Όλες οι κριτικές για την Όλγα - Βέργας 6Β (Μπουρδέλα) Λιοσίων
3 κριτικές
Βρισκόμενος στη περιοχή της Λιοσίων λόγω δουλειάς, είπα να πάω να ριξω ένα άδειασμα έτσι στα γρήγορα χωρίς να ψάξω και πολύ..Δεν μου βγήκε σε καλό δυστυχώς..Εν ολίγοις πρόκειται για μία τύπισσα γύρω στα πενήντα, ανατολικού μπλοκ, με πολύ βαρύ κορμί..Βιαστική είσοδος στο δωμάτιο και διεκπεραιωτικη πίπα δύο λεπτών.. Είχα αρχίσει ήδη να ξενερώνω οπότε την έβαλα να κάτσει στα γόνατα για να την ψωλοχυσω στα μεγάλα της βυζγια, όπου και της τα έκανα χάλια...Αυτά τα ολίγα..Δεν προτείνεται από μένα..Καλά γαμησια να χουμε!!!
Πληροφορίες Επίσκεψης
- Ελεύθερο στοματικό
- «Ισπανικό»
Μετά τα σχόλια συναγωνιστών πήγαινα για Μπαρμπορα καρφί, οταν όμως μπήκα στο 6Α με υποδεχθεικε ξανθό γκιλφ που δεν μου έκανε Κούκου. Στροφή λοιπόν στο 6Β που σαλοναρισε η ολγα μόνη στο σαλόνι χωρίς παρουσία τσατσας. Εμφανισιακά είναι θηρίο με πολλά πιασίματα βυζαρες, 3+ κολάρα και μπουταρες.... η φάτσα είναι υποκειμενικό θέμα σε άλλους θα αρέσει σε άλλους όχι. Ξεκινάει την κουβέντα από πλευρά της με την φράση "ω τι εργαλείο είναι αυτό 30 πόντους την έχεις θα με σκίσεις κτλ. " Ευχόμουν να κάνει απλά πλάκα και να μην πάμε για ξεπέτα. Ισπανική για αρχή 1-2 λεπτά και μετά ξαπλώνει ανάσκελα και μου λέει έλα να με σκίσεις... Αχ βαχ και λοιπά ψευτοκαυλωτικα, παω να σηκώσω τις μπουταρες της να μπω καλύτερα και ακούω " όχι όχι έτσι " Προτείνει πισωκολητο όπου και έγινε. Για τελείωμα ισπανικη και χυσιμο στους βυζους. Θα μπορούσε και καλύτερα πάντως για το εικασαρικο που ζητάει σε σχέση με την εμφάνιση και τις υπηρεσίες της.. Δεν θα ξαναπάω εννοείται.
Πληροφορίες Επίσκεψης
«Εδώ πρέπει να είναι η τέτοια μωρέ!... Η Μπάρμπορα!», μονολόγησα κατεβαίνοντας τα σκαλάκια του ημιυπόγειου με το νούμερο 6. Εισήλθα στο εσωτερικό έπειτα από χτύπημα του κουδουνιού κι αυτόματο άνοιγμα της εξώπορτας.
«Τι κάνεις; Καλησπέρα!». 'Ηταν όντως η Μπάρμπορα. «Καλησπέρα!». «Θα περάσεις μωρό μου;», με ρώτησε απ' την είσοδο της κουζινούλας όπου είχε σταθεί. «Ευχαριστώ πάρα πολύ!», είπα και σηκώθηκα πηγαίνοντας προς την έξοδο. «Να είσαι καλά!».
«Η Μπάρμπορα. Βυζάρες... Πάμε και στο διπλανό, υπερυψωμένο ισόγειο», είπα στον εαυτό μου. Δύο μεσήλικες συναγωνιστές κατέβαιναν στης Μπάρμπορας.
Ξανά χτύπημα του κουδουνιού —του υπερυψωμένου ισογείου αυτή τη φορά—, αυτόματο άνοιγμα της πόρτας και... «Τι κάνεις μανάρι μου;». Μία μέτριου αναστήματος σιτεμένη ξανθιά, με το μαλλί της πιασμένο πίσω, μέτριο χαμογελαστό πρόσωπο, μεγάλα μπομπόνια μισοκαλυμμένα —όπως και το δεύτερης διαλογής σώμα της— από ένα μεσοφόρι, με υποδέχτηκε. «Καλησπέρα, καλά!», της χαμογέλασα και κάθισα σ' ένα απ' τα παγκάκια. «Καλησπέρα. Θέλεις να περάσεις;», με πλησίασε. «Πώς σε λένε;». «Είκοσι ευρώ!». «Πώς σε λένε;», επανέλαβα. «'Ολγα!». «'Ολγα... Και το πρόγραμμα;». «Κανονικό». «Κανονικό...». «Ναι», συνέχισε να μου χαμογελάει. «Εντάξει...», ψιθύρισα και σηκώθηκα. «Χε χε χε». «Ευχαριστώ πολύ!», είπα και την επόμενη στιγμή βρισκόμουν έξω.
«'Αξιζε τίποτα;», με ρώτησε ο ένας απ' τους δύο μεσήλικες που είχαν κατεβεί στης Μπάρμπορας. «Αυτή εδώ;», έδειξα προς το μέρος του ημιυπογείου. «Ναι». «Δεν πέρασα μαζί της», τους πληροφόρησα. «Α... Δεν άνοιξε η πόρτα;». «'Οχι, μπήκα μέσα, αλλά δεν πέρασα στο δωμάτιο, δεν την πλήρωσα», εξήγησα. «Εμφανισιακά λέει τίποτα;», διευκρίνισε τότε ο ένας. «Εμφανισιακά... Μεγάλο στήθος έχει, μαύρο μακρύ μαλλί, αδύνατη», τους την περιέγραψα αδρά. «Ναι...», έκανε εκείνος. «Η Μπάρμπορα είναι», τους είπα και τ' όνομά της. «Απλώς δεν άνοιξε η πόρτα, γι' αυτό ρωτάω», μου έσκασε το μυστικό... «Α, δεν σας άνοιξε;». «Ναι, δεν μας άνοιξε... Δεν πειράζει, να 'σαι καλά!».
Και έτσι εκείνοι κατευθύνθηκαν προς το μούλτιπλεξ στο νούμερο 3, ενώ εγώ βγήκα στη Λιοσίων, με κατεύθυνση Πλατεία Αττικής.
Επέστρεψα στον γυρισμό, αφού είχα ολοκληρώσει την τσάρκα.
«Θα περάσω!», έκανα γνωστό στην 'Ολγα εισερχόμενος στο σαλόνι. «'Ελα!», μου έδειξε προς τις συμπαθητικές κάμαρες. «Μπαίνω εκεί», διάλεξα μία στην τύχη. «Πάμε!», περπάτησε δίπλα μου μέχρι την πόρτα —θα ξεκινούσαμε κατευθείαν;...—, όπου και της ζήτησα μια μικρή πίστωση χρόνου για να ετοιμαστώ.
'Ηρθε ύστερα από τέσσερα λεπτά.
«'Ετοιμος μανάρι μου;». «'Ετοιμος». «Χε χε χε... Δεν ήθελες λιγάκι να ξεκουραστείς, να χαλαρώσεις;», ενδιαφέρθηκε να μάθει βγάζοντας το εσωφόρι. «Ε, όχι, εντάξει–». «Που είναι δροσούλα εντώ», συνέχισε. «Ναι, είναι», συμφώνησα. «Σ' αρέσει;». «Ωραία είναι!».
Και με αυτά με καπάκωσε αρχίζοντας να με φιλάει επιφανειακά και γρήγορα στον κορμό —δεν καταλάβαινα τίποτα—, ενώ του λόγου μου χάιδευα το ώριμο κορμί της και τα γεμάτα λακ μαλλιά της.
«Κρύα είναι τα χέρια σου», σχολίασε ήρεμα. «Ισως επειδή μόλις τα έπλυνα», δικαιολογήθηκα. «Χε χε χε χε χε... ααα... ματς-μουτς, ματς-μουτς!...», συνέχισε τα φιλάκια στο ίδιο στιλ.
«Γαργαλιέσαι;», με ρώτησε όταν άρχισε να ψευτογλείφει τον λαιμό και τ' αυτιά μου. «'Οχι όχι!», ήταν η ειλικρινής απάντησή μου. «Αλμυρός!... Χε χε χε», διαπίστωσε ύστερα από λίγο — η αλήθεια ήταν πως δεν είχα πλύνει τη συγκεκριμένη περιοχή...
Κάποια στιγμή πήρε θέση ανάμεσα στα πόδια μου και ξετυλίγοντας, κατά μήκος του καυλιού μου, την καπότα συνέχισε με μία βαθιά πίπα που συνοδευόταν από αρκετά ηχηρά «ποπ».
Νιώθοντας πως είχε έρθει η ώρα τής ζήτησα να πάρει θέση για πισωκολλητό γονατιστό. «Εντάξει μωρό μου», συμφώνησε πρόθυμα και την επόμενη στιγμή γαμούσα τη μουνοσήραγγά της με 'κείνη ν' ανασαίνει "καυλωμένα" κι εγώ ν' ανασαίνω κουρασμένα...
«Αα... αα... αα, έχυσα!», βόγγηξα έπειτα από πάρα πολλές παλινδρομήσεις — ακόμα ψιλοπονάνε τα γόνατά μου! «Μπράβο μανάρι μου!», επιβράβευσε με τη σειρά της την προσπάθειά μου, προσθέτοντας: «Τα κατάφερες! Χε χε χε».
«Μέχρι ποια ώρα είσαι εδώ;», τη ρώτησα αντί για κάποιο άλλο σχόλιο. «Ντόντεκα», ήταν η απάντησή της, ενώ καθώς σηκωνόταν διαπίστωνε: «Κόσμος κουρασμένος... Ντούλεβες σήμερα;». Βάζοντάς με στον πειρασμό να πω ψέματα: «Ναι, απ' τη δουλειά έρχομαι!»...