Kavlokalikantzaros
Μέλος
- Εγγρ.
- 28 Νοε 2007
- Μηνύματα
- 180
- Like
- 769
- Πόντοι
- 81
Ρε μάγκες, διάβαζα το πρωϊ εκεί που παντοφλιασμένος τάιζα τα μωρά και αναρωτιόμουν πόσο πιο πολύ μου μέλλει να ξεφτιλιστώ στη ζωή, τη νηματάρα τη διασκεδαστική με τις Ελληνίδες 'influencers'.
Και μου έσκασε φλασιά ωραία -στα κάνει αυτά η αϋπνία και το να χαζεύεις τ'αρχίδια σου στο βάζο από το τουρσί κάθε μέρα- για το χρονικό της καταστροφής ημών, των καμακιών καριέρας που δράσαμε μεταξύ δεκαετιών '90-'10 χονδρικά.
Παλιά (προ μαζικής υιοθέτησης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, ας θέσουμε το 2008 ως Αρχή του Τέλους) ο μαμούχαλος και ο κακομοίρης, δεν γαμάγαν ποτέ και πουθενά. Μαζεύονταν σε μπακουροπαρέες και περιέφεραν τις θλιβερές τους υπάρξεις από 'στέκι' σε 'στέκι', περίγελος τόσο των σοβαρών γκομενών, όσο και ημών των μερακλήδων μουνάκηδων. Δεν είχαν επαφή με γυναίκες καμιά, ούτε επίφαση αυτής. Ήταν όρκς στις τρύπες τους. Στην καλύτερη παντρεύονταν τη μοναδική πατασαβούρα που τους καθόταν και διήγαν βίο στερημένο και διασκεδαστικό.
Οι γκόμενες αντίστοιχα, προκειμένου να επιβεβαιωθούν, έπρεπε να τον φάνε και να το πουν στις φίλες τους να τις ζηλέψουν. Έπρεπε να τις δουν να χαμουρεύονται στο δρόμο ή να καβαλάνε τη μηχανή του γκόμενου για να σηκωθούν τα κύματα φθόνου που έτρεφαν το ναρκισσισμό τους. Να τις δουν στις πίστες, να γαμηθούν βεβαιωμένα στις τουαλέτες, να τα σπάσουν στα μπουζούκια. Η δοκιμασία του άντρα ήταν να βγάζει γκόμενες και να 'ναι μόρτης στην πιάτσα και της γυναίκας να 'ναι θανατερή και πουτσομερακλού γκόμενα. Στον αληθινό κόσμο.
Όσοι τα καταφέρναμε, στεφανωνόμασταν υπέρλαμπρο μανδύα δόξης. Τα μπακούρια μας αναζητούσαν ως μυθολογικά πλάσματα 'για να τους βάλουμε στη φάση' και οι γυναίκες ζητάγαν την επιβεβαίωση, το παράσημο του καυλιού μας, προκειμένου ν'ανεβάσουν αξία απέναντι στις 'φίλες' τους. Κερδίζαμε σπαθάτα το μουνί το επιούσιο και μαζί την αντρική μας ταυτότητα.
Και εγένετο 2008. Γαμημένο iPhone και μπάσιμο κάθε θλιβερού πυρφόρου στα πράγματα. Ξαφνικά, το 'like' γίνεται σημαντικότερο από την πραγματικότητα. Τα ακοινώνητα όρκς συνδέονται με έναν δυνητικό ωκεανό από μουνιά που δεν είχαν φανταστεί στα πιο τρελά τους όνειρα. Τα ταϊζουν με τις γλυκερές τους καλημέρες/καλησπέρες/πώςνιώθειςσημεραλουλούδιμου και δίνουν και στην πιο τελευταία γκόμενα αξία υπερ-μοντέλας. Οι γκόμενες ανακαλύπτουν πως μπορούν να τις φθονούν και να νιώθουν σταρ δίχως να βγαίνουν από το σπίτι τους. Τα δυνατά τσακάλια εκμετράμε τα ελάχιστα εναπομείναντα χρόνια δράσης μας.
Στην ουσία οι πυρφόροι μαζευτήκανε και αποφασίσανε πως αφού δε γαμούσαν εκείνοι, δεν θα γαμούσαμε ούτε εμείς.
Η φάση μας μετά έγινε αντάρτικο. Καταδρομικές, πουτάνες, αποχή από μέσα κοινωνικής δικτύωσης, το τέλος μιας πανέμορφης, καταχυμένης αυτοκρατορίας της ηδονής.
Κι εντάξει να πούμε, όλα τα ωραία τελειώνουν, αλλά μελαγχόλησα κομμάτι όταν το είδα μπροστά μου έτσι αποκρυσταλλωμένο.
Μετά μ'έβρισε η γυναίκα μου που είχα κλείσει το γιαούρτι λάθος και ήρθα στα ίσα μου.
Και μου έσκασε φλασιά ωραία -στα κάνει αυτά η αϋπνία και το να χαζεύεις τ'αρχίδια σου στο βάζο από το τουρσί κάθε μέρα- για το χρονικό της καταστροφής ημών, των καμακιών καριέρας που δράσαμε μεταξύ δεκαετιών '90-'10 χονδρικά.
Παλιά (προ μαζικής υιοθέτησης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, ας θέσουμε το 2008 ως Αρχή του Τέλους) ο μαμούχαλος και ο κακομοίρης, δεν γαμάγαν ποτέ και πουθενά. Μαζεύονταν σε μπακουροπαρέες και περιέφεραν τις θλιβερές τους υπάρξεις από 'στέκι' σε 'στέκι', περίγελος τόσο των σοβαρών γκομενών, όσο και ημών των μερακλήδων μουνάκηδων. Δεν είχαν επαφή με γυναίκες καμιά, ούτε επίφαση αυτής. Ήταν όρκς στις τρύπες τους. Στην καλύτερη παντρεύονταν τη μοναδική πατασαβούρα που τους καθόταν και διήγαν βίο στερημένο και διασκεδαστικό.
Οι γκόμενες αντίστοιχα, προκειμένου να επιβεβαιωθούν, έπρεπε να τον φάνε και να το πουν στις φίλες τους να τις ζηλέψουν. Έπρεπε να τις δουν να χαμουρεύονται στο δρόμο ή να καβαλάνε τη μηχανή του γκόμενου για να σηκωθούν τα κύματα φθόνου που έτρεφαν το ναρκισσισμό τους. Να τις δουν στις πίστες, να γαμηθούν βεβαιωμένα στις τουαλέτες, να τα σπάσουν στα μπουζούκια. Η δοκιμασία του άντρα ήταν να βγάζει γκόμενες και να 'ναι μόρτης στην πιάτσα και της γυναίκας να 'ναι θανατερή και πουτσομερακλού γκόμενα. Στον αληθινό κόσμο.
Όσοι τα καταφέρναμε, στεφανωνόμασταν υπέρλαμπρο μανδύα δόξης. Τα μπακούρια μας αναζητούσαν ως μυθολογικά πλάσματα 'για να τους βάλουμε στη φάση' και οι γυναίκες ζητάγαν την επιβεβαίωση, το παράσημο του καυλιού μας, προκειμένου ν'ανεβάσουν αξία απέναντι στις 'φίλες' τους. Κερδίζαμε σπαθάτα το μουνί το επιούσιο και μαζί την αντρική μας ταυτότητα.
Και εγένετο 2008. Γαμημένο iPhone και μπάσιμο κάθε θλιβερού πυρφόρου στα πράγματα. Ξαφνικά, το 'like' γίνεται σημαντικότερο από την πραγματικότητα. Τα ακοινώνητα όρκς συνδέονται με έναν δυνητικό ωκεανό από μουνιά που δεν είχαν φανταστεί στα πιο τρελά τους όνειρα. Τα ταϊζουν με τις γλυκερές τους καλημέρες/καλησπέρες/πώςνιώθειςσημεραλουλούδιμου και δίνουν και στην πιο τελευταία γκόμενα αξία υπερ-μοντέλας. Οι γκόμενες ανακαλύπτουν πως μπορούν να τις φθονούν και να νιώθουν σταρ δίχως να βγαίνουν από το σπίτι τους. Τα δυνατά τσακάλια εκμετράμε τα ελάχιστα εναπομείναντα χρόνια δράσης μας.
Στην ουσία οι πυρφόροι μαζευτήκανε και αποφασίσανε πως αφού δε γαμούσαν εκείνοι, δεν θα γαμούσαμε ούτε εμείς.
Η φάση μας μετά έγινε αντάρτικο. Καταδρομικές, πουτάνες, αποχή από μέσα κοινωνικής δικτύωσης, το τέλος μιας πανέμορφης, καταχυμένης αυτοκρατορίας της ηδονής.
Κι εντάξει να πούμε, όλα τα ωραία τελειώνουν, αλλά μελαγχόλησα κομμάτι όταν το είδα μπροστά μου έτσι αποκρυσταλλωμένο.
Μετά μ'έβρισε η γυναίκα μου που είχα κλείσει το γιαούρτι λάθος και ήρθα στα ίσα μου.