Όλες οι κριτικές για την Βικτώρια - Ιάσονος 2Β (Μπουρδέλα) Μεταξουργείο
1 κριτικές
Τετάρτη, ώρα 7:46 π.μ
Μια χαμογελαστή υπηρεσία ανέβαινε τις σκάλες κουβαλώντας ένα μικρό κιβώτιο, ενώ ταυτόχρονα ευχόταν σε μένα και σ' άλλον έναν που ερχόμασταν πίσω της: «Καλημέρα, καλημέρα! Καλημέρα, όλη μέρα!».
Στο σαλόνι, αφού πρώτα απίθωσε το δέμα χάμου, μας υποδέχτηκε κανονικά: «Περάστε παρακαλώ! 'Ενα λεπτάκι, καλημέρα, καθίστε!». Καλώντας την πόρνη της βάρδιας: «Βικτώρια!». Και κάνοντάς μας γνωστό πως: «άλλη σήμερα! Καινούργια έχω, άλλη, άλλη, άλλη! Χα χα... Ρωσίδα όμως και αυτή, πάρα πολύ καλή!».
«Χαίρετε!», μας ευχήθηκε μια σιτεμένη ξανθιά, με ίσιο μαλλί μέχρι τους ώμους, "σπασμένο" άσχημο πρόσωπο, μικρό στήθος με προπετείς και ευμεγέθεις θηλές, κανονικό σώμα, μέτριο ύψος.
«Τσιμπουκάκι, μουνάκι, ωραίο μασαζάκι ερωτικό, ελεύθερο στοματικό, να περάσετε πάρα πολύ όμορφα!... Αγκαλίτσες, φιλάκια–», ενημέρωνε η τσατσά. Τη διέκοψα δίνοντάς της τα δέκα ευρώ. «Αυτός είσαι! Αυτό μ' αρέσει!», χαμογέλασε.
Το δωμάτιο ήταν ικανοποιητικό, αλλά λόγω του κλιματιστικού επικρατούσε ψύχρα. Η κοκότα ήρθε ύστερα από ένα λεπτό. Με βρήκε να γδύνομαι. «Εντάξει ματάκια μου;». «Ναι ναι!», την κάλεσα να περάσει. «Τέλεις να πάω να κάνω το άλλο παιντί και μετά εσύ, και εσύ να ετοιμάζεσαι; Τέλεις έτσι;», ρώτησε. «Πήγαινε!», συμφώνησα —να ετοιμαζόμουν και με την ησυχία μου. «Τέλεις ελεύθερο στοματικό;», ενδιαφέρθηκε να μάθει πριν φύγει. «'Οχι». «Α, εντάξει˙ ετοιμάσου, ξάπλωσε–». «Κι έλα εσύ μετά!». «Ναι ναι ματάκια μου, οκέι!».
Ξανάρθε έπειτα από ένα δεκάλεπτο. «Εντάξει ματάκια μου, ξεκουράστηκες;». 'Εγνεψα καταφατικά. «Οκέι, ήτανε και καλό παιδί μπροστά σου, και αυτό μου λέει: "Ααα, ήρθες πιο νωρίς!". Λέω: "Nαι, ο άλλος κύριος μου είπε ότι μπορώ!"». 'Αφησε τα σέα της στο κομοδίνο. «Ξάπλωσες και ωραία, μπράβο ματάκια μου!», μ' επαίνεσε. «Λοιπόν! Ε, κάνουμε ελεύθερο, ε;». «'Οχι ελεύθερο!», τη διόρθωσα. «Οκέι, λοιπόν, τα σου κάνω τότε ένα πολύ καλό ερωτικό μασαζάκι, για να σε προκαλώ (με την έννοια ότι: θα στο κάνω έτσι ώστε να σε διεγείρω σεξουαλικά...). Εντάξει;». Συμφώνησα. «Να σε "βρω"... να σε "βρω"! Εντάξει;», διευκρίνισε. «Ντύο λεπτά ντεν μιλάμε, σε αγγίζω, να καταλάβω πως λειτουργεί το σώμα σου, εντάξει;». «Ναι», ξανασυμφώνησα. «Μην ανησυχείς κατόλου, χαλαρά! Τέλο να είσαι χαλαρός, λίγο. Να το απολαύσεις...». Αφού έτριψε τα χέρια της μ' ένα υγρό μαντιλάκι (προφανώς για λίπανση), άρχισε να με χαϊδεύει στον κορμό, να μου τσιμπάει τις θηλές (στην αρχή επώδυνα [«'Αουτς!». «Τέλεις λίγο πιο τρυφερά, έτσι;». «Εμ!». «Κατάλαβα, το υπονοούμενο πιάνω! Πιάνω, πιάνω!»]), να μου πασπατεύει τ' αρχίδια, ενώ μου έβαλε στιγμιαία το δάχτυλο στον αφαλό (!), στ' αυτιά (!), στον... 'Οχι, εκεί δεν επιχείρησε να το βάλει!... Χε χε χε... Αυτό ήταν το μασάζ της, ενώ όταν ανασηκώθηκα για να πάρω στο αδηφάγο στόμα μου τις μεγάλες ρώγες της, μετά τον "θηλασμό" μου, έσκυψε κι εκείνη για να φιλήσει-γλείψει-ρουφήξει τις δικές μου, αλλά και να με απαλοφιλήσει-γλείψει στον λαιμό, κυρίως...
«Λοιπόν, κάτομαι εξήντα εννιά...», είπε και πήρε θέση, ξετυλίγοντας την καπότα κατά μήκος της καυλωμένης ψωλής μου. Της χάιδευα τον κώλο, όση ώρα (λίγη) εκείνη μου έπαιρνε (μέτρια) πίπα, απαλοφυσώντας κατά διαστήματα τον πούτσο μου. «Να το βάλουμε;», ρώτησε κάποια στιγμή. « Ναι, έλα!», συμφώνησα. «Τέλεις να κάτσω πάνω σου ή εσύ από πάνω μου; Πώς τέλεις παιδάκι μου;». «Εσύ από πάνω!». «'Ετσι (πρόσωπο σε σένα), για αντίθετα;». «'Ετσι! 'Ετσι!» (πρόσωπο σε μένα). Κατά τη διάρκεια της γάμευσης έτριβε τις ρώγες της κι έχοντας πάρει ένα αστείο/καυλωτικό ύφος ψιθύριζε ερωτικά, ενώ είχαμε και στιχομυθίες του τύπου: Αυτή: «Καυλώνεις;». «Ναι». «Μπράβο μωρό μου! Αφού σ' αρέσει... 'Ετσι!... 'Ετσι!...». «Κάτσε να δοκιμάσω και λίγο από πίσω!», ζήτησα. «'Ελα!», συμφώνησε πρόθυμα παίρνοντας θέση. Τον έχωσα και συνέχισα να γαμάω. «Μμμ!... Αυτό είναι!», "καύλωνε". «Πιο χαμηλά...», της ζήτησα μετά από μερικές ψωλιές. «Πιο χαμηλά», επανέλαβε κι έφερε τα πόδια της ανάμεσα στα δικά μου. Τώρα ήταν καλύτερα. «ΑΑΑ! 'Ετσι μωρό μου, έτσι, έτσι!», συνέχισε να "καυλώνει". Κάπου εκεί γύρω —λίγο αργότερα—, ολοκλήρωσα κι εγώ: «Α, έχυσα!». «Μπράβο ματάκια μου!».
Αρχίσαμε να ετοιμαζόμαστε: «Δούλευες και πουθενά αλλού εσύ, εκτός από 'δω;», έκανα την ερώτηση. «Παλιά, ναι, στο Ντιντίμου, τώρα έχω σταματήσει». «Διδύμου, σε ποιο;». «Από το 2008, ντεν τυμάμαι τώρα αριθμό...». Στα εφτάρια, στα οκτάρια;». «'Οχι όχι!». «Στο δεκαέξι, στα δεκαοκτώ;». «Δεκαέξι νομίζω, που είναι κάτω». «Και τότε σαν Βικτώρια εμφανιζόσουν;». «Ναι! Παλιά σαν Βικτώρια ήμουνα. Αλλά ντεν ντούλευα καιρό˙ ντούλευα μόνο 10 μήνες και μετά ξανάφευγα. Γεια σου ματάκια μου!». «Εδώ, τώρα είσαι από βράδυ ή πρωινή;», ρώτησα πριν με αφήσει. «Να ρωτάς να σου λένε (άλλο είχε καταλάβει...), εγώ τώρα είμαι στο Κολωνού, εδώ πιο πάνω. Πρωινή, έξι, μέχρι ντόντεκα, δεν ξέρω αριθμός, δεύτερο όροφος». «Κολωνού στο 30;». «'Οχι, σαράντα εφτά νομίζω... Ναι, σαράντα εφτά, είναι στον δεύτερο, πάνω!». «Οκέι». «Εντάξει; Αλλά πρωί: 6-12!».