Ειναι ένας τύπος λοιπόν σε μια ξένη πόλη περαστικός και το βραδάκι μπαίνει σ’ ένα καφέ να περάσει λίγο την ώρα του. Το καφέ είναι άδειο εκτός από μια κοπέλα ";Να της πιάσω κουβέντα";, σκέφτεται . . . ";Να μην είμαι έτσι μόνος και χαμένος"; Την πλησιάζει λοιπόν και τι άλλο πιο έξυπνο να πει? Συστήνεται: ";Νίκος Χιόνης"; Η κοπέλα δεν μιλάει . . . Αυτός εξακολουθεί να έχει απλωμένο το χέρι του και επιμένει ";Νίκος Χιόνης, δεσποινίς. Δεν θα μουχαρίσετε το ονοματάκι σας?"; ";Aνοιξη";, του λέει αυτή ";Aνοιξη? Ωωωω εμείς οι δυο ήταν γραφτό να βρεθούμε. Όλος ο κόσμος θα μιλάει για μας! Θα μας γράψουν οι εφημερίδες"; Η κοπέλα τον κοιτάζει απορημένη . . . ";Μα γιατί . .. ?"; προσπαθεί να ρωτήσει Κι αυτός: ";Φανταστείτε το πρωτοσέλιδο: Είκοσι πόντοι χιόνι μέσα στην άνοιξη!";