Όλες οι κριτικές για την Τζένη - Ιάσονος 19Α (Μπουρδέλα) Μεταξουργείο
1 κριτικές
Τετάρτη, ώρα 19:15
Στο σαλόνι του πρόσφατα αυτού ανακαινισμένου οροφομπουρδέλου ήμουν μόνος. Ο υπηρέτης με τη θηλυπρεπή φωνή, τον είχα πετύχει και στο Καλλέργη 33, ήρθε αμέσως. «Γεια σας κύριε! Κοπέλα είναι! (Πάλι καλά!...) Κοπέλα έχει: μουνάκι, τσιμπουκάκι, πισωκολλητό, όλες οι στάσεις στο δωμάτιο, δεν βιάζεται, θα περάσεις υπέροχα!... 'Ελα Τζένη!».
«Τακ-τουκ τακ-τουκ τακ-τουκ!...», ακούστηκαν τα τακούνια πάνω στο ξύλινο πάτωμα και μια αψηλή νεαρή ξανθιά, με το ίσιο μαλλί της να φτάνει μέχρι σχεδόν τη μέση της, καλό πρόσωπο, μαστίδια, ομορφοσχηματισμένη σωματάρα με ωραία κωλάρα και χυτές ποδάρες, έκανε την εμφάνισή της. «Γεια σου!».
«Η κοπέλα μου κύριε! Πολύ ωραία, θα περάσεις όμορφα! Σιγά σιγά!», υποσχέθηκε ο τσάτσος γι' άλλη μια φορά.
Του έδωσα το δεκάρικο και κίνησα προς το ένα απ' τα δύο δωμάτια του σαλονιού.
«Περίμενε μην μπεις στο δωμάτιο, ν' ανάψω το ερ κοντίσιον!».
Περιμένοντας, απ' το σαλόνι όπου βρισκόμουν, έριξα μια ματιά στις άλλες δυο επίσης επιμελημένες κάμαρες. Εκείνη του διαδρόμου μου φάνηκε καλύτερη.
«Να μπω εδώ;», τον ρώτησα όταν επέστρεψε.
«Δεν έχει ερ κοντίσιον εκεί, θα πεθάνεις απ' το κρύο, μπες εδώ!», με προειδοποίησε.
«Γεια σου αγάπη, τι κάνεις;», ενδιαφέρθηκε να μάθει η πόρνη, με τη λεπτή φωνή της, μπαίνοντας.
Μένοντας ολόγυμνη γονάτισε πλάι μου κι ετοίμασε την καπότα.
«Από πού είσαι Τζένη;», ρώτησα χουφτώνοντας το κωλομέρι της. «Ρουμάνα». «Εγώ 'Ελληνας», είπα χαϊδεύοντάς την στην πλάτη. «Το ξέρω!». «Το ξέρεις, από πού το ξέρεις;». «Αφού φαίνεσαι!».
'Αρχισε την πίπα. «Σλουρπ σλουρπ σλουρπ». Το πουλί μου μάκραινε και λέπταινε με κάθε ρούφηγμά της. «Αχ, σιγά!... Πιο μαλακά», διαμαρτυρήθηκα κάποια στιγμή όταν ένιωσα τα δόντια της επώδυνα πάνω στο καυλί μου. Συμμορφώθηκε. «Και λίγο το χεράκι σου, άμα θέλεις...», πρόσθεσα, μιας κι ο αγώνας της μου πίεζε τον βουβώνα.
Της ζήτησα να πάρει θέση στα τέσσερα. Το έκανε χωρίς να βγάλει τα πορνοπάπουτσα. Η κωλάρα και το τρίμπαλ τής μέσης της απλώθηκαν μπροστά μου, ενώ το αιδοίο μισάνοιξε έτοιμο να υποδεχτεί τον φαλλό μου. Κρατώντας την απ' τις λαγόνες "έσπρωξα" κάμποσες φορές. «Πλαφ πλαφ πλαφ!».
Στη συνέχεια της είπα να ξαπλώσει ανάσκελα. Το έκανε ενώ καπακώνοντάς την έγλειψα κομματάκι τις ρώγες της. Σκλήρυναν. 'Αρχισα να γαμάω, με τις ποδάρες της να στηρίζονται στ' αγύμναστα μπράτσα μου και το πρόσωπό μου ν' απέχει λίγα εκατοστά απ' το θαμπό δικό της (καταραμένη πρεσβυωπία!). 'Εχυσα μετά από λίγο.
«Δούλευες και πουθενά αλλού;», τη ρώτησα λίγο πριν φύγει –κάτι μου θύμιζε. «Φυλής. «Φυλής πού;». «Εξήντα επτά». «Α, ήταν η...», προσπάθησα να θυμηθώ –την ήξερα!... «Μήπως δούλεψες και στο 200;». «Ναι». «Μάλιστα... στη Φυλής σαν Τζένη ήσουν;». «Ναι, Τζανίνα». «Α, μπράβο, Τζανίνα!», είπα από μέσα μου. Τη θυμήθηκα τελικά!
«Και πώς ήρθες εδώ;». «Ε, δεν είχε δουλεια, τι να κάνω;». «Εδώ έχει δουλειά;». «Ε, έτσι κι έτσι». «Μάλιστα». «Γεια σου, ευχαριστώ», είπε ανοίγοντας την πόρτα.
«Η κοπέλα είναι! Μουνάκι, τσιμπουκάκι...»