Λεπτομέρειες αξιολόγησης
8.1 1019 10
Φυλής 104
Hot
Sex Studio
834291
Γενική βαθμολογία
8.3
Εμφάνιση κοπέλας
8.0
Συμμετοχή/διάθεση/υπηρεσίες κοπέλας
8.0
Χώρος/καθαριότητα χώρου
10.0
Συμπεριφορά τσατσάς/τσάτσου
8.0
Σχέση αξίας/κόστους
8.0
Θεοφάνεια. Το σκοτεινό δωδεκαήμερο, από 25 Δεκεμβρίου έως 6 Ιανουαρίου, βρίσκεται στο τέλος του. Είμαι ένας άσχημος, πράσινος καλικάντζαρος. Το όνομά μου είναι Κωλοβελόνης.
Τα αδέρφια μου ήταν στα έγκατα της γης και είχαν στάξει, από την δουλειά, πριονίζοντας ασταμάτητα το δέντρο που στηρίζει τον κόσμο.
Εγώ βρισκόμουν στην επιφάνεια, μέσα σε ένα διαμέρισμα και προσπαθούσα να σώσω το τομάρι μου, καθώς με έπιασε στα πράσα η κωλόγρια, ένοικος του σπιτιού, την ώρα που έτρωγα λαχταριστά βουτήματα, με μαρμελάδα, στην κουζίνα της.
Κρατούσε στα χέρια μια σκούπα και με κυνηγούσε. Προσπαθούσα να ξεφύγω και στην προσπάθειά μου να τα καταφέρω έκανα το σπίτι λίμπα. Αυτή ταράχτηκε περισσότερο και ο θυμός της έγινε οργή.
Είδα την έξοδο, αλλά για φτάσω μέχρι εκεί, έπρεπε να διασχίσω πρώτα το σαλόνι. Εκεί βρισκόταν ένας πορνόγερος, ο οποίος καθόταν αναπαυτικά σε μία πολυθρόνα. Είχε κατεβασμένα τα παντελόνια και τραβούσε μαλακία, βλέποντας στην τηλεόραση μια διαφήμιση με παιδικά εσώρουχα.
Ο σύζυγος της κωλόγριας, σκέφτηκα και του έσκασα μια φάπα, καθώς τον προσπερνούσα, αφού είμαι ιδιαίτερα σβέλτος και γρήγορος στις κινήσεις μου.
Η πόρτα ήταν κλειδωμένη, αλλά δεν με ενδιέφερε, καθώς είμαι μακρύς, σαν μακαρόνι και μπορώ και περνάω εύκολα από τις κλειδαρότρυπες.
Βγήκα στον κοινόχρηστο χώρο της πολυκατοικίας και κατέβηκα τις σκάλες. Ξαφνικά σταμάτησα, καθώς άκουσα ομιλίες στην είσοδο. Έστησα αυτί και άκουσα δύο νεαρές να συζητούν μεταξύ τους.
Πλησίασα λίγο, ώστε να έχω εικόνα και αντίκρισα δύο μανούλια, από αυτά που σου πέφτουν τα σαγόνια, καθώς τα κοιτάζεις. Η μελαχρινή, πρωτοετής φοιτήτρια, διηγιόταν στην μικρότερη ξανθιά, η οποία την άκουγε ενθουσιασμένη, τις ερωτικές περιπέτειες που ζούσε στην επαρχία, όπου σπούδαζε και την συμβούλευε να διαβάζει, ώστε να περάσει και εκείνη στην ίδια σχολή και να συμμετάσχουν μαζί στα όργια που περιέγραφε.
Έκανα μεταβολή και σάλταρα έξω από ένα παράθυρο, το οποίο έβλεπε στον ακάλυπτο.
Εκεί με είδε ένας λακαμάς, με φακιόλι στο κεφάλι, ο οποίος άπλωνε την μπουγάδα. Μόλις με αντίκρισε, άρχισε να φωνάζει:
"Τσουπακάμπρα!", "Τσουπακάμπρα!"
Τον έγραψα κανονικά και άρχισα να τρέχω πάλι. Ξαφνικά βγήκε ένα χοντρό τέρας με γένια και του είπε: "Σκάσε, ρε βλάκα". Ήταν η γυναίκα του!
Βρέθηκα στον δρόμο, όπου συνέχισα να τρέχω σαν δαίμονας, γελώντας. Από τις μύτες μου έτρεχαν μύξες, το στόμα μου έσταζε σάλια και τα βαριά μου αρχίδια σέρνονταν κάτω, παίρνοντας παραμάζωμα ότι σκουπίδι υπήρχε στα κράσπεδα.
Παραδόξως, οι άνθρωποι δεν με έβλεπαν. Ήμουν τόσο μικρός και ασήμαντος ή μήπως είχαν όλοι τόσο πολύ ψηλά τον αμανέ, ο καθένας στην φαντασιοπληξία του, πρωταγωνιστές, με τους υπόλοιπους να είναι απλοί κομπάρσοι στην βαρετή ταινία της ζωής τους; Ή μήπως και τα δυο μαζί; Ποιος ξέρει;
Μόνο ένα οκτάχρονο αγοράκι με κατάλαβε, το οποίο στο ένα χέρι κρατούσε το χέρι της μαμάς του και στο άλλο ένα καινούργιο κουτί playmobil, πειρατές. Με έδειχνε, προσπαθώντας να κάνει και την μητέρα του να με δει, αλλά μάταια, καθώς εκείνη βάδιζε βιαστικά, λέγοντάς του: "Ήρεμα, Δημήτρη". "Σε λίγο θα πάμε σπίτι και θα ανοίξεις το παιχνίδι σου".
Του έκανα ένα κωλοδάχτυλο και έστριψα στην επόμενη γωνία του δρόμου, όπου βρέθηκα στην οδό Φυλής.
Πήρα σβάρνα σχεδόν όλα τα μπουρδέλα. Δεν θυμάμαι τίποτα το αξιοσημείωτο, παρά μόνο έναν αντιτουριστικό γέρο, που είχε βγει παγανιά και μία νέα άφιξη, στο σπίτι επί της οδού 69Β, ονόματι Βαλέρια. Μια μελαμψή, εκ Βραζιλίας ορμώμενη, σύμφωνα με την παρουσίαση της τσατσάς.
Δεν πήρα το ρίσκο να περάσω, καθώς οι μαύρες θέλουν ιδιαίτερη προσοχή, γιατί η Black Power, αν είσαι άπειρος ή κανένας κόπανος, μπορεί να σου δώσει εφιάλτες, τους οποίους δεν είχες φανταστεί ποτέ.
Τελικά ο δρόμος με έφερε έξω από το στούντιο, στον αριθμό 104. Ένα μαγαζί, το οποίο είχα επισκεφτεί κατά το παρελθόν, αλλά δεν είχα περάσει ποτέ με κάποιο κορίτσι.
Πρόκειται για ένα από τα κορυφαία στούντιο που υπάρχουν αυτή την στιγμή στην Ελλάδα, θεωρητικά τουλάχιστον. Όχι τόσο για την εμφάνιση των κοριτσιών, αλλά για την παροχή υπηρεσιών, την διακόσμηση των δωματίων και την πολιτική που έχουν προς τους πελάτες. Μέχρι και security είχα πετύχει, σε κάποια παλαιότερη νυχτερινή μου επίσκεψη.
Η τσατσά με ρώτησε αν θέλω να πιω κάτι από το πλούσιο, σε ποτά, μπαρ και άρχισε να μου παρουσιάζει τις κοπέλες. Πρώτη βγήκε το τραβέλι-ιδιοκτήτης του μαγαζιού και έπειτα πέντε ή έξι ακόμη κοπέλες.
Το κλικ μου έκανε ένα μελαχρινό καυλοράπανο, ονόματι Βανέσα. Ελληνίδα, κοντούλα, με ωραίο σωματάκι, μικρό βυζάκι και στρογγυλό κωλαράκι. Δυστυχώς το πρόγραμμα που πρόσφερε ήταν μόνο το απλό.
Έδωσα το 50ρικο και ανέβηκα στον όροφο, μπαίνοντας μέσα στο δωμάτιο. Σάστισα λίγο, καθώς αντίκρισα ένα στενό κρεβάτι μασάζ, ένα σταυρό για σαδομαζοχιστικά κόλπα και μια βιτρίνα γεμάτη δονητές.
Δεν πειράζει, σκέφτηκα, θα προσπαθήσω σε αυτό. Μέχρι να ολοκληρώσω την σκέψη μου, γύρισα το κεφάλι και αντίκρισα ένα μεγάλο βασιλικό δωμάτιο, με τα ανάλογα έπιπλα.
Πέρασα μέσα και απόρησα πως έκρυβε τέτοιους χώρους, ένα στενό σπίτι, σαν αυτό.
Γδύθηκα και περίμενα την Βανέσα, φορώντας μόνο το εσώρουχο. Η κοπέλα ήρθε χαμογελαστή, με αρκετά λεπτά καθυστέρηση.
Αφού με καλησπέρισε, άρχισε να γδύνεται, αποκαλύπτοντας ένα αψεγάδιαστο σοκολατένιο κορμάκι.
Έβγαλα το εσώρουχό μου και την πήρα αγκαλιά, όπου άρχισα να την φιλάω και να ρουφάω τα όμορφα βυζάκια της. Έπειτα ξάπλωσα και απόλαυσα τα χάδια και τα φιλιά που έδινε στο κορμί μου, καθώς και το απίστευτο γλείψιμο αρχιδιών.
Τα έγλυφε με μαεστρία και τα ρουφούσε με πάθος. Σε κάποιες φάσεις τα έβαζε και τα δύο στο στόμα της, λες και ήταν ταχυδακτυλουργός.
Αφού φτιάχτηκα με τα προκαταρκτικά, μου πέρασε την καπότα και άρχισε ένα δυνατό τσιμπούκι, ώσπου την σταμάτησα νωρίς, γιατί δεν υπήρχε περίπτωση να μην τελειώσω γρήγορα, έπειτα από τέτοια επιθετική εισαγωγή.
Την ξάπλωσα και άρχισα να την καρφώνω δυνατά, δίνοντάς της και φιλιά, ταυτόχρονα.
Αυτή το απολάμβανε, σκούζοντας από ηδονή και γρατζουνίζοντας την πλάτη μου, με τα νύχια της, γεμίζοντας το κορμί μου με σημάδια.
Την έβαλα να γυρίσει στα τέσσερα, όπου της έριξα τέτοιο δυνατό γαμήσι, σαν αυτά που έκανα στα νιάτα μου, πριν από 15 χρόνια, περίπου.
Σε αυτή την στάση και με αυτή την ένταση, ήρθε το τέλος, με εμένα να της τα δίνω όλα, σκυμμένος πάνω της και κρατώντας την από το στήθος, βγάζοντας βαριές ανάσες ανακούφισης.
Σηκώθηκα με αργά βήματα και πήγα στον νιπτήρα για να βγάλω το προφυλακτικό και να πλυθώ. Η Βανέσα ντύθηκε γρήγορα, με χαιρέτησε και έφυγε από το δωμάτιο, κάτι που έκανα και εγώ στην συνέχεια.
Κατέβηκα τις σκάλες, χαιρέτησα την ευγενική τσατσά, αφού της είπα ότι ήταν ένα από τα καλύτερα μαγαζιά που έχω περάσει, από όλες τις απόψεις.
Άνοιξα την πόρτα, είδα ότι ήλιος άρχισε να δύει και τότε συνειδητοποίησα ότι βρισκόμουν ακόμη πάνω στην γη.
Ένας φόβος άρχισε να με κυριεύει, καθώς είχα χάσει τον δρόμο και κινδύνευα να χαθώ για πάντα. Τι θα γινόταν αν ξέμενα στον κόσμο των ανθρώπων;
Η αγωνία μου τελείωσε, όταν άκουσα τα αδέρφια μου να τραγουδάνε σε ρυθμό:
"Καλαμπαλίκη πιάσε το ραβδί, φύσα ρούφα το χωνί".
"Πάμε Κουκουμπάουρα και μας πιάσανε τα ζάουρα".
"Φασούλα μου, Μπουμπούρη μου, χορταρικό και βαζούρα, ήρθε ο Γκέκας για χασούρα".
"Φύγετε να φύγουμε και έφτασε ο τρελόπαπας με την αγιαστούρα του και με την βρεχτούρα του".
"Μας άγιασε μας έβρεξε και μας κατέκαψε".
"Χέρια πόδια στο πηγάδι, να γυρίσουμε στον Άδη".
Τα αδέρφια μου ήταν στα έγκατα της γης και είχαν στάξει, από την δουλειά, πριονίζοντας ασταμάτητα το δέντρο που στηρίζει τον κόσμο.
Εγώ βρισκόμουν στην επιφάνεια, μέσα σε ένα διαμέρισμα και προσπαθούσα να σώσω το τομάρι μου, καθώς με έπιασε στα πράσα η κωλόγρια, ένοικος του σπιτιού, την ώρα που έτρωγα λαχταριστά βουτήματα, με μαρμελάδα, στην κουζίνα της.
Κρατούσε στα χέρια μια σκούπα και με κυνηγούσε. Προσπαθούσα να ξεφύγω και στην προσπάθειά μου να τα καταφέρω έκανα το σπίτι λίμπα. Αυτή ταράχτηκε περισσότερο και ο θυμός της έγινε οργή.
Είδα την έξοδο, αλλά για φτάσω μέχρι εκεί, έπρεπε να διασχίσω πρώτα το σαλόνι. Εκεί βρισκόταν ένας πορνόγερος, ο οποίος καθόταν αναπαυτικά σε μία πολυθρόνα. Είχε κατεβασμένα τα παντελόνια και τραβούσε μαλακία, βλέποντας στην τηλεόραση μια διαφήμιση με παιδικά εσώρουχα.
Ο σύζυγος της κωλόγριας, σκέφτηκα και του έσκασα μια φάπα, καθώς τον προσπερνούσα, αφού είμαι ιδιαίτερα σβέλτος και γρήγορος στις κινήσεις μου.
Η πόρτα ήταν κλειδωμένη, αλλά δεν με ενδιέφερε, καθώς είμαι μακρύς, σαν μακαρόνι και μπορώ και περνάω εύκολα από τις κλειδαρότρυπες.
Βγήκα στον κοινόχρηστο χώρο της πολυκατοικίας και κατέβηκα τις σκάλες. Ξαφνικά σταμάτησα, καθώς άκουσα ομιλίες στην είσοδο. Έστησα αυτί και άκουσα δύο νεαρές να συζητούν μεταξύ τους.
Πλησίασα λίγο, ώστε να έχω εικόνα και αντίκρισα δύο μανούλια, από αυτά που σου πέφτουν τα σαγόνια, καθώς τα κοιτάζεις. Η μελαχρινή, πρωτοετής φοιτήτρια, διηγιόταν στην μικρότερη ξανθιά, η οποία την άκουγε ενθουσιασμένη, τις ερωτικές περιπέτειες που ζούσε στην επαρχία, όπου σπούδαζε και την συμβούλευε να διαβάζει, ώστε να περάσει και εκείνη στην ίδια σχολή και να συμμετάσχουν μαζί στα όργια που περιέγραφε.
Έκανα μεταβολή και σάλταρα έξω από ένα παράθυρο, το οποίο έβλεπε στον ακάλυπτο.
Εκεί με είδε ένας λακαμάς, με φακιόλι στο κεφάλι, ο οποίος άπλωνε την μπουγάδα. Μόλις με αντίκρισε, άρχισε να φωνάζει:
"Τσουπακάμπρα!", "Τσουπακάμπρα!"
Τον έγραψα κανονικά και άρχισα να τρέχω πάλι. Ξαφνικά βγήκε ένα χοντρό τέρας με γένια και του είπε: "Σκάσε, ρε βλάκα". Ήταν η γυναίκα του!
Βρέθηκα στον δρόμο, όπου συνέχισα να τρέχω σαν δαίμονας, γελώντας. Από τις μύτες μου έτρεχαν μύξες, το στόμα μου έσταζε σάλια και τα βαριά μου αρχίδια σέρνονταν κάτω, παίρνοντας παραμάζωμα ότι σκουπίδι υπήρχε στα κράσπεδα.
Παραδόξως, οι άνθρωποι δεν με έβλεπαν. Ήμουν τόσο μικρός και ασήμαντος ή μήπως είχαν όλοι τόσο πολύ ψηλά τον αμανέ, ο καθένας στην φαντασιοπληξία του, πρωταγωνιστές, με τους υπόλοιπους να είναι απλοί κομπάρσοι στην βαρετή ταινία της ζωής τους; Ή μήπως και τα δυο μαζί; Ποιος ξέρει;
Μόνο ένα οκτάχρονο αγοράκι με κατάλαβε, το οποίο στο ένα χέρι κρατούσε το χέρι της μαμάς του και στο άλλο ένα καινούργιο κουτί playmobil, πειρατές. Με έδειχνε, προσπαθώντας να κάνει και την μητέρα του να με δει, αλλά μάταια, καθώς εκείνη βάδιζε βιαστικά, λέγοντάς του: "Ήρεμα, Δημήτρη". "Σε λίγο θα πάμε σπίτι και θα ανοίξεις το παιχνίδι σου".
Του έκανα ένα κωλοδάχτυλο και έστριψα στην επόμενη γωνία του δρόμου, όπου βρέθηκα στην οδό Φυλής.
Πήρα σβάρνα σχεδόν όλα τα μπουρδέλα. Δεν θυμάμαι τίποτα το αξιοσημείωτο, παρά μόνο έναν αντιτουριστικό γέρο, που είχε βγει παγανιά και μία νέα άφιξη, στο σπίτι επί της οδού 69Β, ονόματι Βαλέρια. Μια μελαμψή, εκ Βραζιλίας ορμώμενη, σύμφωνα με την παρουσίαση της τσατσάς.
Δεν πήρα το ρίσκο να περάσω, καθώς οι μαύρες θέλουν ιδιαίτερη προσοχή, γιατί η Black Power, αν είσαι άπειρος ή κανένας κόπανος, μπορεί να σου δώσει εφιάλτες, τους οποίους δεν είχες φανταστεί ποτέ.
Τελικά ο δρόμος με έφερε έξω από το στούντιο, στον αριθμό 104. Ένα μαγαζί, το οποίο είχα επισκεφτεί κατά το παρελθόν, αλλά δεν είχα περάσει ποτέ με κάποιο κορίτσι.
Πρόκειται για ένα από τα κορυφαία στούντιο που υπάρχουν αυτή την στιγμή στην Ελλάδα, θεωρητικά τουλάχιστον. Όχι τόσο για την εμφάνιση των κοριτσιών, αλλά για την παροχή υπηρεσιών, την διακόσμηση των δωματίων και την πολιτική που έχουν προς τους πελάτες. Μέχρι και security είχα πετύχει, σε κάποια παλαιότερη νυχτερινή μου επίσκεψη.
Η τσατσά με ρώτησε αν θέλω να πιω κάτι από το πλούσιο, σε ποτά, μπαρ και άρχισε να μου παρουσιάζει τις κοπέλες. Πρώτη βγήκε το τραβέλι-ιδιοκτήτης του μαγαζιού και έπειτα πέντε ή έξι ακόμη κοπέλες.
Το κλικ μου έκανε ένα μελαχρινό καυλοράπανο, ονόματι Βανέσα. Ελληνίδα, κοντούλα, με ωραίο σωματάκι, μικρό βυζάκι και στρογγυλό κωλαράκι. Δυστυχώς το πρόγραμμα που πρόσφερε ήταν μόνο το απλό.
Έδωσα το 50ρικο και ανέβηκα στον όροφο, μπαίνοντας μέσα στο δωμάτιο. Σάστισα λίγο, καθώς αντίκρισα ένα στενό κρεβάτι μασάζ, ένα σταυρό για σαδομαζοχιστικά κόλπα και μια βιτρίνα γεμάτη δονητές.
Δεν πειράζει, σκέφτηκα, θα προσπαθήσω σε αυτό. Μέχρι να ολοκληρώσω την σκέψη μου, γύρισα το κεφάλι και αντίκρισα ένα μεγάλο βασιλικό δωμάτιο, με τα ανάλογα έπιπλα.
Πέρασα μέσα και απόρησα πως έκρυβε τέτοιους χώρους, ένα στενό σπίτι, σαν αυτό.
Γδύθηκα και περίμενα την Βανέσα, φορώντας μόνο το εσώρουχο. Η κοπέλα ήρθε χαμογελαστή, με αρκετά λεπτά καθυστέρηση.
Αφού με καλησπέρισε, άρχισε να γδύνεται, αποκαλύπτοντας ένα αψεγάδιαστο σοκολατένιο κορμάκι.
Έβγαλα το εσώρουχό μου και την πήρα αγκαλιά, όπου άρχισα να την φιλάω και να ρουφάω τα όμορφα βυζάκια της. Έπειτα ξάπλωσα και απόλαυσα τα χάδια και τα φιλιά που έδινε στο κορμί μου, καθώς και το απίστευτο γλείψιμο αρχιδιών.
Τα έγλυφε με μαεστρία και τα ρουφούσε με πάθος. Σε κάποιες φάσεις τα έβαζε και τα δύο στο στόμα της, λες και ήταν ταχυδακτυλουργός.
Αφού φτιάχτηκα με τα προκαταρκτικά, μου πέρασε την καπότα και άρχισε ένα δυνατό τσιμπούκι, ώσπου την σταμάτησα νωρίς, γιατί δεν υπήρχε περίπτωση να μην τελειώσω γρήγορα, έπειτα από τέτοια επιθετική εισαγωγή.
Την ξάπλωσα και άρχισα να την καρφώνω δυνατά, δίνοντάς της και φιλιά, ταυτόχρονα.
Αυτή το απολάμβανε, σκούζοντας από ηδονή και γρατζουνίζοντας την πλάτη μου, με τα νύχια της, γεμίζοντας το κορμί μου με σημάδια.
Την έβαλα να γυρίσει στα τέσσερα, όπου της έριξα τέτοιο δυνατό γαμήσι, σαν αυτά που έκανα στα νιάτα μου, πριν από 15 χρόνια, περίπου.
Σε αυτή την στάση και με αυτή την ένταση, ήρθε το τέλος, με εμένα να της τα δίνω όλα, σκυμμένος πάνω της και κρατώντας την από το στήθος, βγάζοντας βαριές ανάσες ανακούφισης.
Σηκώθηκα με αργά βήματα και πήγα στον νιπτήρα για να βγάλω το προφυλακτικό και να πλυθώ. Η Βανέσα ντύθηκε γρήγορα, με χαιρέτησε και έφυγε από το δωμάτιο, κάτι που έκανα και εγώ στην συνέχεια.
Κατέβηκα τις σκάλες, χαιρέτησα την ευγενική τσατσά, αφού της είπα ότι ήταν ένα από τα καλύτερα μαγαζιά που έχω περάσει, από όλες τις απόψεις.
Άνοιξα την πόρτα, είδα ότι ήλιος άρχισε να δύει και τότε συνειδητοποίησα ότι βρισκόμουν ακόμη πάνω στην γη.
Ένας φόβος άρχισε να με κυριεύει, καθώς είχα χάσει τον δρόμο και κινδύνευα να χαθώ για πάντα. Τι θα γινόταν αν ξέμενα στον κόσμο των ανθρώπων;
Η αγωνία μου τελείωσε, όταν άκουσα τα αδέρφια μου να τραγουδάνε σε ρυθμό:
"Καλαμπαλίκη πιάσε το ραβδί, φύσα ρούφα το χωνί".
"Πάμε Κουκουμπάουρα και μας πιάσανε τα ζάουρα".
"Φασούλα μου, Μπουμπούρη μου, χορταρικό και βαζούρα, ήρθε ο Γκέκας για χασούρα".
"Φύγετε να φύγουμε και έφτασε ο τρελόπαπας με την αγιαστούρα του και με την βρεχτούρα του".
"Μας άγιασε μας έβρεξε και μας κατέκαψε".
"Χέρια πόδια στο πηγάδι, να γυρίσουμε στον Άδη".
Σχόλια
5 αποτελέσματα - εμφανίζονται 1 - 5
Διάταξη
Έχεις ήδη λογαριασμό; Άμεση σύνδεση ή Δημιουργία λογαριασμού
5 αποτελέσματα - εμφανίζονται 1 - 5
Αν πληγωνεται καποια με το υπερβαρη, μια επιλογη εχει να μην ειναι υπερβαρη
Και οι φωτο που ανεβαζπυν πρεπει να ανταποκρινονται στη σημερινη πραγματικοτητα και οχι σε χρονια πριν..