers και τον αγνοήσαμε. Αντίθετα, δεν αγνοήσαμε καθόλου το μπαρ, όπου 4 γκόμενες (η μία τούμπανο) σερβίριζαν ποτά. Το μωρό συνέχισε με λευκό κρασί κι εγώ με ουίσκυ. Τουλάχιστον εδώ δεν τα χρέωναν έξτρα, ήταν «καθαρά» και έπινες όσο ήθελες.
Νομίζω ότι μία ξενάγηση στον χώρο του μπαρ είναι απαραίτητη. ‘Όπως μπαίνεις, στα δεξιά σου έχει τουαλέτες και εν συνεχεία είναι η κουζίνα και το μπαρ. Αριστερά υπάρχει ένας lounge χώρος με άνετους καναπέδες και πολυθρόνες, καθώς και μία τηλεόραση που παίζει soft πορνό. Μετά τους καναπέδες υπάρχει ένα μικρό δωματιάκι με πόρτα, το οποίο λειτουργεί σαν καπνιστήριο. Μπάφους δεν μυρίσαμε. Ανάμεσα στο μπαρ και τον χώρο εστίασης, βρίσκεται η πίστα χορού, με καναπέδες γύρω-γύρω και στύλο στην μέση.
Οι θαμώνες είναι κάθε ηλικίας και εμφάνισης. Από τα 25χρονα εγγλεζάκια, μέχρι κάτι παππούδια Ολλανδούς γύρω στα 70, όπου ο σύζυγος φορούσε δερμάτινη φούστα με κρόσσια και δικτυωτό φανελάκι. ‘Οσο για την εμφάνιση, κυμαινόταν από το επίπεδο του μοντέλου έως το επίπεδο του κλουβιού με τις τρελλές. Στην πρώτη κατηγορία ήταν ένα ζευγάρι μαυρούκων, οι οποίοι άνετα μπορούσαν να περπατήσουν σε οποιαδήποτε πασαρέλα του μάταιου τούτου κόσμου. Στην δεύτερη κατηγορία, τόσο εγώ, όσο και η συνοδός μου, δεν αποφασίσαμε αν έπρεπε να δώσουμε το πρώτο βραβείο στον παππού με την φούστα και το φανελάκι ή σε ένα απίστευτο ντόπιο κοντό μπάζο, γένους θηλυκού, της οποίας το μπούτι ήταν πιο χοντρό από οποιαδήποτε μπυροκοιλιά, ο κώλος της, όταν έκλανε, σήκωνε κουρνιαχτό, ενώ, από φάτσα, η Ταϋγέτη μπροστά της ήταν Μις Ελλάς.
Εκείνο όμως που κάνει εντύπωση είναι το γεγονός πως όλοι είναι άνετοι και ακομπλεξάριστοι με την εμφάνισή τους.
Το ωραίο της συγκεκριμένης βραδιάς (νομίζω συμβαίνει κάθε τρίτη Παρασκευή του μήνα) ήταν ότι στον χώρο κυκλοφορούν οι λεγόμενοι gigolo, προς χρήση από τις κυρίες. Τους ξεχωρίζεις από τα παπιγιόν που φοράνε στον λαιμό, χωρίς πουκάμισο φυσικά.
Υποτίθεται ότι κάποια στιγμή (μεταξύ 10:00 και 11:00) ο dj παιανίζει ένα συγκεκριμένο σκοπό, ο οποίος είναι σύνθημα για απαλλαγή από τα πολλά ρούχα και εμφάνιση οι μεν γυναίκες με σέξυ εσώρρουχα, οι δε άντρες με ένα, κατά προτίμηση, μποξεράκι. Τον σκοπό αυτό εμείς δεν τον ακούσαμε ποτέ, παρ’ όλα αυτά, ακολουθώντας τους γνωστούς πάλιουρες, κάποια στιγμή πήγαμε και αλλάξαμε στον χώρο των lockers. Αυτό βοηθάει στο να αποφεύγεται ο συνωστισμός, αφού οι παλιοί ξέρουν ότι καλό είναι να γίνεται σταδιακά. Εκεί, την ώρα της αλλαγής, παθαίνεις το πρώτο σοκ. Περνάνε από δίπλα σου βυζιά, πουλιά που ανεμίζουν στον αέρα, μουν@κια ξυρισμένα και αξύριστα και γενικά επικρατεί ένα χάος. Σημειολογικά, θα έλεγα ότι κάποιες με τα εσώρρουχα έδειχναν πιο ντυμένες απ’ ότι ήταν με τα ρούχα. Για τόσο ξέκωλο ντύσιμο μιλάμε.
Επιστροφή λοιπόν στον χώρο της πίστας, όπου πλέον κυκλοφορούν στριγκάκια, καλτσοδέτες, μποξεράκια και κάποιες σαγιονάρες. Εγώ ξυπόλυτος (στ’ αγκάθια?), η συνοδός μου με τις δωδεκάποντες.
Επίσκεψη στα ανώτερα καταστρώματα του σκάφους, όπου χάνεσαι σε διάφορα δωματιάκια. Κατά την περιπλάνησή μας από δωματίου εις δωμάτιον μας την έπεφταν διάφοροι τύποι ή τύπισσες, τους οποίους αποφεύγαμε είτε γιατί δεν ήταν του γούστου μας, είτε γιατί δεν είχαμε «ζεσταθεί» αρκετά ακόμη. Το καλό σ’ αυτές τις περιπτώσεις είναι ότι «no means NO».
Τελικά, καταλήξαμε σ’ ένα μεγαλούτσικο δωμάτιο, το οποίο είχε 4-5 πεδία δράσης (λέγονται και κρεβάτια) και στο οποίο παιζόταν το εξής σκηνικό: Στο ένα κρεβάτι ήταν μία milf τούμπανο, την οποία περιποιόντουσαν δύο νταβραντισμένοι. Σ’ ένα κεντρικό πουφ, ένα ξανθό πιπίνι ξεσκιζόταν μ’ έναν μαυρούλη, την ώρα που ένας άλλος μαυρούλης της τον έδινε στο στόμα. Τέλος, σ’ ένα γωνιακό κρεβάτι, ένα ζευγάρι την έβρισκε μοναχικά με διάφορους τρόπους. Βρήκαμε και ‘μεις λίγο χώρο και χωθήκαμε, αρχίζοντας να «παίζουμε» μεταξύ μας. ‘Οντας ακόμη στα προκαταρκτικά, εμφανίζεται 40άρης αθλητικός, με λευκό παπιονάκι στον λαιμό και σηκωμένο εργαλείο, το οποίο και φοράει στο στόμα της δικιάς μου ανερυθρίαστα. Μπουκωμένη εκείνη, με κοιτάει ερωτηματικά, εγώ σηκώνω τους ώμους, αυτή το εκλαμβάνει ως κατάφαση και συνεχίζει την πίπα με ζήλο. Ενώ προσπαθώ να την φέρω σε κατάλληλη θέση για ν’ αρχίσω να αποσβένω τα έξοδα, ο τύπος βγαίνει απ’ το στόμα της και την αρχίζει σ’ ένα ιεραποστολικό παλαιάς σχολής. Στο σημείο αυτό να επισημάνω ότι παντού γύρω μας υπήρχαν μικρά δοχεία με κλειστά προφυλακτικά, ρολλά χαρτιού και δοχεία απορριμάτων. Κλείνει η παρένθεση.
Τέλος πάντων, τελειώνει ο παπιονάκιας μέσα σε βογκητά, ωραία, λέω εγώ, θα πάρω σειρά τώρα, αφήνω την δικιά μου να πάρει δυο ανάσες πριν περάσω στην δράση, αλλά μεταξύ πρώτης ανάσας και δεύτερης εμφανίζεται έτερος παπιονάκιας και εκμεταλλευόμενος την στάση της δικιάς μου, η οποία τραγουδάει στο μικρόφωνό μου εκείνη την στιγμή, της τον φερμάρει πισωκολλητά κι ασάλιωτα.
Ανοίγω παρένθεση, για να προσφέρω στον λαό μου δύο διδάγματα εκ πείρας. 1ον Σ’ αυτά τα μέρη δεν πας για να πηδήξεις την γυναίκα που συνοδεύεις, αλλά για να «γευτείς» την γυναίκα κάποιου άλλου. 2ον Η δικιά μου κατείχε το άθλημα σε ικανοποιητικό βαθμό, με αποτέλεσμα να πέσει σύνθημα μεταξύ των παπιονάκηδων, οι οποίοι ήθελαν όλοι να την περάσουν ένα χέρι. Κλείνει η παρένθεση.
Στην διάρκεια που γίνονταν όλ’ αυτά, από το δωμάτιο παρήλαυναν διάφοροι και διάφορες, άλλοι για να πάρουν μάτι, άλλοι για να πάρουν μέρος, άλλοι για να τον πάρουν και άλλοι για να τον δώσουν. Μάλιστα, στην διάρκεια του session της δικιάς μου με τον δεύτερο παπιονάκια, κάθισε δίπλα μας ο γνωστός παππούς με την φούστα και το φανελάκι και άπλωσε το χέρι του, όχι προς το μέρος της συνοδού μου, αλλά προς το μέρος του Περικλή. Δεν ξέρω τι ύφος είχα όταν γύρισα και τον κοίταξα, πάντως εξαφανίστηκε από μπροστά μου για όλο το υπόλοιπο βράδυ.
Κάποια στιγμή η εξ Ηνωμένου Βασιλείου συνοδός μου αποτίναξε τον ζυγό του παπιονάκια, ο οποίος το είχε βάλει σκοπό να ξεχειμωνιάσει μέσα της, και με πήρε απ’ το χέρι για να συνεχίσουμε την εξερεύνηση. Στην βόλτα μας, περάσαμε κι από το «υγρό» μέρος του club, όπου υπήρχε κάτι μεταξύ μικρής πισίνας και μεγάλης μπανιέρας, στο οποίο πλατσούριζαν διάφορα ζευγαράκια. Το αξιοσημείωτο είναι ότι όλοι οι κύριοι έβγαιναν από το νερό με το μαλλί και το πουλί όρθια. Τράβηξα την δικιά μου προς τα εκεί, αλλά εκείνη, μάλλον σωστά, με απέτρεψε, για να αποφύγουμε μολύνσεις του ουροποιητικού και λοιπές δερματικές παθήσεις.
Περιδιαβαίνοντας, φτάνουμε σ’ ένα χώρο κάτω από την στέγη, κάτι σαν σοφίτα, όπου σε μία επιφάνεια περίπου 50 τ.μ. είναι απλωμένα στρώματα για συγκεκριμένη χρήση. Εκείνη την ώρα μόνο ένα ζευγάρι βρισκόταν εκεί, ενώ, σύμφωνα με μετριοπαθείς υπολογισμούς, ο χώρος ήταν άνετος για τουλάχιστον σαράντα άτομα. Εκμεταλλεύτηκα την ευκαιρία κι έριξα το πρώτο «μανίκι» της βραδιάς, με αποτέλεσμα οι φωνές της συντρόφου μου να προσελκύσουν περίεργα ζευγαράκια που μας πλαισίωσαν.
‘Ένα απ’ αυτά (τα ζευγαράκια, ντε) μας ακολούθησε κατά την αποχώρησή μας κι έκατσε μαζί μας στο μπαρ, όπου πήγαμε για ποτό, τσιγαράκι και ανάσες. Ο τυπάκος ήταν λίγο τα μαύρα του τα χάλια, με σοφιστικέ γυαλιά, κοιλίτσα έως κοιλάρα, μικρό πουλί και αραιά δόντια. Η τύπισσα (σύζυγος, όπως προέκυψε αργότερα) ήταν έως θεόμουνο. Ψηλή, μελαχροινή, με πίσω σύστημα to die for, αχλαδόσχημα βυζάκια και… αξύριστο έως θαμνώδες μουν@κι.
Παρέβλεψα το γεγονός και μετά τα ποτάκια μας και τα τσιγαράκια μας, την πήρα απ’ το χέρι και, ακολουθούμενος από την υπόλοιπη κουστωδία, την έμπασα σ’ ένα δωμάτιο με καρέκλα γυναικολόγου και κάποια άλλα «εργαλεία». ‘Όταν άπλωσα το χέρι μου χαμηλά, ανάμεσα στα πόδια της, διαπίστωσα ότι ήταν πιο υγρή κι απ’ το Λονδίνο, οπότε της τον έδωσα στο στόμα για να κερδίσω χρόνο και ψηλαφώντας αριστερά – δεξιά, βρήκα το δοχείο με τα προφυλακτικά. Τραβήχτηκα και φόρεσα το σκουφάκι μου, ροζ χρώματος παρακαλώ, την έστησα ανάσκελα, της σήκωσα τα πόδια ψηλά και της έκανα το πρώτο τεστ Παπ. Ο σύζυγος από την άλλη παιδευόταν με την δικιά μου στο όρθιο και χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία, όπως αργότερα πληροφορήθηκα, αφού όλη την ώρα είχε τον νου του στην δικιά του, η οποία τον είχε γράψει κανονικά και είχε αφεθεί στα χέρια της ιατρικής επιστήμης. Καθόλου δεν λυπήθηκα την δικιά μου για την περιπέτειά της με τον γυαλάκια κοιλαρά, αφού στο μεταξύ είχε ξεψωλιάσει τους μισούς παπιονάκηδες του club. Κάποια στιγμή, γύρισα την σύζυγο στα τέσσερα, προσπάθησα να συνεχίσω με κωλονοσκόπηση, ως γαστρεντερολόγος, αλλά δεν μου το επέτρεψε, οπότε επανήλθα στα γυναικολογικά καθήκοντά μου και της τον φόρεσα εκ νέου, προτιθέμενος να συνεχίσω με σφυροκόπημα ως αγριεμένος εμβρυουλκός. Στο δεύτερο χτύπημα ένοιωσα το χέρι της να με φρενάρει, δείχνοντας ότι πονούσε. Απόρησα, γιατί ούτε μπάμια είναι ο Περικλής, αλλά ούτε ξαδελφάκι του αειμνήστου John Holmes, αλλά γύρισα και κοίταξα το ψόφιο γαριδάκι του συζύγου και αντιλήφθηκα πως ο,τιδήποτε πάνω από 5 πόντους ήταν θεόρατο εργαλείο για την κυρία. Μ’ αυτά και με ‘κείνα όμως δεν άργησα να καταθέσω, συγχρόνως με την κυρία, η οποία πολύ με ηράσθη, αδιαφορώντας για τις ανύπαρκτες επιδόσεις του συζύγου της. Από την άλλη, η δικιά μου έκανε την θυσία της, αρκούμενη σε δαχτύλιασμα, το οποίο, κατά την γνώμη μου, είχε περισσότερο ενδιαφέρον από μία απόπειρα πηδήματος με τον μικροψώλη γυαλάκια.
Η ώρα είχε περάσει όμως, οι αντοχές τελείωναν και ο ταρίφας απ’ έξω περίμενε νυσταγμένος, μη έχοντας την διάθεση ούτε να πάρει μάτι τα πόδια της συνοδού μου, τα οποία, από συνήθεια πλέον, παρέμεναν ανοιχτά από μόνα τους και σε κοινή θέα.
Συμπέρασμα: Μάλλον δικαίως το μαγαζί συγκαταλέγεται μέσα στα κορυφαία του είδους, απλά για να δεις όλες τις πτυχές και να ξεψαρώσεις πρέπει να πας 2-3 φορές ακόμα. Σημειωτέον ότι την επόμενης ημέρα είχε θεματικό πάρτυ υπό τον τίτλο Eyes Wide Shut, το οποίο είχε ξεπουλήσει προ πολλού και κατά συνέπεια πολλοί τακτικοί θαμώνες κρατούσαν δυνάμεις για την επαύριο.
Αν με ρωτάτε, ναι, θα ξαναπήγαινα και μάλιστα με την ίδια συνοδό, η οποία, παρ’ ότι επίσης πρωτάρα, ήταν συνεχώς ένα βήμα μπροστά από εμένα.
Αν έχει κανείς καμμιά δουλίτσα για ‘Αμστερνταμ, ευχαρίστως να την αναλάβω. Στην αμοιβή θα τα βρούμε, γιατί αυτή την φορά όσα έβγαλα τα έφαγα σε μερικές ώρες.
Αποφασίζω να παρατείνω την παραμονή μου μέχρι την Κυριακή, με δικά μου όμως έξοδα. Ζητάω από το ξενοδοχείο να μου διαθέσουν το δωμάτιο για 2 ακόμη μέρες, αλλά «unfortunately, sir, is booked, but there is another one available, which you would like for sure».
Το καινούργιο δωμάτιο μου άρεσε, αλλά η χρέωση με βάρεσε κατακούτελα. Ούτε λίγο, ούτε πολύ, 1.700 ευρώπουλα για δύο βραδιές. Ας πάει το παλιάμπελο, είπα και έδωσα και 5 ευρώ φιλοδώρημα στον μαυρούλη που μου κουβάλησε τις αποσκευές από το ένα δωμάτιο στο άλλο.
Τώρα, να έχεις 70 τ.μ. δωμάτιο στην διάθεσή σου και να το χαίρεσαι μόνος σου είναι κουταμάρα. Είναι μια φίλη λοιπόν, που δουλεύει στο Λονδίνο και απαντάει στο κινητό της, όταν την καλούν. Είναι Παρασκευή μεσημεροαπόγευμα και τελειώνει την δουλειά. Δεν προλαβαίνω να το πω δεύτερη φορά και έχει ήδη βρει τρόπο να έρθει στο ‘Αμστερνταμ.
Αμέσως κάνω ιντερνετική κράτηση στο Fun4Two και είμαι τυχερός, γιατί δεν είναι fully booked (ναι, με 1.700 ευρώ το δωμάτιο έχει και free wi-fi). Με τον ίδιο τρόπο, κάνω κράτηση και για ταξί, που θα μας πάει και θα μας φέρει στο club. Σύνολο εξόδων 290 ευρώ, δηλαδή 90 ευρώ η κάθε διαδρομή με το ταξί και 110 ευρώ η είσοδος του ζευγαριού στο Fun4Two. Μέχρι τώρα, μου έχει στοιχίσει 1.990 ευρώ και δεν έχω πηδήξει ακόμη…
Με 60 ευρουλάκια πας από το ‘Αμστερνταμ στο Schiphol με ταξί σαν κύριος, παραλαμβάνεις το τεμάχιο και με άλλα 60 ευρουλάκια επιστρέφεις στο ξενοδοχείο σου. Χαρούλες, λοιπόν, το μωρό που με ξαναείδε μετά από καιρό, πιο πολλές χαρούλες, όταν είδε το δωμάτιο που μας φιλοξενούσε και άλμα μέχρι το ταβάνι, όταν της είπα ότι το πρόγραμμα έχει Fun4Two γι’ απόψε.
Νηστικό αρκούδι δεν χορεύει όμως και επειδή η κουζίνα του ξενοδοχείου είναι κλειστή για κάτι αξιοπρεπές, παραγγέλνουμε δύο περιποιημένα burgers στο room service. Το εξ Ηνωμένου Βασιλείου μωρό θα πιεί το λευκό κρασί που μου έφεραν complimentary στο δωμάτιο, για να διασκεδάσουν λίγο την κοροϊδία των 1.700 ευρώ. Εγώ και το λευκό κρασί ήμαστε τσακωμένοι κι έτσι παραγγέλνω ένα μπουκάλι ουίσκυ, για να την βγάλουμε το τριήμερο.
Μετ’ ου πολύ, που λέγαμε και στο σχολείο, καταφθάνει μικρή Ολλανδέζα με τρόλλεϋ (σερβιρίσματος, όχι το άλλο με τις κεραίες), ζεστά burgers με πατατούλες τηγανητές, μία μπουκάλα Γιαννάκη που πορπατάει και ένα κουβά πάγο. Μου δίνει την χρέωση, για να την υπογράψω, βλέπω το ποσό και αυθόρμητα την ρωτάω: «Ο Παντελίδης, μωρό μου, τι ώρα βγαίνει?» Γελάει χαζά το μωρό (μάλλον βρήκα τον μόνο άνθρωπο που δεν ξέρει τον Παντελίδη), παίρνει την υπογραμμένη χρέωση, παίρνει και 5 ευρώπουλα φιλοδώρημα κι από ‘δω παν’ κι άλλοι. Τα μπεργκεράκια χρεώθηκαν 20 ευρώ έκαστο, το μπουκαλάκι 180 ευρώ και το σερβίρισμα (με τρόλλεϋ, παρακαλώ) άλλα 30 ευρουδάκια, σύνολο 250. Α, και 5 ευρώ το φιλοδώρημα, σύνολο 255 ευρώ. Ποιος Παντελίδης, τον Ρέμο έπρεπε να ζητήσω και για assistant την Θεοδωρίδου…
Τέλος πάντων, ντερλικώσαμε, ήπιαμε και όσο οινόπνευμα αναλογούσε στον καθένα μας και ντυθήκαμε για την έξοδο.
Το εξ Αγγλίας μωρό είχε αρκούντως ξέκωλη γκαρνταρόμπα, κατάλληλη για την περίσταση, με αποτέλεσμα, όταν γδύθηκε για να «ξαναντυθεί», ο Περικλής να γίνει τούμπανο. Κάθισα όμως κι υπολόγισα ότι μέχρι τώρα η έλευσή της μου έχει στοιχίσει 2.365 ευρώ, ποσό που δεν ξεπληρώνεται με μία ξεπέτα στα όρθια, κι έτσι κρατήθηκα.
Ο ταξιτζής στην ώρα του και το ταξίδι μακρύ μέχρι την Gouda, όπου είναι το club. Ευτυχώς, οι Ολλανδοί οδηγοί τηρούν τα όρια ταχύτητας, γιατί το μωρό που συνόδευα είχε βγάλει τα μάτια του ταρίφα, ο οποίος πιο πολύ κοιτούσε τον καθρέφτη και λιγότερο τον δρόμο. ‘Ετσι, μετά από 50’ λεπτά αγωνίας, φτάσαμε στο famous Fun4Two. Το πάρκινγκ γεμάτο, μπροστά μας άλλο taxi van που ξεφορτώνει μια παρέα 25χρονα εγγλεζόπουλα. Ξεφορτώνει κι ο δικός μας ταρίφας και μας δείχνει τον δρόμο για την είσοδο, μέσα στα σκοτάδια. Ξέχασα να πω, έτσι για εγκυκλοπαιδικούς λόγους, ότι στον δρόμο, έξω απ’ το οικόπεδο του Fun4Two, ήταν παρκαρισμένο ένα βανάκι της αστυνομίας, με δύο νυσταλέους μπάτσους μέσα.
‘Όπως πηγαίναμε προς την είσοδο του κτιρίου, μας την πέφτει από κοντά ένας τυπάκος, ο οποίος σαν κάτι να θέλει να μας πει, αλλά διστάζει. Μας ακολουθεί για λίγο, το μωρό δεν τον έχει πάρει χαμπάρι, εγώ σκιάχτηκα όσο να ‘ναι, αλλά μετά από λίγο σταματάει να μας ακολουθεί και επιστρέφει από εκεί απ’ όπου ξεκίνησε. Αργότερα κατάλαβα τι είχε συμβεί. Την Παρασκευή το βράδυ στο club γίνονται δεκτά ζευγάρια, τα οποία μπορούν να φέρουν και κάποιον μόνο του άντρα για συνοδό. Ο τύπος, προφανώς, ήταν ξέμπαρκος και προσπαθούσε να καμακώσει κανένα ζευγάρι, για να τον μπάσουν μέσα.
Προφανώς, δεν ήμασταν εμείς οι άνθρωποί του κι έτσι συνεχίσαμε για την είσοδο, όπου ερωτηθήκαμε εάν ήταν η πρώτη μας φορά. Απαντήσαμε ναι, και μας υποχρέωσαν να συμπληρώσουμε μία φόρμα με κάποια ενδεικτικά στοιχεία μας, ενώ φωτοτύπησαν και το διαβατήριό μου. Στ’ @@@ μου, είπα από μέσα μου, μιας και η κα Καρτάλη δεν προβλέπεται να επισκεφθεί στο άμεσο μέλλον τον εν λόγω ευαγές ίδρυμα.
Μπροστά μας, τα εγγλεζόπουλα ήταν όλο χαρές, αγκαλιές και φιλιά με την κυρία της εισόδου, σαφής ένδειξη ότι δεν έρχονταν πρώτη φορά.
Αντιθέτως, εμείς, ως rookies, πληρώσαμε ως νέα μέλη 110 ευρώ (οι πάλιουρες πληρώνουν 95 ευρώ την Παρασκευή), πήραμε κάρτα μέλους, μας εξηγήθηκαν οι κανόνες λειτουργίας του club και μας δόθηκε ένα κλειδάκι για το locker, που θ’ αφήναμε τα πράγματά μας.
Ανεβήκαμε, λοιπόν, μία στενή σκάλα, στην οποία η συνοδός μου έκανε ασκήσεις ισορροπίας πάνω στα 12ποντα, και βρεθήκαμε στον χώρο των lockers, όπου βγάλαμε παλτά και άλλα παρελκόμενα και επιστρέψαμε κάτω, στον χώρο του μπαρ. ‘Ηταν σχετικά νωρίς και η ατμόσφαιρα δεν είχε ζεσταθεί ακόμη, αλλά γίνονταν οι πρώτες βολιδοσκοπήσεις με τα μάτια. Σε μια υπερυψωμένη γωνιά υπήρχαν 5-6 τραπέζια φαγητού και ένας μπουφές, απ’ όπου μπορούσες να σερβιριστείς. Εμείς είχαμε φάει τ’ ακριβοπληρωμένα μας burgers και τον αγνοήσαμε. Αντίθετα, δεν αγνοήσαμε καθόλου το μπαρ, όπου 4 γκόμενες (η μία τούμπανο) σερβίριζαν ποτά. Το μωρό συνέχισε με λευκό κρασί κι εγώ με ουίσκυ. Τουλάχιστον εδώ δεν τα χρέωναν έξτρα, ήταν «καθαρά» και έπινες όσο ήθελες.
Νομίζω ότι μία ξενάγηση στον χώρο του μπαρ είναι απαραίτητη. ‘Όπως μπαίνεις, στα δεξιά σου έχει τουαλέτες και εν συνεχεία είναι η κουζίνα και το μπαρ. Αριστερά υπάρχει ένας lounge χώρος με άνετους καναπέδες και πολυθρόνες, καθώς και μία τηλεόραση που παίζει soft πορνό. Μετά τους καναπέδες υπάρχει ένα μικρό δωματιάκι με πόρτα, το οποίο λειτουργεί σαν καπνιστήριο. Μπάφους δεν μυρίσαμε. Ανάμεσα στο μπαρ και τον χώρο εστίασης, βρίσκεται η πίστα χορού, με καναπέδες γύρω-γύρω και στύλο στην μέση.
Οι θαμώνες είναι κάθε ηλικίας και εμφάνισης. Από τα 25χρονα εγγλεζάκια, μέχρι κάτι παππούδια Ολλανδούς γύρω στα 70, όπου ο σύζυγος φορούσε δερμάτινη φούστα με κρόσσια και δικτυωτό φανελάκι. ‘Οσο για την εμφάνιση, κυμαινόταν από το επίπεδο του μοντέλου έως το επίπεδο του κλουβιού με τις τρελλές. Στην πρώτη κατηγορία ήταν ένα ζευγάρι μαυρούκων, οι οποίοι άνετα μπορούσαν να περπατήσουν σε οποιαδήποτε πασαρέλα του μάταιου τούτου κόσμου. Στην δεύτερη κατηγορία, τόσο εγώ, όσο και η συνοδός μου, δεν αποφασίσαμε αν έπρεπε να δώσουμε το πρώτο βραβείο στον παππού με την φούστα και το φανελάκι ή σε ένα απίστευτο ντόπιο κοντό μπάζο, γένους θηλυκού, της οποίας το μπούτι ήταν πιο χοντρό από οποιαδήποτε μπυροκοιλιά, ο κώλος της, όταν έκλανε, σήκωνε κουρνιαχτό, ενώ, από φάτσα, η Ταϋγέτη μπροστά της ήταν Μις Ελλάς.
Εκείνο όμως που κάνει εντύπωση είναι το γεγονός πως όλοι είναι άνετοι και ακομπλεξάριστοι με την εμφάνισή τους.
Το ωραίο της συγκεκριμένης βραδιάς (νομίζω συμβαίνει κάθε τρίτη Παρασκευή του μήνα) ήταν ότι στον χώρο κυκλοφορούν οι λεγόμενοι gigolo, προς χρήση από τις κυρίες. Τους ξεχωρίζεις από τα παπιγιόν που φοράνε στον λαιμό, χωρίς πουκάμισο φυσικά.
Υποτίθεται ότι κάποια στιγμή (μεταξύ 10:00 και 11:00) ο dj παιανίζει ένα συγκεκριμένο σκοπό, ο οποίος είναι σύνθημα για απαλλαγή από τα πολλά ρούχα και εμφάνιση οι μεν γυναίκες με σέξυ εσώρρουχα, οι δε άντρες με ένα, κατά προτίμηση, μποξεράκι. Τον σκοπό αυτό εμείς δεν τον ακούσαμε ποτέ, παρ’ όλα αυτά, ακολουθώντας τους γνωστούς πάλιουρες, κάποια στιγμή πήγαμε και αλλάξαμε στον χώρο των lockers. Αυτό βοηθάει στο να αποφεύγεται ο συνωστισμός, αφού οι παλιοί ξέρουν ότι καλό είναι να γίνεται σταδιακά. Εκεί, την ώρα της αλλαγής, παθαίνεις το πρώτο σοκ. Περνάνε από δίπλα σου βυζιά, πουλιά που ανεμίζουν στον αέρα, μουν@κια ξυρισμένα και αξύριστα και γενικά επικρατεί ένα χάος. Σημειολογικά, θα έλεγα ότι κάποιες με τα εσώρρουχα έδειχναν πιο ντυμένες απ’ ότι ήταν με τα ρούχα. Για τόσο ξέκωλο ντύσιμο μιλάμε.
Επιστροφή λοιπόν στον χώρο της πίστας, όπου πλέον κυκλοφορούν στριγκάκια, καλτσοδέτες, μποξεράκια και κάποιες σαγιονάρες. Εγώ ξυπόλυτος (στ’ αγκάθια?), η συνοδός μου με τις δωδεκάποντες.
Επίσκεψη στα ανώτερα καταστρώματα του σκάφους, όπου χάνεσαι σε διάφορα δωματιάκια. Κατά την περιπλάνησή μας από δωματίου εις δωμάτιον μας την έπεφταν διάφοροι τύποι ή τύπισσες, τους οποίους αποφεύγαμε είτε γιατί δεν ήταν του γούστου μας, είτε γιατί δεν είχαμε «ζεσταθεί» αρκετά ακόμη. Το καλό σ’ αυτές τις περιπτώσεις είναι ότι «no means NO».
Τελικά, καταλήξαμε σ’ ένα μεγαλούτσικο δωμάτιο, το οποίο είχε 4-5 πεδία δράσης (λέγονται και κρεβάτια) και στο οποίο παιζόταν το εξής σκηνικό: Στο ένα κρεβάτι ήταν μία milf τούμπανο, την οποία περιποιόντουσαν δύο νταβραντισμένοι. Σ’ ένα κεντρικό πουφ, ένα ξανθό πιπίνι ξεσκιζόταν μ’ έναν μαυρούλη, την ώρα που ένας άλλος μαυρούλης της τον έδινε στο στόμα. Τέλος, σ’ ένα γωνιακό κρεβάτι, ένα ζευγάρι την έβρισκε μοναχικά με διάφορους τρόπους. Βρήκαμε και ‘μεις λίγο χώρο και χωθήκαμε, αρχίζοντας να «παίζουμε» μεταξύ μας. ‘Οντας ακόμη στα προκαταρκτικά, εμφανίζεται 40άρης αθλητικός, με λευκό παπιονάκι στον λαιμό και σηκωμένο εργαλείο, το οποίο και φοράει στο στόμα της δικιάς μου ανερυθρίαστα. Μπουκωμένη εκείνη, με κοιτάει ερωτηματικά, εγώ σηκώνω τους ώμους, αυτή το εκλαμβάνει ως κατάφαση και συνεχίζει την πίπα με ζήλο. Ενώ προσπαθώ να την φέρω σε κατάλληλη θέση για ν’ αρχίσω να αποσβένω τα έξοδα, ο τύπος βγαίνει απ’ το στόμα της και την αρχίζει σ’ ένα ιεραποστολικό παλαιάς σχολής. Στο σημείο αυτό να επισημάνω ότι παντού γύρω μας υπήρχαν μικρά δοχεία με κλειστά προφυλακτικά, ρολλά χαρτιού και δοχεία απορριμάτων. Κλείνει η παρένθεση.
Τέλος πάντων, τελειώνει ο παπιονάκιας μέσα σε βογκητά, ωραία, λέω εγώ, θα πάρω σειρά τώρα, αφήνω την δικιά μου να πάρει δυο ανάσες πριν περάσω στην δράση, αλλά μεταξύ πρώτης ανάσας και δεύτερης εμφανίζεται έτερος παπιονάκιας και εκμεταλλευόμενος την στάση της δικιάς μου, η οποία τραγουδάει στο μικρόφωνό μου εκείνη την στιγμή, της τον φερμάρει πισωκολλητά κι ασάλιωτα.
Ανοίγω παρένθεση, για να προσφέρω στον λαό μου δύο διδάγματα εκ πείρας. 1ον Σ’ αυτά τα μέρη δεν πας για να πηδήξεις την γυναίκα που συνοδεύεις, αλλά για να «γευτείς» την γυναίκα κάποιου άλλου. 2ον Η δικιά μου κατείχε το άθλημα σε ικανοποιητικό βαθμό, με αποτέλεσμα να πέσει σύνθημα μεταξύ των παπιονάκηδων, οι οποίοι ήθελαν όλοι να την περάσουν ένα χέρι. Κλείνει η παρένθεση.
Στην διάρκεια που γίνονταν όλ’ αυτά, από το δωμάτιο παρήλαυναν διάφοροι και διάφορες, άλλοι για να πάρουν μάτι, άλλοι για να πάρουν μέρος, άλλοι για να τον πάρουν και άλλοι για να τον δώσουν. Μάλιστα, στην διάρκεια του session της δικιάς μου με τον δεύτερο παπιονάκια, κάθισε δίπλα μας ο γνωστός παππούς με την φούστα και το φανελάκι και άπλωσε το χέρι του, όχι προς το μέρος της συνοδού μου, αλλά προς το μέρος του Περικλή. Δεν ξέρω τι ύφος είχα όταν γύρισα και τον κοίταξα, πάντως εξαφανίστηκε από μπροστά μου για όλο το υπόλοιπο βράδυ.
Κάποια στιγμή η εξ Ηνωμένου Βασιλείου συνοδός μου αποτίναξε τον ζυγό του παπιονάκια, ο οποίος το είχε βάλει σκοπό να ξεχειμωνιάσει μέσα της, και με πήρε απ’ το χέρι για να συνεχίσουμε την εξερεύνηση. Στην βόλτα μας, περάσαμε κι από το «υγρό» μέρος του club, όπου υπήρχε κάτι μεταξύ μικρής πισίνας και μεγάλης μπανιέρας, στο οποίο πλατσούριζαν διάφορα ζευγαράκια. Το αξιοσημείωτο είναι ότι όλοι οι κύριοι έβγαιναν από το νερό με το μαλλί και το πουλί όρθια. Τράβηξα την δικιά μου προς τα εκεί, αλλά εκείνη, μάλλον σωστά, με απέτρεψε, για να αποφύγουμε μολύνσεις του ουροποιητικού και λοιπές δερματικές παθήσεις.
Περιδιαβαίνοντας, φτάνουμε σ’ ένα χώρο κάτω από την στέγη, κάτι σαν σοφίτα, όπου σε μία επιφάνεια περίπου 50 τ.μ. είναι απλωμένα στρώματα για συγκεκριμένη χρήση. Εκείνη την ώρα μόνο ένα ζευγάρι βρισκόταν εκεί, ενώ, σύμφωνα με μετριοπαθείς υπολογισμούς, ο χώρος ήταν άνετος για τουλάχιστον σαράντα άτομα. Εκμεταλλεύτηκα την ευκαιρία κι έριξα το πρώτο «μανίκι» της βραδιάς, με αποτέλεσμα οι φωνές της συντρόφου μου να προσελκύσουν περίεργα ζευγαράκια που μας πλαισίωσαν.
‘Ένα απ’ αυτά (τα ζευγαράκια, ντε) μας ακολούθησε κατά την αποχώρησή μας κι έκατσε μαζί μας στο μπαρ, όπου πήγαμε για ποτό, τσιγαράκι και ανάσες. Ο τυπάκος ήταν λίγο τα μαύρα του τα χάλια, με σοφιστικέ γυαλιά, κοιλίτσα έως κοιλάρα, μικρό πουλί και αραιά δόντια. Η τύπισσα (σύζυγος, όπως προέκυψε αργότερα) ήταν έως θεόμουνο. Ψηλή, μελαχροινή, με πίσω σύστημα to die for, αχλαδόσχημα βυζάκια και… αξύριστο έως θαμνώδες μουν@κι.
Παρέβλεψα το γεγονός και μετά τα ποτάκια μας και τα τσιγαράκια μας, την πήρα απ’ το χέρι και, ακολουθούμενος από την υπόλοιπη κουστωδία, την έμπασα σ’ ένα δωμάτιο με καρέκλα γυναικολόγου και κάποια άλλα «εργαλεία». ‘Όταν άπλωσα το χέρι μου χαμηλά, ανάμεσα στα πόδια της, διαπίστωσα ότι ήταν πιο υγρή κι απ’ το Λονδίνο, οπότε της τον έδωσα στο στόμα για να κερδίσω χρόνο και ψηλαφώντας αριστερά – δεξιά, βρήκα το δοχείο με τα προφυλακτικά. Τραβήχτηκα και φόρεσα το σκουφάκι μου, ροζ χρώματος παρακαλώ, την έστησα ανάσκελα, της σήκωσα τα πόδια ψηλά και της έκανα το πρώτο τεστ Παπ. Ο σύζυγος από την άλλη παιδευόταν με την δικιά μου στο όρθιο και χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία, όπως αργότερα πληροφορήθηκα, αφού όλη την ώρα είχε τον νου του στην δικιά του, η οποία τον είχε γράψει κανονικά και είχε αφεθεί στα χέρια της ιατρικής επιστήμης. Καθόλου δεν λυπήθηκα την δικιά μου για την περιπέτειά της με τον γυαλάκια κοιλαρά, αφού στο μεταξύ είχε ξεψωλιάσει τους μισούς παπιονάκηδες του club. Κάποια στιγμή, γύρισα την σύζυγο στα τέσσερα, προσπάθησα να συνεχίσω με κωλονοσκόπηση, ως γαστρεντερολόγος, αλλά δεν μου το επέτρεψε, οπότε επανήλθα στα γυναικολογικά καθήκοντά μου και της τον φόρεσα εκ νέου, προτιθέμενος να συνεχίσω με σφυροκόπημα ως αγριεμένος εμβρυουλκός. Στο δεύτερο χτύπημα ένοιωσα το χέρι της να με φρενάρει, δείχνοντας ότι πονούσε. Απόρησα, γιατί ούτε μπάμια είναι ο Περικλής, αλλά ούτε ξαδελφάκι του αειμνήστου John Holmes, αλλά γύρισα και κοίταξα το ψόφιο γαριδάκι του συζύγου και αντιλήφθηκα πως ο,τιδήποτε πάνω από 5 πόντους ήταν θεόρατο εργαλείο για την κυρία. Μ’ αυτά και με ‘κείνα όμως δεν άργησα να καταθέσω, συγχρόνως με την κυρία, η οποία πολύ με ηράσθη, αδιαφορώντας για τις ανύπαρκτες επιδόσεις του συζύγου της. Από την άλλη, η δικιά μου έκανε την θυσία της, αρκούμενη σε δαχτύλιασμα, το οποίο, κατά την γνώμη μου, είχε περισσότερο ενδιαφέρον από μία απόπειρα πηδήματος με τον μικροψώλη γυαλάκια.
Η ώρα είχε περάσει όμως, οι αντοχές τελείωναν και ο ταρίφας απ’ έξω περίμενε νυσταγμένος, μη έχοντας την διάθεση ούτε να πάρει μάτι τα πόδια της συνοδού μου, τα οποία, από συνήθεια πλέον, παρέμεναν ανοιχτά από μόνα τους και σε κοινή θέα.
Συμπέρασμα: Μάλλον δικαίως το μαγαζί συγκαταλέγεται μέσα στα κορυφαία του είδους, απλά για να δεις όλες τις πτυχές και να ξεψαρώσεις πρέπει να πας 2-3 φορές ακόμα. Σημειωτέον ότι την επόμενης ημέρα είχε θεματικό πάρτυ υπό τον τίτλο Eyes Wide Shut, το οποίο είχε ξεπουλήσει προ πολλού και κατά συνέπεια πολλοί τακτικοί θαμώνες κρατούσαν δυνάμεις για την επαύριο.
Αν με ρωτάτε, ναι, θα ξαναπήγαινα και μάλιστα με την ίδια συνοδό, η οποία, παρ’ ότι επίσης πρωτάρα, ήταν συνεχώς ένα βήμα μπροστά από εμένα.
Αν έχει κανείς καμμιά δουλίτσα για ‘Αμστερνταμ, ευχαρίστως να την αναλάβω. Στην αμοιβή θα τα βρούμε, γιατί αυτή την φορά όσα έβγαλα τα έφαγα σε μερικές ώρες.
Πρόσβαση
Εύκολη
Parking
Άνετο και διακριτικό
Τιμή Εισόδου
110 €
Η είσοδος επιτρέπεται
Μόνο σε ζευγάρια
Η τιμή περιλαμβάνει
Φαγητό
Σχόλια
8 αποτελέσματα - εμφανίζονται 1 - 8
Διάταξη
Έχεις ήδη λογαριασμό; Άμεση σύνδεση ή Δημιουργία λογαριασμού
8 αποτελέσματα - εμφανίζονται 1 - 8
Ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια!