Λεπτομέρειες αξιολόγησης
6.4 110 10
Μπουρδέλα
93468
Γενική βαθμολογία
6.6
Εμφάνιση κοπέλας
6.0
Συμμετοχή/διάθεση/υπηρεσίες κοπέλας
7.0
Χώρος/καθαριότητα χώρου
6.0
Συμπεριφορά τσατσάς/τσάτσου
7.0
Σχέση αξίας/κόστους
7.0
Τετάρτη, ώρα 18:07
Στο σαλόνι κάθονταν δύο αθίγγανοι οργανοπαίχτες (ο ένας κρατούσε κλαρίνο, ο άλλος κιθάρα) κι ένας μπαλαμός. Αργότερα προστέθηκαν άλλοι δυο-τρεις συναγωνιστές.
«Καλησπέρα σας, κοπέλα στο δωμάτιο, καθίστε λίγο», μ' ενημέρωσε η συμπαθητική, ξανθιά, μεσήλικη υπηρεσία. «Ποια είναι;», ρώτησα. «Εύα, καινούργια κοπελίτσα, Ρωσίδα», απάντησε. «Μάλιστα». Κάθισα κι εγώ λίγο παραπέρα.
Ο ένας αθίγγανος άρχισε να δυσανασχετεί με την αναμονή˙ περισσότερο κάνοντας πλάκα παρά μιλώντας σοβαρά.
«Εσύ άμα πας στο δωμάτιο θες να σε πιέζουν να τελειώσεις;», τον ρώτησε ο μπαλαμός στο ίδιο ύφος. «Εγώ στο δωμάτιο, μπαμ μπαμ, χλαπ-χλουπ, τέλος!», του απάντησε ο κιθαρωδός. «Τόσο γρήγορα;», "εντυπωσιάστηκε" ο άλλος. «Ε, τι, θα κάτσω να τη γλείψω από δω (έσκυψε και άγγιξε την μύτη του παπουτσιού του) μέχρι εδώ (άγγιξε την κορυφή της κεφαλής του); Γυναίκα μου είναι;». «'Οχι ρε, εντάξει... Τόσο γρήγορα τελειώνεις;», έκανε πως δεν μπορούσε να το χωνέψει. «Ναι!... Δεν πιστεύεις...». «Σε πέντε λεπτά είσαι έτοιμος;», επέμεινε. «Τι πέντε λεπτά ρε;». «Χα χα χα... είσαι γρήγορος!», παραδέχτηκε στο τέλος. «Ε, τι;... "Μπαίνεις", "βγαίνεις", έφυγες!».
Κάποια στιγμή (συνολικά πέντε λεπτά περίμενα) εμφανίστηκε και η Εύα απ' τα ενδότερα. Επρόκειτο για τη μιλφ με το κοντό καστανό κατσαρό μαλλί, το μέτριο χαμογελαστό πρόσωπο, το μικρό στήθος, το ψηλόλιγνο κορμί, τον ψιλοανύπαρκτο κώλο, την οποία είχα πληρώσει πριν λίγες μέρες —σε παρτούζα με τη Φωτεινή— εκεί.
«'Ελα ρε γαμώτο!», αναφώνησε ο αθίγγανος, ανοίγοντας διάπλατα τα χέρια, με το που την είδε. «Γιατί φωνάζετε τόσο;», ρώτησε τάχα μου αυστηρά εκείνη. «Τι κάνεις τόση ώρα μέσα;», συνέχισε εκείνος. «Αγάπη μου σιγά, μπουρδέλο είναι εδώ!», τον "μάλωσε" πλησιάζοντάς μας.
«Ελεύθερα πιασίματα, ελεύθερο στοματικό, εξήντα εννιά, ισπανικό, αυταρχικό!», ενημέρωνε παράλληλα και η τσατσά.
Πλήρωσα ένα δεκάρικο.
«Εκεί έχει δωμάτιο...», μου έδειξε παίρνοντας το χαρτονόμισμα.
Εισήλθα στη μεγάλη κάμαρα, σχήματος τραπεζίου, απέναντι απ' τα κελιά.
«Γεια σου!», ευχήθηκα στην πόρνη, ύστερα από έξι λεπτά καινούργιας αναμονής, καθώς εκείνη έσπρωχνε την πόρτα μπαίνοντας. «Γεια σου, πώς είσαι;», ενδιαφέρθηκε να μάθει. «Καλά», της απάντησα απ' το κρεβάτι όπου ξάπλωνα ολόγυμνος. «Κι εγώ...», συμπλήρωσε.
Καβαλώντας το πόδι μου («Σε πατάω;». «'Οχι, εντάξει...»), έσκυψε για ν' αρχίσει με γλείψιμο–δάγκωμα στις θηλές μου, συνεχίζοντας με γλείψιμο, για λίγο, στο εσωτερικό των βραχιονίων μου, στον κορμό, χαμηλά στην κοιλιά κι ελάχιστα στους μηρούς. Φυσικά εγκαίρως ενημερώθηκε πως το τσιμπούκι θα το ήθελα καλυμμένο, για να μου απαντήσει, «αγάπη μου, ό,τι θες εσύ... 'Ο,τι θέλει το αγόρι μου...», πριν συνεχίσει με φιλιά–γλείψιμο στον λαιμό, στα μάγουλα, στους λοβούς των αυτιών μου.
Η πίπα της ήταν μ' εξωτερικούς γλωττισμούς, βαθιά —υπήρχαν στιγμές που τα χείλη της ακουμπούσαν τ' αξύριστα αρχίδια μου και έμεναν εκεί για δυο-τρία δεύτερα—, με αρκετά «ποπ» και «μμμ».
Τη διέκοψα για να της ζητήσω να προχωρήσουμε στο γαμήσι και συγκεκριμένα στο πισωκολλητό γαμήσι.
«Μμμ, ναιαιαι... θες πισωκολλητό, ε;», με ρώτησε λάγνα. «Ναι», απάντησα καθώς έκανα να σηκωθώ. «Πισωκολλητό, ναι˙ αφού τόσο σου αρέσει...», συμφώνησε και παίρνοντας θέση παραμέρισε το μικροσκοπικό κιλοτάκι της.
Την προηγούμενη φορά δεν την είχα γαμήσει. Τώρα όμως έχωνα τη λαστιχοντυμένη ψωλή μου μέσα στη μουνοσήραγγά της και ξεκινούσα να μπαινοβγαίνω —σχετικά ικανοποιητική αίσθηση—, έχοντας γραπώσει τη μέση της.
«Πλαφ πλαφ πλαφ!...». «'Ετσι αγόρι μου, έτσι αγόρι μου!...» (...) «Ααα... ααα... ααα... μπράβο, τελείωσα!» (εγώ).
«Κάθε απόγευμα δουλεύεις εδώ;», ρώτησα καθώς ετοιμαζόμασταν. «Μ-μ!» (καταφατικό). «Και πρωί δεν δουλεύεις; Σ' έχω δει και πρωί εδώ». «Καμιά φορά». «Οκέι».
«Μη με ξεχνάς...», μου είπε σιγανά λίγο πριν ανοίξει την πόρτα.
Στο σαλόνι κάθονταν δύο αθίγγανοι οργανοπαίχτες (ο ένας κρατούσε κλαρίνο, ο άλλος κιθάρα) κι ένας μπαλαμός. Αργότερα προστέθηκαν άλλοι δυο-τρεις συναγωνιστές.
«Καλησπέρα σας, κοπέλα στο δωμάτιο, καθίστε λίγο», μ' ενημέρωσε η συμπαθητική, ξανθιά, μεσήλικη υπηρεσία. «Ποια είναι;», ρώτησα. «Εύα, καινούργια κοπελίτσα, Ρωσίδα», απάντησε. «Μάλιστα». Κάθισα κι εγώ λίγο παραπέρα.
Ο ένας αθίγγανος άρχισε να δυσανασχετεί με την αναμονή˙ περισσότερο κάνοντας πλάκα παρά μιλώντας σοβαρά.
«Εσύ άμα πας στο δωμάτιο θες να σε πιέζουν να τελειώσεις;», τον ρώτησε ο μπαλαμός στο ίδιο ύφος. «Εγώ στο δωμάτιο, μπαμ μπαμ, χλαπ-χλουπ, τέλος!», του απάντησε ο κιθαρωδός. «Τόσο γρήγορα;», "εντυπωσιάστηκε" ο άλλος. «Ε, τι, θα κάτσω να τη γλείψω από δω (έσκυψε και άγγιξε την μύτη του παπουτσιού του) μέχρι εδώ (άγγιξε την κορυφή της κεφαλής του); Γυναίκα μου είναι;». «'Οχι ρε, εντάξει... Τόσο γρήγορα τελειώνεις;», έκανε πως δεν μπορούσε να το χωνέψει. «Ναι!... Δεν πιστεύεις...». «Σε πέντε λεπτά είσαι έτοιμος;», επέμεινε. «Τι πέντε λεπτά ρε;». «Χα χα χα... είσαι γρήγορος!», παραδέχτηκε στο τέλος. «Ε, τι;... "Μπαίνεις", "βγαίνεις", έφυγες!».
Κάποια στιγμή (συνολικά πέντε λεπτά περίμενα) εμφανίστηκε και η Εύα απ' τα ενδότερα. Επρόκειτο για τη μιλφ με το κοντό καστανό κατσαρό μαλλί, το μέτριο χαμογελαστό πρόσωπο, το μικρό στήθος, το ψηλόλιγνο κορμί, τον ψιλοανύπαρκτο κώλο, την οποία είχα πληρώσει πριν λίγες μέρες —σε παρτούζα με τη Φωτεινή— εκεί.
«'Ελα ρε γαμώτο!», αναφώνησε ο αθίγγανος, ανοίγοντας διάπλατα τα χέρια, με το που την είδε. «Γιατί φωνάζετε τόσο;», ρώτησε τάχα μου αυστηρά εκείνη. «Τι κάνεις τόση ώρα μέσα;», συνέχισε εκείνος. «Αγάπη μου σιγά, μπουρδέλο είναι εδώ!», τον "μάλωσε" πλησιάζοντάς μας.
«Ελεύθερα πιασίματα, ελεύθερο στοματικό, εξήντα εννιά, ισπανικό, αυταρχικό!», ενημέρωνε παράλληλα και η τσατσά.
Πλήρωσα ένα δεκάρικο.
«Εκεί έχει δωμάτιο...», μου έδειξε παίρνοντας το χαρτονόμισμα.
Εισήλθα στη μεγάλη κάμαρα, σχήματος τραπεζίου, απέναντι απ' τα κελιά.
«Γεια σου!», ευχήθηκα στην πόρνη, ύστερα από έξι λεπτά καινούργιας αναμονής, καθώς εκείνη έσπρωχνε την πόρτα μπαίνοντας. «Γεια σου, πώς είσαι;», ενδιαφέρθηκε να μάθει. «Καλά», της απάντησα απ' το κρεβάτι όπου ξάπλωνα ολόγυμνος. «Κι εγώ...», συμπλήρωσε.
Καβαλώντας το πόδι μου («Σε πατάω;». «'Οχι, εντάξει...»), έσκυψε για ν' αρχίσει με γλείψιμο–δάγκωμα στις θηλές μου, συνεχίζοντας με γλείψιμο, για λίγο, στο εσωτερικό των βραχιονίων μου, στον κορμό, χαμηλά στην κοιλιά κι ελάχιστα στους μηρούς. Φυσικά εγκαίρως ενημερώθηκε πως το τσιμπούκι θα το ήθελα καλυμμένο, για να μου απαντήσει, «αγάπη μου, ό,τι θες εσύ... 'Ο,τι θέλει το αγόρι μου...», πριν συνεχίσει με φιλιά–γλείψιμο στον λαιμό, στα μάγουλα, στους λοβούς των αυτιών μου.
Η πίπα της ήταν μ' εξωτερικούς γλωττισμούς, βαθιά —υπήρχαν στιγμές που τα χείλη της ακουμπούσαν τ' αξύριστα αρχίδια μου και έμεναν εκεί για δυο-τρία δεύτερα—, με αρκετά «ποπ» και «μμμ».
Τη διέκοψα για να της ζητήσω να προχωρήσουμε στο γαμήσι και συγκεκριμένα στο πισωκολλητό γαμήσι.
«Μμμ, ναιαιαι... θες πισωκολλητό, ε;», με ρώτησε λάγνα. «Ναι», απάντησα καθώς έκανα να σηκωθώ. «Πισωκολλητό, ναι˙ αφού τόσο σου αρέσει...», συμφώνησε και παίρνοντας θέση παραμέρισε το μικροσκοπικό κιλοτάκι της.
Την προηγούμενη φορά δεν την είχα γαμήσει. Τώρα όμως έχωνα τη λαστιχοντυμένη ψωλή μου μέσα στη μουνοσήραγγά της και ξεκινούσα να μπαινοβγαίνω —σχετικά ικανοποιητική αίσθηση—, έχοντας γραπώσει τη μέση της.
«Πλαφ πλαφ πλαφ!...». «'Ετσι αγόρι μου, έτσι αγόρι μου!...» (...) «Ααα... ααα... ααα... μπράβο, τελείωσα!» (εγώ).
«Κάθε απόγευμα δουλεύεις εδώ;», ρώτησα καθώς ετοιμαζόμασταν. «Μ-μ!» (καταφατικό). «Και πρωί δεν δουλεύεις; Σ' έχω δει και πρωί εδώ». «Καμιά φορά». «Οκέι».
«Μη με ξεχνάς...», μου είπε σιγανά λίγο πριν ανοίξει την πόρτα.
Πληροφορίες Επίσκεψης
Ημερομηνία επίσκεψης
Οκτωβρίου 21, 2015
Όνομα κοπέλας
Εύα
Σχόλια
Έχεις ήδη λογαριασμό; Άμεση σύνδεση ή Δημιουργία λογαριασμού