Λεπτομέρειες αξιολόγησης
6.5 220 10
Μπουρδέλα
175666
Γενική βαθμολογία
5.7
Εμφάνιση κοπέλας
5.0
Συμμετοχή/διάθεση/υπηρεσίες κοπέλας
6.0
Χώρος/καθαριότητα χώρου
5.0
Συμπεριφορά τσατσάς/τσάτσου
7.0
Σχέση αξίας/κόστους
6.0
Τετάρτη, ώρα 18:02
Οι τζίτζικες ακούγονταν σε όλη τη διαδρομή: από τ' αυτοκίνητο, μέχρι την είσοδό μου στο μπουρδέλο.
Στο μισοφωτισμένο σαλόνι του ορόφου κάθονταν δύο ημεδαποί — ένας σε κάθε πάγκο. Κάθισα και του λόγου μου παραπέρα. 'Υστερα από λίγο, με βαριά βήματα, μας πλησίασε μία χοντρή, ηλικιωμένη, Ελληνίδα υπηρεσία.
«Θα πάτε πουθενά λεβέντες, σε κανένα χωριό;», ρώτησε καθώς απίθωνε τον κώλο της στον πάγκο. Οι άλλοι δύο κούνησαν αρνητικά το κεφάλι. Κοίταξε προς το μέρος μου. «'Οχι όχι», απάντησα κι εγώ. «'Οχι ε; Πού να πάμε, ε; 'Ετσι, θα μείνουμε εδώ», διαπίστωσε μελαγχολικά. «Καλά είναι κι εδώ», σχολίασε ο ένας απ' τους συναγωνιστές. «Δεν είναι καλά, αν δεις εκεί που μένω εγώ...», πρόσθεσε εκείνη.
Τα λεπτά περνούσαν, ενώ κατά διαστήματα, απ' το διπλανό δωμάτιο, ακούγονταν σειρές από σιγανά «πλαφ».
Κάποια στιγμή μια πόρτα άνοιξε και... «Γεια σας! Τι κάνουν τα παιδιά;».
Μία μετριοχαμηλού αναστήματος χοντρούλα, μ' ενδιαφέρον προσωπάκι και διπλοσάγονο, ίσιο ξανθό μαλλί πιασμένο πίσω, μεσαίο στήθος κι ένα τρίμπαλ στην οσφύ, μας χαμογέλασε.
«Το κοριτσάκι μου κάνει όλες τις στάσεις, το ωραιότερο τσιμπούκι κάνει, δεν υπάρχει καλύτερο! Μουνάκι, πισωκολλητό, από πάνω, εξήντα εννέα, ισπανικό. Είναι τέλεια! Καμία δεν υπάρχει σαν κι αυτή!», ζωήρεψε η τσατσά.
Οι δύο συναγωνιστές έγιναν μπουχός. 'Ενας άλλος, που είχε έρθει αργότερα, κι εγώ παραμείναμε στις θέσεις μας. 'Εβαλα το χέρι στην τσέπη ψάχνοντας τα δύο τάλληρα. «'Ελα λεβέντη μου!», η κίνησή μου δεν είχε περάσει απαρατήρητη απ' την υπηρεσία.
«Πώς σε λένε;», ρώτησα την παχουλή κοπέλα. «'Αννα», απάντησαν με μία φωνή τσατσά και πόρνη. «'Ελα από δω!», μου έδειξε η πρώτη ένα απ' τα παλιά δωμάτια.
Πριν μπω, ζήτησα πίστωση χρόνου τριών λεπτών για να πλυθώ κομματάκι. «Μπορεί και πέντε λεπτά, γιατί κι εγώ θέλω να πλυθώ!», με καθησύχασε η 'Αννα.
«Εγώ τελείωσα!», μου χαμογέλασε ανοίγοντας την πόρτα ύστερα από τέσσερα λεπτά. «Μπράβο!», της χαμογέλασα επίσης — όρθιος κι ολόγυμνος, δίπλα στο κρεβάτι. «Καλά είσαι;», ενδιαφέρθηκα να μάθω καθώς κι εκείνη έμενε, σιγά σιγά, ολόγυμνη. «Καλά, εσύ;». «Κι εγώ καλά είμαι». 'Οπως ξάπλωνα σχολίασα: «Ζέστη ζέστη!». «Πολύ! Πολύ ζέστη, καλοκαίρι!», συμφώνησε γονατίζοντας πλάι μου.
«Από πού είσαι;», ρώτησα χαϊδεύοντας τη φαρδιά κωλάρα της. «...αρία». «Βουλγαρία;». «Ουγγαρία!». «Α, Ουγγαρία!».
Τώρα εκείνη, έχοντας πάρει θέση εγκάρσια στο σώμα μου, περιέφερε τα βυζιά της επί και πέριξ των γεννητικών μου οργάνων.
«Δούλευες και πουθενά αλλού εκτός από δω;», συνέχισα τις ερωτήσεις. «'Αργος, Αγρίνιο». «Εδώ στην Αθήνα;» (Χα χα χα, κανονική ανάκριση!). «Λιοσίων, Παιωνίου».
Επίσης, εκτός απ' την περιφορά του στήθους της, φιλούσε κι έγλειφε θηλές — αλλά μόνο θηλές! Από μένα, φιλιά (εκτός στόματος) και γλειψίματα, όλα κανονικά!
Δεν άργησε η ώρα που πήρε να ετοιμάζει την καπότα. Την οποία και ξετύλιξε, κατά μήκος του καυλιού μου, με το στόμα... Η πίπα που ακολούθησε δεν ήταν άσχημη.
Της ζήτησα να την πάρω στα τέσσερα. Πήρε θέση. Πήρα θέση. Τον έτριψα λίγο —πριν τον χώσω— κι αφού τον έχωσα, έπειτα από μερικές παλινδρομήσεις, έχυσα...
Πριν φύγει μ' επαίνεσε για την καθαριότητά μου...
«"Είσαι πολύ καθαρός, είσαι πολύ καθαρός", αλλά μόνο στο στήθος με φίλησες!», "παραπονέθηκα" με τη σειρά μου.
Υποσχέθηκε πως την επόμενη φορά θα είναι πιο θερμή μαζί μου...
Οι τζίτζικες ακούγονταν σε όλη τη διαδρομή: από τ' αυτοκίνητο, μέχρι την είσοδό μου στο μπουρδέλο.
Στο μισοφωτισμένο σαλόνι του ορόφου κάθονταν δύο ημεδαποί — ένας σε κάθε πάγκο. Κάθισα και του λόγου μου παραπέρα. 'Υστερα από λίγο, με βαριά βήματα, μας πλησίασε μία χοντρή, ηλικιωμένη, Ελληνίδα υπηρεσία.
«Θα πάτε πουθενά λεβέντες, σε κανένα χωριό;», ρώτησε καθώς απίθωνε τον κώλο της στον πάγκο. Οι άλλοι δύο κούνησαν αρνητικά το κεφάλι. Κοίταξε προς το μέρος μου. «'Οχι όχι», απάντησα κι εγώ. «'Οχι ε; Πού να πάμε, ε; 'Ετσι, θα μείνουμε εδώ», διαπίστωσε μελαγχολικά. «Καλά είναι κι εδώ», σχολίασε ο ένας απ' τους συναγωνιστές. «Δεν είναι καλά, αν δεις εκεί που μένω εγώ...», πρόσθεσε εκείνη.
Τα λεπτά περνούσαν, ενώ κατά διαστήματα, απ' το διπλανό δωμάτιο, ακούγονταν σειρές από σιγανά «πλαφ».
Κάποια στιγμή μια πόρτα άνοιξε και... «Γεια σας! Τι κάνουν τα παιδιά;».
Μία μετριοχαμηλού αναστήματος χοντρούλα, μ' ενδιαφέρον προσωπάκι και διπλοσάγονο, ίσιο ξανθό μαλλί πιασμένο πίσω, μεσαίο στήθος κι ένα τρίμπαλ στην οσφύ, μας χαμογέλασε.
«Το κοριτσάκι μου κάνει όλες τις στάσεις, το ωραιότερο τσιμπούκι κάνει, δεν υπάρχει καλύτερο! Μουνάκι, πισωκολλητό, από πάνω, εξήντα εννέα, ισπανικό. Είναι τέλεια! Καμία δεν υπάρχει σαν κι αυτή!», ζωήρεψε η τσατσά.
Οι δύο συναγωνιστές έγιναν μπουχός. 'Ενας άλλος, που είχε έρθει αργότερα, κι εγώ παραμείναμε στις θέσεις μας. 'Εβαλα το χέρι στην τσέπη ψάχνοντας τα δύο τάλληρα. «'Ελα λεβέντη μου!», η κίνησή μου δεν είχε περάσει απαρατήρητη απ' την υπηρεσία.
«Πώς σε λένε;», ρώτησα την παχουλή κοπέλα. «'Αννα», απάντησαν με μία φωνή τσατσά και πόρνη. «'Ελα από δω!», μου έδειξε η πρώτη ένα απ' τα παλιά δωμάτια.
Πριν μπω, ζήτησα πίστωση χρόνου τριών λεπτών για να πλυθώ κομματάκι. «Μπορεί και πέντε λεπτά, γιατί κι εγώ θέλω να πλυθώ!», με καθησύχασε η 'Αννα.
«Εγώ τελείωσα!», μου χαμογέλασε ανοίγοντας την πόρτα ύστερα από τέσσερα λεπτά. «Μπράβο!», της χαμογέλασα επίσης — όρθιος κι ολόγυμνος, δίπλα στο κρεβάτι. «Καλά είσαι;», ενδιαφέρθηκα να μάθω καθώς κι εκείνη έμενε, σιγά σιγά, ολόγυμνη. «Καλά, εσύ;». «Κι εγώ καλά είμαι». 'Οπως ξάπλωνα σχολίασα: «Ζέστη ζέστη!». «Πολύ! Πολύ ζέστη, καλοκαίρι!», συμφώνησε γονατίζοντας πλάι μου.
«Από πού είσαι;», ρώτησα χαϊδεύοντας τη φαρδιά κωλάρα της. «...αρία». «Βουλγαρία;». «Ουγγαρία!». «Α, Ουγγαρία!».
Τώρα εκείνη, έχοντας πάρει θέση εγκάρσια στο σώμα μου, περιέφερε τα βυζιά της επί και πέριξ των γεννητικών μου οργάνων.
«Δούλευες και πουθενά αλλού εκτός από δω;», συνέχισα τις ερωτήσεις. «'Αργος, Αγρίνιο». «Εδώ στην Αθήνα;» (Χα χα χα, κανονική ανάκριση!). «Λιοσίων, Παιωνίου».
Επίσης, εκτός απ' την περιφορά του στήθους της, φιλούσε κι έγλειφε θηλές — αλλά μόνο θηλές! Από μένα, φιλιά (εκτός στόματος) και γλειψίματα, όλα κανονικά!
Δεν άργησε η ώρα που πήρε να ετοιμάζει την καπότα. Την οποία και ξετύλιξε, κατά μήκος του καυλιού μου, με το στόμα... Η πίπα που ακολούθησε δεν ήταν άσχημη.
Της ζήτησα να την πάρω στα τέσσερα. Πήρε θέση. Πήρα θέση. Τον έτριψα λίγο —πριν τον χώσω— κι αφού τον έχωσα, έπειτα από μερικές παλινδρομήσεις, έχυσα...
Πριν φύγει μ' επαίνεσε για την καθαριότητά μου...
«"Είσαι πολύ καθαρός, είσαι πολύ καθαρός", αλλά μόνο στο στήθος με φίλησες!», "παραπονέθηκα" με τη σειρά μου.
Υποσχέθηκε πως την επόμενη φορά θα είναι πιο θερμή μαζί μου...
Σχόλια
Έχεις ήδη λογαριασμό; Άμεση σύνδεση ή Δημιουργία λογαριασμού