Λεπτομέρειες αξιολόγησης
6.5 97 10
Μπουρδέλα
150312
Γενική βαθμολογία
4.5
Εμφάνιση κοπέλας
7.0
Συμμετοχή/διάθεση/υπηρεσίες κοπέλας
3.0
Χώρος/καθαριότητα χώρου
5.0
Συμπεριφορά τσατσάς/τσάτσου
5.0
Σχέση αξίας/κόστους
3.0
Συνεπαρμένος από τις περιγραφές σεβαστών συναγωνιστών περί της Βραζιλιάνας Συλβάνας, έσπευσα εις το πορνείο της Λιοσίων.
Ηταν αργά και είχα ήδη καταναλώσει ικανή ποσότητα ασύρτικου και ρακής. Οινόφλυξ και καυλωμένος, εν αντιφάσει ήδη, βρέθηκα στο σαλόνι της Χωματιανού 11Β, και έμεινα εμβρόντητος από τον εικαστικό διάκοσμο. Νταλί, Νταλί και Μποτιτσέλι! Ενθυμήθην τον κ. Jocker: ώστε εδώ είναι το πορνείο-μουσείο...
Η βλοσυρά και νυσταγμένη υπηρέτρια παρουσίασε την ιερόδουλο: τούμπανο κοντοπούτανο, λυγερόκορμο, μελαχρινό με βοστρυχωτή κόμη. Τόσο μελαχρινή, από το σολάριουμ προφανώς και υπό το παραμορφωτικό φως του σαλονιού, και τόσο θολωμένος από το αλκοόλ και το μουσείο, ώστε εισήλθα άνευ άλλης ερωτήσεως.
Περίμενα υπό τους ήχους "μπιτ" ραδιοφωνικών.
Η ιερόδουλος συστήθηκε ως Μιλένα Τζεχα. Εγειρε παραπλεύρως ημών σε άβολη στάση για επιψαύσεις, και ατενίζοντας στο υπερπέραν ταρακούνησε το υπνώττον μόριο. Το μόριο δεν ξυπνούσε. Του φόρεσε περικαυλίδα. Αξιοθρήνητη εικών. Το ετσιμπούκωσε απαθώς και ρηχώς. Τοι μόριο συνέχισε να υπνώττει. Απέφυγε επιμελώς θωπείες.
Μόλις εμεγεθύνθη κάπως το μόριο προσπάθησε να το ενθηκώσει στο απόμακρο μουνάκι της ιππαστί. Αστόχως. Η περικαυλίς ξεκρέμασε. Η Μιλένα, ατάραχος και απαθής, ζήτησε νέα από την υπηρέτρια.
Καθώς επερίμενε στη μισάνοιχτη μεσόθυρα, ατένισα τον Μποτιτσέλι εις το σαλόνι· ήτο η Ανοιξις - Primavera. Και μετά ατένισα τις αφίσες στο δωμάτιο: ήταν όλες οικτρές, καφετεριακές.
Οικτρά ήτο και η συνέχεια. Παρά τους νευρικούς σκαμπιλισμούς και την αερόπιπα της Τσεχίδος, το μόριο δεν ζωντάνευε.
Ανελάβαμε πρωτοβουλία: Εδέχθη να μείνει υπτία και να τη θωπεύσουμε. Μισοσκέπασε τα τούμπανα βυζάκια της και εθωπεύθη. Σφιχτή σαρξ νεανική, με χνουδάκι εις την πετρώδη κοιλιακή χώρα, αιδοίο μικρό και καλοσχηματισμένο, γλουτοί ημισφαιρικοί, μικροσκοπικοί αλλά πέτρα. Ολα μικρά αλλά νεανικά, τύμπανα. Η ιδία έστεκε παγωμένη, προστατεύουσα κρίσιμα μέρη του τυμπάνου της.
Το μόριο ανήλθε μετρίως με αυτοβοήθηση και θωπεύοντας το μίνι αιδοίο. Το κλιματιστικό χτυπούσε στην ράχη, ήχοι δρόμου έμπαιναν από το ανοιχτό παράθυρο. Ενας υπόκωφος σπασμός διέτρεξε τη βουβωνική μας χώρα και ελάχιστο διαφανές υγρό έρευσε. Να ήτο σπέρμα ή προστατικό υγρό;
Η Μιλένα σηκώθηκε. Πέρασε η ώρα, επέρασαν πέντε τραγούδια, είπε. Απήλθε.
Πέντε τραγούδια... Πώς πέρασεν η ώρα, πώς πέρασαν τα χρόνια...
Ηταν αργά και είχα ήδη καταναλώσει ικανή ποσότητα ασύρτικου και ρακής. Οινόφλυξ και καυλωμένος, εν αντιφάσει ήδη, βρέθηκα στο σαλόνι της Χωματιανού 11Β, και έμεινα εμβρόντητος από τον εικαστικό διάκοσμο. Νταλί, Νταλί και Μποτιτσέλι! Ενθυμήθην τον κ. Jocker: ώστε εδώ είναι το πορνείο-μουσείο...
Η βλοσυρά και νυσταγμένη υπηρέτρια παρουσίασε την ιερόδουλο: τούμπανο κοντοπούτανο, λυγερόκορμο, μελαχρινό με βοστρυχωτή κόμη. Τόσο μελαχρινή, από το σολάριουμ προφανώς και υπό το παραμορφωτικό φως του σαλονιού, και τόσο θολωμένος από το αλκοόλ και το μουσείο, ώστε εισήλθα άνευ άλλης ερωτήσεως.
Περίμενα υπό τους ήχους "μπιτ" ραδιοφωνικών.
Η ιερόδουλος συστήθηκε ως Μιλένα Τζεχα. Εγειρε παραπλεύρως ημών σε άβολη στάση για επιψαύσεις, και ατενίζοντας στο υπερπέραν ταρακούνησε το υπνώττον μόριο. Το μόριο δεν ξυπνούσε. Του φόρεσε περικαυλίδα. Αξιοθρήνητη εικών. Το ετσιμπούκωσε απαθώς και ρηχώς. Τοι μόριο συνέχισε να υπνώττει. Απέφυγε επιμελώς θωπείες.
Μόλις εμεγεθύνθη κάπως το μόριο προσπάθησε να το ενθηκώσει στο απόμακρο μουνάκι της ιππαστί. Αστόχως. Η περικαυλίς ξεκρέμασε. Η Μιλένα, ατάραχος και απαθής, ζήτησε νέα από την υπηρέτρια.
Καθώς επερίμενε στη μισάνοιχτη μεσόθυρα, ατένισα τον Μποτιτσέλι εις το σαλόνι· ήτο η Ανοιξις - Primavera. Και μετά ατένισα τις αφίσες στο δωμάτιο: ήταν όλες οικτρές, καφετεριακές.
Οικτρά ήτο και η συνέχεια. Παρά τους νευρικούς σκαμπιλισμούς και την αερόπιπα της Τσεχίδος, το μόριο δεν ζωντάνευε.
Ανελάβαμε πρωτοβουλία: Εδέχθη να μείνει υπτία και να τη θωπεύσουμε. Μισοσκέπασε τα τούμπανα βυζάκια της και εθωπεύθη. Σφιχτή σαρξ νεανική, με χνουδάκι εις την πετρώδη κοιλιακή χώρα, αιδοίο μικρό και καλοσχηματισμένο, γλουτοί ημισφαιρικοί, μικροσκοπικοί αλλά πέτρα. Ολα μικρά αλλά νεανικά, τύμπανα. Η ιδία έστεκε παγωμένη, προστατεύουσα κρίσιμα μέρη του τυμπάνου της.
Το μόριο ανήλθε μετρίως με αυτοβοήθηση και θωπεύοντας το μίνι αιδοίο. Το κλιματιστικό χτυπούσε στην ράχη, ήχοι δρόμου έμπαιναν από το ανοιχτό παράθυρο. Ενας υπόκωφος σπασμός διέτρεξε τη βουβωνική μας χώρα και ελάχιστο διαφανές υγρό έρευσε. Να ήτο σπέρμα ή προστατικό υγρό;
Η Μιλένα σηκώθηκε. Πέρασε η ώρα, επέρασαν πέντε τραγούδια, είπε. Απήλθε.
Πέντε τραγούδια... Πώς πέρασεν η ώρα, πώς πέρασαν τα χρόνια...
Σχόλια
Έχεις ήδη λογαριασμό; Άμεση σύνδεση ή Δημιουργία λογαριασμού