Για να είμαι ειλικρινής όταν ξεκίνησα και διάβαζα τα παλαιά post περί χημείας με τις θεραπαινίδες μονολογούσα..
Βέβαια η επονομαζόμενη Χημεία δεν περιορίζεται μόνο μεταξύ των δύο (θεραπεύτριας – θεραπευμένου) αλλά και των συστατικών του περιβάλλοντος χώρου.
Πάμε από την αρχή:
Ξεκίνησα μόνος μου μεσημέρι τσικνοπέμπτης
- (όχι σαν μερικούς – μερικούς που πάνε τρεις τρεις και δεν λένε τίποτα) - με διαολεμένη όρεξη το οδοιπορικό μου από Σολωμού 59 όπου δεν στάθηκα τυχερός να συναντήσω την Δέσποινα
και για την οποία θα επανέλθω ελπίζοντας σε πιο τυχερή μέρα
. Δεν απογοητεύτηκα και συνέχυσα το οδοιπορικό για Στουρνάρη. Μπήκα στο μικρό ασανσέρ το οποίο δεν ήθελε με τίποτα να σταματήσει στον 3 όροφο
. Μετά από αρκετή προσπάθεια και χωρίς να χάνω την ψυχραιμία μου χτύπησα κουδούνι. Η υποδοχή ζεστή όπως πάντα, καθώς και τα 6 κοριτσόπουλα
που πέρασαν για να με καλησπερίσουν και να μου θυμίσουν τα ονόματα τους τα οποία μονίμως ξεχνώ. Τελευταία εμφανίστηκε η Μάρσυ
την οποία στις τελευταίες μου επισκέψεις δεν την είχα πετύχει. Τελευταία και τυχερή είπα από μέσα μου και αποφάσισα χωρίς φόβο αλλά με πάθος
.
Με την Μάρσυ έχω ξαναματασυναντηθεί όπου αν εξαιρέσω την πρώτη φορά που μου ξύπνησε παλαιές περιπέτειες μου οι άλλες σε normal ωραία πλαίσια.
Εδώ έρχεται ο παράγων Χημεία για την οποία αναφέρθηκα νωρίτερα..
Στο μεγάλο δωμάτιο λοιπόν
(επιτέλους γιατί πάλι στην αρχή με πήγαν στο μικρό) με τα αρωματικά κεριά του τις ωραίες κουρτίνες ωραίο ντιμαρισμένο φωτισμό και φυσικά το σχεδόν ατομικό του μπάνιο και τη μουσική.
Όλα λοιπόν συνηγορούσαν για ένα ιδανικό σαρανταπεντάλεπτο
. Η όλη ατμόσφαιρα σε οδήγησε στην ανάγκη να ζητήσω ένα πιο χαλαρό μασάζ για το οποίο δεν ήμουν σίγουρος που θα καταλήξει…
Η ώρα περνούσε και εγώ είχα αφεθεί στα ανάλαφρα χέρια της μέχρις ότου ζήτησα να αρχίσουμε το δεύτερο γύρο άναμμα κάρβουνα για ζέσταμα ψησταριάς. Διαπίστωσα όμως ότι η ψησταριά ήταν ήδη ζεστή
μάλλον από την όλη ατμόσφαιρα. Και πριν προλάβουν να σβήσουν τα κάρβουνα από τα ζουμιά, άναψα το πιστολάκι (σεσουάρ)
όπως κάνουν άλλωστε όλοι οι καλοί ψήστες και το κάρβουνο έβγαλε φωτιά. Για να μην καεί όμως η μπριζόλα την γύρναγα πάνω κάτω αριστερά δεξιά δημιουργώντας ένα τέλειο συγχρονισμό. Ψησταριά και ψήστης σε τέλεια αρμονία.
Για να μην σας τα πολυλογώ, λόγω του ότι αυτά γράφονται μετά την τσικνοπέμπτη όπου θεωρητικά έχουμε μπει στο σαραντάημερο της σαρακοστής (εγώ δεν νηστεύω ειδικά την μπριζόλα) έφαγα σπαλομπριζόλα ζουμερή ζουμερή την οποία καταευχαριστήθηκα και σύμφωνα με ομολογία το ίδιο και εκείνη. ;)